Κοινό Πάσχα από το 2025 για Ορθόδοξους και Καθολικούς – Τι θα συμβεί

by Newsroom i-diakopes.gr
Κοινό Πάσχα από το 2025 για Ορθόδοξους και Καθολικούς – Τι θα συμβεί

Οσο για το πότε πέφτει το Πάσχα του επόμενου έτους, δηλαδή για το 2025, η Μεγάλη Εβδομάδα ξεκινά στις 14 Απριλίου, άρα το Πάσχα είναι στις 20 Απριλίου.
Την επόμενη χρονιά, το 2025, ο εορτασμός του Πάσχα θα συμπέσει ημερολογιακά για Ορθοδόξους και Καθολικούς, και σε συνάρτηση και με την επέτειο της Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας, φαίνεται ότι πάμε για μόνιμο κοινό εορτασμό ανάμεσα σε Ορθοδόξους και Ρωμαιοκαθολικούς.

Αυτή είναι τουλάχιστον η ευχή που εκφράζεται σε επίσημο ανακοινωθέν που εξέδωσε η Ιεραρχεία του Πατριαρχείου.

Η ιδιαίτερη βαρύτητα που δίνει στο θέμα αποτυπώνεται στην τοποθέτηση του ίδιου του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Πιο συγκεκριμένα, στην καταληκτήρια ομιλία του στη Σύναξη της Ιεραρχίας του Θρόνου υπενθύμισε στους Ιεράρχες ότι στα τέλη Μαΐου 2025 θα πραγματοποιηθεί στη Νίκαια της Βιθυνίας ο επίσημος εορτασμός για τη συμπλήρωση 1700 ετών από τη σύγκληση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου.

Κοινό Πάσχα από το 2025 για Ορθόδοξους και Καθολικούς – Τι θα συμβεί

Στην Νίκαια έχει γίνει γνωστό πως θα παρευρεθεί αυτοπροσώπως και ο ίδιος Πάπας της Ρώμης Φραγκίσκος, ο οποίος τον περασμένο Δεκέμβριο εξέφρασε για πρώτη φορά την επιθυμία του για κοινό εορτασμό του Πάσχα.

Απευθυνόμενος τότε στους εκπροσώπους της Διεθνούς Θεολογικής Επιτροπής του Βατικανού, ο Πάπας είχε ζητήσει «να ανοίξει ξανά το Συμβούλιο της Νίκαιας», ενώ με αφορμή το Πάσχα του 2025 είχε σημειώσει:

«Τι υπέροχο θα ήταν αν αυτή ήταν η συγκεκριμένη αρχή μιας μόνιμης κοινής γιορτής του Πάσχα!».

Το ανακοινωθέν της Ιεραρχείας του Πατριαρχείου
Συνῆλθε, τῇ προσκλήσει καί ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, εἰς τήν Ι´ αὐτῆς Σύναξιν, ἡ σεβασμία Ἱεραρχία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, τῇ συμμετοχῇ καί τῶν Ἀρχιερέων τῶν ὑπό τήν κανονικήν αὐτοῦ προστασίαν Αὐτονόμων Ἐκκλησιῶν Φιλλανδίας καί Ἐσθονίας, ἐν τῇ Πόλει τοῦ Κωνσταντίνου, ἀπό 1ης μέχρι καί τῆς 3ης Σεπτεμβρίου 2024.

Τῆς Συνάξεως προηγήθη ἡ Θεία Λειτουργία ἐπί τῇ ἑορτῇ τῆς Ἰνδίκτου, ἐν τῷ Πανσέπτῳ Πατριαρχικῷ Ναῷ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, συγχοροστατοῦντος τοῦ Πατριάρχου μετά τῶν τιμιωτάτων Μητροπολιτῶν, Ἀρχιεπισκόπων καί ἐπαρχιούχων Ἐπισκόπων τοῦ Θρόνου.

Ἡ Σύναξις, ἡ ὁποία ἤρχισε μέ τήν εἰθισμένην εἰσαγωγικήν ὁμιλίαν τοῦ Παναγιωτάτου καί μέ τήν ἀντιφώνησιν τοῦ πρώτου τῇ τάξει ἐκ τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Θρόνου Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος κ. Ἐμμανουήλ, περιελάμβανε τάς κάτωθι πέντε θεματικάς συνεδρίας, ἀφιερωμένας εἰς τήν μελέτην ζητημάτων ἀφορώντων εἰς τήν ζωήν καί τήν μαρτυρίαν τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσμῳ, μέ πανορθόδοξον καί παγχριστιανικήν ἐμβέλειαν:

(α) «Διόρθοδοξοι καί διαχριστιανικαί σχέσεις», μέ εἰσηγήσεις ἀναφερομένας εἰς τάς ἐπιπτώσεις τοῦ ἐν ἐξελίξει αἱματηροῦ πολέμου ἐν Οὐκρανίᾳ διά τά ἐκκλησιαστικά πράγματα εἰς τήν χώραν αὐτήν καί εἰς τά κράτη τῆς Βαλτικῆς, καθώς καί διά τήν ἐν Δυτικῇ Εὐρώπῃ, οὕτω καλουμένην, «Ὀρθόδοξον Διασποράν». Ἠκολούθησαν ὁμιλίαι περί τῆς πορείας τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξου καί Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας καί περί τῆς συμβολῆς τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως εἰς τό Συμβούλιον Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν καί εἰς τό Φόρουμ Διαλόγου Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν ἐν Εὐρώπῃ.

(β) «Κανονικολειτουργικά Ζητήματα», ὅπου ἀνεπτύχθησαν θέματα σχετικῶς μέ παρατηρουμένας ἀποκλίσεις ἐκ τοῦ Τυπικοῦ καί τῆς λειτουργικῆς παραδόσεως τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, καθώς καί μέ περιπτώσεις εἰσπηδήσεως διά τῆς χρήσεως τῶν μέσων γενικῆς ἐνημερώσεως.

(γ) «Ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσμῳ», μέ εἰσηγήσεις περί τοῦ λίαν ἐπικαίρου ζητήματος τῆς τεχνητῆς νοημοσύνης (ΑΙ) γενικῶς, καί ἀναφορικῶς πρός τήν Ἐκκλησίαν, καί περί τῆς μερίμνης αὐτῆς ἐνώπιον τῶν ἀμφισβητήσεων καί τῶν πνευματικῶν ἀναζητήσεων τῶν νέων τῆς σήμερον.

(δ) «Ἐκκλησία καί γεωπολιτικά ζητήματα», μέ παρουσίασιν τῆς γενέσεως, ἀναπτύξεως καί ἐφαρμογῆς τῆς θεωρίας τοῦ λεγομένου «ρωσσικοῦ κόσμου». Ἀπερίφραστος ὑπῆρξεν ἡ καταδίκη ἐκ μέρους τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Θρόνου τοῦ ἰδεολογήματος αὐτοῦ καί τῆς μετατροπῆς τῆς Ἐκκλησίας εἰς ἐγκόσμιον καθίδρυμα καί τῆς ἐργαλειοποιήσεώς της διά τήν προώθησιν κρατικῶν συμφερόντων, καθώς καί τοῦ, παρά πᾶσαν ἔννοιαν δικαίου, συνεχιζομένου πολέμου εἰς τήν Οὐκρανίαν μετά τήν ἀπρόκλητον εἰσβολήν τῆς Ρωσσικῆς Ὁμοσπονδίας εἰς τό ἔδαφος ἑνός κυριάρχου κράτους.

Οἱ συναχθέντες Ἱεράρχαι στρέφουν τήν σκέψιν καί τήν προσευχήν των πρός τά ἑκατομμύρια τῶν ἐν Οὐκρανίᾳ ἐμπεριστάτων ἀδελφῶν μας καί δέονται τοῦ Ἄρχοντος τῆς Εἰρήνης διά τόν ἄμεσον τερματισμόν τοῦ πολέμου καί τήν ἐπικράτησιν δικαίας καί σταθερᾶς εἰρήνης εἰς τήν χειμαζομένην Οὐκρανίαν, ἀλλά καί εἰς τήν πολύπαθον Μέσην Ἀνατολήν καί δή εἰς τούς Ἁγίους Τόπους, ὅπου καί ἡ ἕδρα τοῦ Παλαιφάτου Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων. Ἀκόμη, τά μέλη τῆς Ἱ. Συνάξεως ἐμνήσθησαν προσευχητικῶς καί τοῦ ἑτέρου ἐμπεριστάτου Πρεσβυγενοῦς Πατριαρχείου Ἀντιοχείας καί ηὐχήθησαν διά τήν εἰρηναίαν κατάστασιν ἐν Συρίᾳ καί Λιβάνῳ.

Εἰς τό τέλος τῆς συνεδρίας αὐτῆς, ἀνεγνώσθη τό συναφές, ἀπό 31ης Αὐγούστου ἐ.ἔ., Γράμμα τῆς Α. Θ. Μακαριότητος, τοῦ Πάπα καί Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας καί πάσης Ἀφρικῆς κ. Θεοδώρου Β´ πρός ἐνημέρωσιν τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας περί τῆς ἀήθους καί ὅλως ἀντιθέτου πρός τήν ὑγιᾶ ἐκκλησιολογίαν εἰσπηδήσεως τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας εἰς τό κανονικόν ἔδαφος τῆς παλαιφάτου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας καί τοῦ προκληθέντος διχασμοῦ καί σκανδαλισμοῦ τοῦ ἐν Ἀφρικῇ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Σύναξις κατεδίκασεν ὁμοφώνως καί ὁμοψύχως τάς ὡς ἄνω ἀντικανονικάς ἐνεργείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας καί ἐξέφρασε τήν ἀμέριστον συμπαράστασίν της πρός τό ταλανιζόμενον Πατριαρχεῖον Ἀλεξανδρείας καί πρός τήν δοκιμαζομένην Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Οὐκρανίας.

(ε) «Ὀρθόδοξος μοναχισμός καί ἱεραποστολή», μέ ἀναφοράν εἰς τήν Ὀρθόδοξον ἱεραποστολήν εἰς τούς Ἀντίποδας καί εἰς τόν Ὀρθόδοξον ἀνδρῷον καί γυναικεῖον μοναχισμόν εἰς τόν 21ον αἰῶνα, καθώς καί εἰς τάς σχέσεις τῆς Μητρός Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως μέ τό Ἅγιον Ὄρος.

Οἱ συμμετέχοντες ἐπῄνεσαν τήν ἀρίστην ὀργάνωσιν τῆς Συνάξεως, τήν ἐπικαιρότητα τῶν συζητηθέντων θεμάτων καί τό γεγονός ὅτι ἀνεδείχθη δι᾽ αὐτῶν ἡ ἀληθῶς οἰκουμενική διάστασις καί εὐθύνη τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. Ἡ Σύναξις ἐλειτούργησεν ὡς φόρουμ διαλόγου καί εὐκαιρία περιεκτικῶν συζητήσεων, αἱ ὁποῖαι ἐτροφοδοτήθησαν ἐκ τῆς ἐπικαίρου θεματολογίας καί ἐκ τῆς ποιότητος καί τοῦ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου τῶν εἰσηγήσεων.

Εἰς τήν καταληκτήριον ὁμιλίαν του, ὁ Παναγιώτατος ὑπενθύμισεν εἰς τήν σεπτήν Ἱεραρχίαν ὅτι ἐντός τοῦ ἀρξαμένου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, κατά τά τέλη Μαΐου 2025, θά πραγματοποιηθῇ εἰς τήν Νίκαιαν τῆς Βιθυνίας ὁ ἐπίσημος ἑορτασμός τῆς συμπληρώσεως 1700 ἐτῶν ἀπό τῆς ἐκεῖσε συγκλήσεως τῆς Πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τῇ αὐτοπροσώπῳ συμμετοχῇ τοῦ Ἁγιωτάτου Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου. Ἐπικαίρως, ἡ παροῦσα Σύναξις τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Θρόνου ἀφιερώθη εἰς τήν ἱστορικήν αὐτήν ἐπέτειον, γεγονός τό ὁποῖον ἐξεφράσθη διά τῆς ἐπιλογῆς ὡς κεντρικοῦ συνθήματος τῆς ἐφετεινῆς Συνάξεως τοῦ ὑμνολογικοῦ στίχου ἐκ τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων καί Θεοφόρων Πατέρων τῶν ἐν Νικαίᾳ συνελθόντων τό πρῶτον, οἱ ὁποῖοι, μεταξύ ἄλλων, ἠσχολήθησαν καί μέ τό ζήτημα τῆς ρυθμίσεως τῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα: «τοῖς θείοις αὐτῶν δόγμασιν ἑπόμενοι, βεβαίως πιστεύοντες λατρεύομεν, … ἐν μιᾷ Θεότητι, Τριάδα ὁμοούσιον».

Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, ἐκφράζεται ὁμοθυμαδόν ἡ εὐχή ὁ κοινός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα κατά τό ἑπόμενον ἔτος ὑπό τῆς Ἀνατολικῆς καί Δυτικῆς Χριστιανοσύνης, νά μή ἀποτελέσῃ μίαν εὐτυχῆ ἁπλῶς σύμπτωσιν, ἀλλά τήν ἀπαρχήν τῆς καθιερώσεως κοινῆς ἡμερομηνίας διά τόν ἑορτασμόν του κατ᾽ ἔτος, συμφώνως πρός τό Πασχάλιον τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Ἠκολούθησεν ἡ ἀντιφώνησις τοῦ πρώτου τῇ τάξει ἐκ τῶν παρόντων Μητροπολιτῶν τῶν Νέων Χωρῶν, Σεβ. Μητροπολίτου Διδυμοτείχου, Ὀρεστιάδος καί Σουφλίου κ. Δαμασκηνοῦ. Αἱ ἐργασίαι τῆς Συνάξεως ἐπερατώθησαν μέ τήν εἰθισμένην καταληκτήριον ἀκολουθίαν.

Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 3ῃ Σεπτεμβρίου 2024

Προτεινόμενα