To ημερολόγιο μιας μητέρας έπεισε τους ένορκους ότι δεν αυτοκτόνησε, αλλά δολοφονήθηκε στην πραγματικότητα από τον απατηλό σύζυγό της, σε μια δραματική υπόθεση στο Τέξας, που θα μπορούσε να είναι σενάριο από ταινία.
Η Μαρία Μουνιός, 31 ετών, ήταν συντετριμμένη όταν ο σύζυγός της, Τζόελ Πέλοτέφυγε από το σπίτι τους στο Λαρέντο του Τέξας, αφήνοντάς την να φροντίζει τους δύο μικρούς τους γιους. Ο μυστηριώδης θάνατός της όμως έγινε αντικείμενο έρευνας και ένα ημερολόγιο ανέτρεψε όλα τα σενάρια σε μια υπόθεση που κάνει τον γύρο του κόσμου.
Η Μαρία είχε γνωρίσει τον σύζυγό της όταν ήταν νεαρή νοσοκόμα στο Πουέρτο Ρίκο και εκείνος ήταν ένας φιλόδοξος φοιτητής ιατρικής έντεκα χρόνια μεγαλύτερός της. Παντρεύτηκαν το 2011 και έφτιαξαν το σπίτι τους στην πόλη στα σύνορα με το Τέξας, όπου εκείνη εγκατέλειψε την επαγγελματική της καριέρα για να στηρίξει τον σύζυγό της.
Αλλά το 2020 η Μαρία ανακάλυψε ότι ο σύζυγός της την απατούσε όταν βρήκε ένα αεροπορικό εισιτήριο για διακοπές στην Ευρώπη που σχεδίαζε να κάνει με μία συνάδελφό του από το νοσοκομείο.
Τα πράγματα κορυφώθηκαν στις 19 Σεπτεμβρίου, το Σάββατο πριν από τον θάνατό της, όταν η Μαρία είδε το αυτοκίνητό του έξω από το σπίτι της ερωμένης του, Τζάνετ.
Η Τζάνετ μάλιστα κάλεσε την αστυνομία, η οποία με τη σειρά της κάλεσε τη Μαρία καθώς επέστρεφε εκείνη την ώρα στο σπίτι της με τον σύζυγό της. «Έι, σου μιλάω γ…ο αυτή τη στιγμή», άκουσαν τον σύζυγο να της λέει καθώς απαντούσε στην κλήση, «κλείσε το γα…τηλέφωνο». Είχε σπάσει το παρμπρίζ με μια γροθιά πριν φτάσουν στο σπίτι και εκείνη του έστειλε μήνυμα το επόμενο πρωί για να του πει ότι θα προσλάμβανε δικηγόρο.
«Μπορούμε να το κάνουμε αυτό με ελάχιστη παρέμβαση δικηγόρου. Είναι πάρα πολλά τα λεφτά», της απάντησε.
Ώρες αργότερα υπήρξε αλλαγή τόνου. «Είμαι τόσο λυπημένος που πονάω μέσα μου», της έστειλε μήνυμα με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. «Θέλω να καθίσω μαζί σου να μιλήσουμε, χωρίς να μαλώσουμε. Από καρδιάς».
Η Μαρία ήταν νευρική καθώς προετοιμαζόταν για την τελευταία τους συνάντηση. «Απόψε θα μιλήσουμε», έστειλε μήνυμα στην φίλη της.
Η αστυνομία δέχτηκε άλλο ένα τηλεφώνημα τις πρώτες πρωινές ώρες της Τρίτης, αυτή τη φορά από τον Τζόελ, τον σύζυγο, ο οποίος τους είπε ότι η Μαρία δεν ανέπνεε και ότι μπορεί να είχε πάρει κάποια συνταγογραφούμενα χάπια. Τον βρήκαν ντυμένο με χειρουργική ποδιά και να κάνει καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση στη νεκρή πλέον σύζυγό του, ενώ τα δύο μικρά αγόρια τους κοιμόντουσαν στο διπλανό υπνοδωμάτιο.
Ο σύζυγος μάλιστα πήγε σε ένα ντουλάπι του μπάνιου για να πάρει τη συνταγογραφούμενη κλοναζεπάμη που είπε ότι είχε πάρει υπερβολική δόση, αλλά τσέπωσε το μπουκάλι καθώς η αστυνομία προσπαθούσε να επαναφέρει τη γυναίκα του.
«Ήταν πολύ καταθλιπτική», τους είπε. Οδηγήθηκε στο αστυνομικό τμήμα για ανάκριση, όπου οι κάμερες παρακολούθησης τον έπιασαν να κλαίει, να ουρλιάζει και να σπρώχνει έπιπλα όταν έμενε μόνος του. Παραδέχτηκε ότι οι σύριγγες και ο ενδοφλέβιος εξοπλισμός που βρέθηκαν στο σπίτι ήταν δικά του, αλλά αποτελούσαν μέρος του καθημερινού εξοπλισμού της δουλειάς του.
Οι ερευνητές ήταν επίσης περίεργοι για ένα σημάδι παρακέντησης στο χέρι της Μαρίας, αλλά πέρασαν τέσσερις μήνες μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα της τοξικολογικής εξέτασης και είχαν ελάχιστα στοιχεία για να προχωρήσουν.
Εν τω μεταξύ, ο Τζόελ παρακολούθησε την κηδεία της συζύγου του, όπου έκλαψε πάνω από το φέρετρό της. «Αυτό που με έκανε να νιώσω θυμό ήταν ότι βρισκόταν κοντά στο φέρετρο». δήλωσε μια στενή της φίλη, στο CBS 48 Hours.
«Έκλαιγε πάνω της, της έδινε φιλιά. Γιατί τώρα; Την έκανες να υποφέρει και να κλαίει τόσο πολύ και το κάνεις αυτό τώρα;».
«Η ζωή είναι τόσο άδικη», έγραφε σε ένα σημείο, «Ο σύζυγός μου ο άνθρωπος που αγαπώ τόσο πολύ μου προκαλεί τόσο πόνο. Δεν θέλω να είμαι πια λυπημένη, δεν θέλω να πονάει η καρδιά μου, δεν θέλω να βασανίζεται το μυαλό μου», έγραψε σε μια άλλη.
Και μίλησε για μια συνεχή ελπίδα ότι ο γάμος της θα μπορούσε να σωθεί. «Κύριε αυτό είναι πολύ για μένα», έγραψε, «το μόνο που θέλω πραγματικά είναι να δω αλλαγή σε εκείνον».
Η αστυνομία βρήκε επίσης βιντεοσκοπήσεις από κινητό τηλέφωνο που είχε κάνει η Μαρία, συμπεριλαμβανομένης μιας οργισμένης ανταλλαγής απόψεων στο αυτοκίνητό τους. «Τι είναι αυτό που θέλεις να κάνω;» ρώτησε κάποια στιγμή τον Τζόελ, «ποιες είναι οι προσδοκίες που έχεις από αυτόν τον γάμο;»
Ο ιατροδικαστής είχε βρει ναρκωτικές ουσίες στο σώμα της Μαρία, αλλά τα ημερολόγια και οι ηχογραφήσεις ήταν αρκετά για να αποκλείσει την αυτοκτονία. Το αφεντικό του Τζόελ στο νοσοκομείο, ο αναισθησιολόγος Δρ Τζον Χάντσινγκερ, υποψιάστηκε τα αποτελέσματα και προέτρεψε την αστυνομία να ερευνήσει περαιτέρω, αλλά πέρασαν τέσσερις μήνες μέχρι η τοξικολογική έκθεση να αποκαλύψει ότι δεν υπήρχε κλοναζεπάμη στον οργανισμό της Μαρίας.
Αντ’ αυτού υπήρχαν επτά άλλα φάρμακα που χρησιμοποιούνται συνήθως κατά τη διάρκεια χειρουργικών επεμβάσεων, συμπεριλαμβανομένης της προποφόλης, η οποία μπορεί να χορηγηθεί μόνο με ένεση.
«Σοκαρίστηκα πολύ όταν είδα την προποφόλη, δήλωσε ο αναισθησιολόγος. «Πιστεύω ότι πρόκειται για θάνατο από προποφόλη», υπογράμμισε.
Η δε ερωμένη του Τζόελ είχε ανακριθεί από την αστυνομία και παραδέχτηκε ότι ο Τζόελ έφερνε συνήθως φάρμακα, συμπεριλαμβανομένης της προποφόλης, από το νοσοκομείο.
Αποκάλυψε επίσης ότι ο Τζόελ είχε παραδεχτεί ότι έκανε ενέσεις στη σύζυγό του τη νύχτα που πέθανε. «Ήθελε να την ηρεμήσει», τους είπε, «και το έκανε με φάρμακα».
Ο Τζόελ συνελήφθη και ισχυρίστηκε στο δικαστήριο ότι της έδωσε Narcan, ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται για την αναστροφή της υπερβολικής δόσης οπιοειδών.
H πιο σημαντική μάρτυρας στη δίκη ήταν η ίδια η Μαρία μέσω των ημερολογίων
Αλλά οι ένορκοι χρειάστηκαν λιγότερο από μία ώρα για να κρίνουν τον σύζυγο ένοχο για τη δολοφονία της γυναίκας του και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους. Η εισαγγελέας δήλωσε ότι η πιο σημαντική μάρτυρας στη δίκη ήταν η ίδια η Μαρία μέσω των ημερολογίων που έδειχναν ότι είχε ξεπεράσει τον σύζυγό της.
«Έχω ακούσει για τη συναισθηματική κακοποίηση, την έχω δει, έχω δουλέψει γύρω από αυτή, αλλά ποτέ δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο διαδεδομένη είναι ακόμη και στη ζωή μας, όπου μπορείς να συσχετιστείς με κάποια από τα πράγματα που βίωσε η Μαρία», εξήγησε.
«Και ήταν μια σπουδαία μητέρα, ήταν απλά ένας καταπληκτικός άνθρωπος. Και αυτή η ενέργεια; Την αισθανθήκαμε. «Τον αγαπούσε και τον λάτρευε», είπε μια φίλη της Μαρία. «Απλά τον αγαπούσε πάρα πολύ».
Από όλα όσα έγραφε στο ημερολόγιό της δεν υπήρχε ένδειξη ότι η γυναίκα είχε αυτοκτονικές τάσεις και ενώ αγαπούσε τον Τζόελ, στην πραγματικότητα είχε αποδεχτεί την ζωή της χωρίς αυτόν.