Μεγάλος σεισμός στην Ελλάδα δεν αποκλείεται να σημειωθεί, όπως είπε στην ΕΡΤ ο Γεράσιμος Χουλιάρας, εξηγώντας ότι «δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει ένα σεισμό τέρας στην Ελλάδα».
«Δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει ένα σεισμό τέρας στην Ελλάδα» είχε δήλωσε ο σεισμολόγος Γεράσιμος Χουλιάρας προσθέτοντας ότι όπως εκτιμούν οι σεισμολόγοι βρισκόμαστε στο “παράθυρο” του αιώνα για έναν μεγασεισμό.
Ο σεισμολόγος υπογράμμισε ότι στην Ελλάδα, ιστορικά, έχουν εκδηλωθεί σεισμοί τέτοιου μεγέθους, οπότε κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει έναν τέτοιο σεισμό.
Επεσήμανε, επίσης, ότι οι μεγάλοι σεισμοί έχουν μεγάλες περιόδους επανάληψης, που σημαίνει ότι ένας σεισμός της τάξης των 7-8 Ρίχτερ θα κάνει πολλά χρόνια να ξαναεκδηλωθεί.
Σύμφωνα με τον ίδιο, σχεδόν κάθε χρόνο έχουμε έναν σεισμό της τάξης των 6 Ρίχτερ, όταν μιλάμε όμως για 7 Ρίχτερ, τέτοιοι σεισμοί έχουν επανάληψη μετά από 100 έως 1000 χρόνια.
Ο τελευταίος μεγασεισμός που έγινε στο ελληνικό τόξο ήταν το 365 μ.χ και το μέγεθός του ήταν 8,2 Ρίχτερ, τόνισε ο Γεράσιμος Χουλιάρας και επομένως, εκτιμά ότι, έχουμε ξεπεράσει τα χρόνια επανεμφάνισης και άρα θα μπορούσε να εκδηλωθεί ένας μεγάλος σεισμός τα επόμενα χρόνια, προσθέτοντας «δεν νομίζω ότι μπορούμε να βάλουμε χρονικά πλαίσια, λέμε τα επόμενα χρόνια».
Ένας δυνατός σεισμός θα επηρεάσει τα κτήρια της Ελλάδας
Ανέφερε, δε, ότι κανένας δεν μπορεί να είναι συγκεκριμένος, ενώ σχετικά με την αντοχή των κτηρίων σε περίπτωση σεισμού, ο Γεράσιμος Χουλιάρας δήλωσε ότι «τα κτήριά μας είναι καλύτερα από αυτά που καταρρέουν στην Τουρκία», αλλά έχουμε μείνει πίσω στους ελέγχους κτηρίων.
Αυτές είναι οι περιοχές που κινδυνεύουν άμεσα από σεισμό
Ανησυχία έχει προκαλέσει η έντονη σεισμική δραστηριότητα στην ευρύτερη περιοχή της Εύβοιας.
Η επιστημονική ομάδα του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, τα τελευταία δύο χρόνια, έχει ξεκινήσει αναλυτική έρευνα καταγραφής και μελέτης όλων των ενεργών και πιθανώς ενεργών ρηγμάτων της χώρας, όχι μόνο με την επικαιροποίηση των παλιών χαρτών, αλλά με νέα δεδομένα στην επιφάνεια, να δημιουργηθεί μία βάση δεδομένων, έργο που χρηματοδοτείται από την Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών.
Η προσπάθεια φαίνεται να εκτιμάται ιδιαιτέρως από το υπουργείο Κλιματικής Αλλαγής και μένει το επόμενο διάστημα να συνεχιστεί πιθανόν και σε άλλα επικίνδυνα καιρικά και κλιματικά φαινόμενα που απειλούν ανθρώπινες ζωές και ζώα.
Σύμφωνα με τον δόκτορα Σεισμολογίας και μέλος της Διοίκησης του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου, Γεράσιμο Παπαδόπουλο, το φαινόμενο εξελίσσεται ομαλά, δείχνοντας ότι μάλλον ο σεισμός των 5 Ρίχτερ ήταν ο κύριος.
Όπως υπογράμμισε στον «Ε.Τ.» της Κυριακής «τα συμπεράσματά μας συνοψίζονται στα εξής: Από τις 25.10.2022, που ξεκίνησε η διέγερση, μέχρι τη γένεση του ισχυρότερου σεισμού μεγέθους 5,0 ρίχτερ η ακολουθία χαρακτηρίστηκε από γνωρίσματα που είναι τυπικά για τις προσεισμικές ακολουθίες. Συνεπώς, δεν ευσταθούσε η “επίσημη” εκτίμηση ότι ο πρωινός σεισμός 4,7 Ρίχτερ κατά πάσα πιθανότητα ήταν ο κύριος σεισμός. Μετά τη γένεση του σεισμού 5 Ρίχτερ, η ακολουθία άρχισε να εμφανίζει χαρακτηριστικά που τα συναντάμε σε μετασεισμικές ακολουθίες. Συνεπώς, το πιθανό σενάριο, αλλά όχι ακόμη το βέβαιο, είναι ότι ο “5άρης” σεισμός μάλλον ήταν ο κύριος. Επιβάλλεται να επαληθευτεί η μετασεισμική φύση της εξελισσόμενης ακολουθίας και προς τον σκοπό αυτόν η ανάλυσή μας θα συνεχιστεί».
Ερωτηθείς αν αυτά τα «άγνωστα» ρήγματα μπορούν να έρθουν στη γνώση της επιστημονικής κοινότητας άνευ σεισμού, ο κ. Παπαδόπουλος εμφανίστηκε επιφυλακτικός, επισημαίνοντας «δυστυχώς, υπάρχει ένα λογικό κενό και όχι επειδή η επιστημονική κοινότητα δεν έχει την όρεξη ή την κατάρτιση. Δυστυχώς, όμως, χρειαζόμαστε μία ένδειξη για να στρέψουμε το βλέμμα μας και να καταγράφουμε τα δεδομένα. Αυτό συνέβη στον Τύρναβο ή και στην Κρήτη, στο Αρκαλοχώρι, μία άγνωστη περιοχή για τη σεισμική επιστημονική κοινότητα. Όπως, δηλαδή, συνέβη και στον σεισμό της Πάρνηθας».
Ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, Ευθύμιος Λέκκας, σχετικά με την Εύβοια εμφανίστηκε επιφυλακτικός, σημειώνοντας στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ότι το φαινόμενο είναι σε αποδρομή.
Όσον αφορά τις Αλκυονίδες και τον Κορινθιακό, ανέφερε ότι «ο Ανατολικός Κορινθιακός Κόλπος είναι ένα φυσικό εργαστήριο, έχει υψηλή σεισμικότητα και είναι επόμενο μετά τα 40 χρόνια που έχει να δώσει σεισμό η περιοχή, να είναι ώριμη για έναν αρκετά μεγάλο σεισμό».
Όπως διευκρίνισε, δεν έχουμε ασφαλείς ενδείξεις για τον χρόνο εκδήλωσής του, εάν θα είναι τα πέντε ή τα τρία χρόνια. «Πάντως, κάποια στιγμή μέσα στο άμεσο μέλλον ο Κορινθιακός θα ενεργοποιηθεί. Δυστυχώς, σε παγκόσμιο επίπεδο δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε χρονικά τους σεισμούς, αλλά ούτε και σε μεγάλο βαθμό τον χώρο εκδήλωσης ενός μεγάλου σεισμού».
Σχετικά με το κατά πόσο είμαστε έτοιμοι για ένα τέτοιο φαινόμενο και εάν θα αντέξουν οι δομές, απάντησε «τολμώ να πω ότι θα αντέξουν. Είμαστε σε πάρα πολύ καλύτερη κατάσταση απ’ ό,τι ήμασταν το 1981. Θα πρέπει να σημειώσω ότι το 1984 – 86 έγινε ο αντισεισμικός κανονισμός, ο οποίος είναι ένας κανονισμός από τους καλύτερους στον κόσμο και αυτό οφείλεται ουσιαστικά στις προσπάθειες της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας, των μηχανικών και των γεωεπιστημόνων, με την επίβλεψη, βεβαίως, του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας. Έχουμε να κάνουμε με έναν πολύ καλό αντισεισμικό κανονισμό και οι κατασκευές ουσιαστικά, ένα μεγάλο ποσοστό, είναι άτρωτες σε σχέση με τον σεισμό των 6 βαθμών. Βεβαίως, υπάρχουν και παλιές κατασκευές οι οποίες είναι ευάλωτες και σε αυτές πρέπει να ουσιαστικά να στρέψουμε το ενδιαφέρον μας».
Η περιοχή της Θήβας παραμένει μία ενεργή περιοχή, η οποία μετά την έξαρση του καλοκαιριού δεν έχει σβήσει και εξακολουθεί να δίνει μικρούς σεισμούς.
Σύμφωνα με τους σεισμολόγους, μία προσεισμική ακολουθία μπορεί να κρατήσει και ενάμιση χρόνο πριν, όπως έγινε και το 1893, δεκαετίες πίσω για την ανθρωπότητα, ελάχιστος χρόνος για ένα σεισμικό φαινόμενο. Το δε ρήγμα της Θήβας είναι ενεργό και είχε δώσει σεισμό 6 με 6,2 Ρίχτερ.
«Το 1914 είχαμε σεισμό για τον οποίο δεν έχουμε σήμερα ενδείξεις ότι υπήρξαν προσεισμοί, κάτι που δείχνει την πολυπλοκότητα των φαινομένων και ότι δεν μπορούν να μπουν σε καλούπια», ανέφερε ο κ. Παπαδόπουλος.
Μια άλλη περιοχή είναι το Βορειοανατολικό Αιγαίο, καταλήγοντας «θέλει σίγουρα προσοχή αυτή η περιοχή. Την περίοδο του ’80 και συγκεκριμένα το 1982 και το 1983 είχαμε αλλεπάλληλους ισχυρότατους σεισμούς και εκ νέου το 2014 με μεγέθη έως 6,9 Ρίχτερ. Κατά συνέπεια, είναι μια σεισμοτεκτονική δομή με πάρα πολύ υψηλό σεισμικό δυναμικό, διότι αποτελεί τη συνέχεια του ρήγματος της Βόρειας Ανατολίας, που έρχεται από το βόρειο τμήμα της Τουρκίας, εισέρχεται στη θάλασσα του Μαρμαρά και κινείται μέσα στη θάλασσα του Βορείου Αιγαίου. Το ότι οι γύρω κατοικημένες περιοχές βρίσκονται σε αρκετή απόσταση από το συγκεκριμένο ρήγμα δεν απαλλάσσει από την ευθύνη να παρακολουθείται και να αξιολογείται μεγάλη προσοχή τα δεδομένα».
Έρχεται ακραίος σεισμός 7 Ρίχτερ και στην Κωνσταντινούπολη: Προειδοποίηση σεισμολόγου Λέκκα – Έσπασαν 12 από τα 13 κομμάτια του ρήγματος
Σεισμός στην Κωνσταντινούπολη προβλέπεται από τον Καθηγητής Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, Ευθύμιο Λέκκα, μιλώντας στο «MEGA».
Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο πολύ μεγάλος σεισμός θα έπρεπε να είχε εκδηλωθεί στην περιοχή ως το 2020 και όσο τα χρόνια περνούν, τόσο συσσωρεύονται οι τάσεις.
Σε επιφυλακή για τον μεγάλο σεισμό
Στην Τουρκία, Αρχές και πολίτες βρίσκονται σε κατάσταση αναμονής, καθώς ο σεισμός των 4,9 Ρίχτερ, που σημειώθηκε το βράδυ της Δευτέρας, στα Δαρδανέλια, χαρακτηρίστηκε από σεισμολόγους προάγγελος του μεγάλου σεισμού στην Πόλη.
Σύμφωνα με τον Ευθύμιο Λέκκα «υπάρχει διάχυτη η άποψη των επιστημόνων σε όλον τον κόσμο και Τούρκων ότι επίκειται ένας μεγάλος σεισμός στην Κωνσταντινούπολη και το τεκμηριώνουν όλες οι επιστημονικές ομάδες. Οι τελευταίοι σεισμοί που είχαμε στην Προύσα και στα Δαρδανέλια θεωρούνται από πολλούς ότι είναι το έναυσμα για την εν λόγω σεισμική δραστηριότητα στην Κωνσταντινούπολη».
Ο σεισμός πρόκειται να ξεπεράσει τα 7 Ρίχτερ
Και πρόσθεσε «το αίτιο είναι ότι ένα κομμάτι του ρήγματος της Ανατολίας που έχει 13 κομμάτια, τα 12 έχουν σπάσει. Το προτελευταίο έσπασε το 1999. Απομένει να ενεργοποιηθεί το τελευταίο κομμάτι νότια της Κωνσταντινούπολης στον υποθαλάσσιο χώρο, στον κόλπο του Μαρμαρά. Αυτό το κομμάτι έχει μήκος 65 χλμ. που μπορεί να δώσει έναν σεισμό άνω των 7 βαθμών. Είχε προσδιοριστεί ότι μέχρι το 2020 θα έπρεπε να γίνει ένας σεισμός 7 Ρίχτερ, όμως δεν έγινε και εξακολουθούν οι τάσεις να συσσωρεύονται στην περιοχή. Το ρήγμα εξακολουθεί να είναι αδρανές προς το παρόν. Μέσα σε μια 5ετια υπάρχουν πιθανότητες πάνω από 80% να σπάσει το ρήγμα και να έχουμε έναν σεισμό. Η πιθανότητα να γίνει μέσα στις επόμενες εβδομάδες είναι περίπου 40%, σύμφωνα με επιστημονικούς υπολογισμούς που έχουν γίνει. Όσο περνάνε τα χρόνια συσσωρεύονται οι τάσεις και το μέγεθος μεγαλώνει. Αυτή είναι η άποψη των επιστημόνων σε όλον τον κόσμο».