Παντελής Καζάκος: Ο υπάλληλος της ΕΡΤ που ήταν κατά συρροήν δολοφόνος αλλοδαπών
Παντελής Καζάκος: Με πρωτοφανή επίθεση είχε έρθει αντιμέτωπη η Ελληνική Αστυνομία στις αρχές του 1999. Όταν μαζικές επιθέσεις σε αλλοδαπούς στο κέντρο έκαναν την εμφάνιση τους.
Αμέσως κατάλαβαν ότι η επιλογή ων θυμάτων δεν ήταν καθόλου τυχαία. Όλοι τους, είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό: Δεν ήταν Έλληνες. Όσοι επέζησαν περιέγραψαν ακριβώς το ίδιο πρόσωπο να πατά τη σκανδάλη.
Ήταν σαφές πως τα κίνητρα του αιμοσταγή εκτελεστή του κέντρου της Αθήνας ήταν ρατσιστικά. Ο εκτελεστής: Παντελής Καζάκος. “Ρατσιστής δολοφόνος“: Έτσι ακριβώς χαρακτήρισαν τον Καζάκο τα Μέσα ενημέρωσης. Πρόκειται για χαρακτηρισμό που ταίριαζε απόλυτα στην περίπτωσή του, με τον ίδιο να μην το αρνείται. Ναι, ήταν ρατσιστής και ένιωθε υπερήφανος γι’ αυτό. Στα δικά του μάτια, επιτελούσε κοινωνικό έργο.
Επρόκειτο για ένα αγόρι 23 ετών, γιο αστυνομικού, που εργαζόταν ως υπάλληλος ασφαλείας στην ΕΡΤ. Στο παρελθόν είχε αντιμετωπίσει προβλήματα με τα ναρκωτικά. Το τελευταίο διάστημα ο Παντελής δήλωνε καθαρός έχοντας αποτοξινωθεί στη Θεραπευτική Κοινότητα «Στροφή». Ενώ οι περισσότεροι από όσους εξέτασαν την περίπτωσή του δεν απέδωσαν την πράξη του σε πιθανά ψυχολογικά προβλήματα, μα σε αρρωστημένο μίσος προς οτιδήποτε ξένο.
Ένα μίσος που τα εννέα στο σύνολό τους θύματά του βίωσαν στη σάρκα τους. Τραγικός απολογισμός της δράσης του Καζάκου, δύο νεκροί και επτά τραυματίες εκ των οποίων οι δύο περνούν την υπόλοιπη ζωή τους σε αναπηρικό καροτσάκι.
Από τους υπόλοιπους, οι πιο πολλοί αντιμετωπίζουν μέχρι σήμερα πολλά προβλήματα, αφού η υγεία τους δεν κατάφερε να αποκατασταθεί πλήρως μετά τα χτυπήματα από το φονικό όπλο μάρκας Μπράουνινγκ που όπλισε ο Καζάκος.
Οι επιθέσεις του Παντελή Καζάκου
Όλες οι επιθέσεις έλαβαν χώρα μεταξύ 19ης και 22ας Οκτωβρίου του 1999. Οι ώρες δράσης του «δολοφόνου με το Μπράουνινγκ» ήταν από τις 21:00 το βράδυ μέχρι τις 04:00 τα ξημερώματα. Με τον ίδιο να επιστρέφει κανονικά στη δουλειά του το πρωί.
Τα θύματά του;
Χοσέβι από το Κουρδιστάν (νεκρός)
Σαρίφ Μοχάμεντ από το Κουρδιστάν (τραυματίας)
Ρασούλ Γιουσέφ από το Κουρδιστάν (τραυματίας)
Μάρκους Κόφι – Τόμι από τη Γκάνα (τραυματίας)
Νταντόν Μοχάμεντ από το Μπαγκλαντές (τραυματίας από σφαίρα στο πρόσωπο)
Ουντεσιάνι Τζορτζ από τη Γεωργία (νεκρός από σφαίρα στο στήθος)
Σαάντ Ελ Σαντί από την Αίγυπτο (τραυματίας)
Αχμέντ Νεσάρ από το Πακιστάν (τραυματίας από σφαίρα στον αυχένα)
Αμπντούλ Τίμοθι από τη Νιγηρία (τραυματίας)
«Στην Ελλάδα ήρθα ως οικονομικός μετανάστης. Και ήρθα κανονικά με βίζα, όχι παράνομα. Δεν το λέω αυτό για να κατακρίνω αυτούς που έχουν έρθει με αυτόν τον τρόπο. Κι εγώ θα το έκανα αν δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Απλώς έτυχε και μπόρεσα τότε να βγάλω βίζα.
Η δουλειά μου ήταν αυτή του μικροπωλητή όταν δέχτηκα την επίθεση από τον Καζάκο. Για να είμαι ειλικρινής, ποτέ μου δεν κατάλαβα το γιατί! Δεν κατάλαβα ποτέ μου γιατί τέτοιο μίσος. Γιατί κάποιος μπορεί να πάρει ένα πιστόλι και να το στρέψει κατά αγνώστων για να τους σκοτώσει.
Δεν κατάλαβα ποτέ και θα ήθελα πολύ να ξέρω αν εκείνος ο άνθρωπος έφερε τον εαυτό του στη θέση των θυμάτων του». Δήλωσε στην «Αυγή της Κυριακής» ο Αμπντούλ. 11 χρόνια μετά την ωμή ρατσιστική βία που δέχτηκε όταν μια σφαίρα καρφώθηκε στη σπονδυλική του στήλη.
«Εγώ τον έχω συγχωρέσει διότι είμαι χριστιανός. Το θέμα είναι αν εκείνος έχει μετανιώσει για το κακό που προκάλεσε. Κακό πράγμα ο ρατσισμός, φίλε. Σε τυφλώνει και σε οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο κακό. Και ο ρατσισμός δεν γνωρίζει εποχές”.
Μαρτυρία από επίθεση του Καζάκου
Μάρτυρας στην τελευταία επίθεση του Καζάκου ήταν ένας 22χρονος ναρκομανής ναυτικός από τον Πειραιά. Το όνομά του, Aπόστολος Aποστόλου.
«Tριγύριζα στην Ομόνοια, τον συνάντησα στις 4:00 το πρωί και μου είπε να τον ακολουθήσω για να δω πώς εκτελούνται οι αποστολές. Κατηφορίσαμε προς την Πειραιώς. Συναντήσαμε έναν ξένο μελαμψό. Τον ακολουθήσαμε λίγο. Έβγαλε τότε το πιστόλι και του έριξε τρεις», κατέθεσε. Ενώ κατά την προανάκριση είπε στην Αστυνομία πως ο Καζάκος είχε επάνω του μικροποσότητα ηρωίνης.
«Τους πυροβόλησα γιατί δεν τους γουστάρω»
Ο Παντελής Καζάκος ομολόγησε αμέσως τις πράξεις του μετά τη σύλληψή του που ακολούθησε ύστερα από καταδίωξη στο κέντρο της Αθήνας, με την πρώτη του φράση να λέει όλα: «Δεν μετανιώνω».
Πολλοί συμμαθητές του τον είχαν παρουσιάσει ως μέλος της νεοναζιστικής οργάνωσης. Ενώ στη δίκη παρουσιάστηκε και μία φωτογραφία του ίδιου με το πανό της Χρυσής Αυγής στα χέρια, σε κάποια πορεία.
Ο Παντελής Καζάκος, από τη μεριά του, δήλωσε δύο πράγματα: «Αμετανόητος» και «ψυχοπαθής».
«Τρελός; Μα οι τρελοί δεν ξέρουν να επιλέγουν. Αν πράγματι ήταν τρελός, είναι περισσότερο από σίγουρο πως θα είχε πάρει στο λαιμό του και Έλληνες, όχι μόνο μαύρους. Είναι το λιγότερο αστείο να το λέει κανείς αυτό. Τυφλός ναι, τρελός σε καμία περίπτωση. Τυφλός από το μίσος και τον ρατσισμό του», είναι η απάντηση του Νιγηριανού Αμπντούλ Τίμοθι που μέχρι σήμερα δεν έχει ξεχάσει τον σωματικό και ψυχικό πόνο της βραδιάς εκείνης.
«Φονιά σε λένε, παιδί μου όχι ήρωα…», ψέλλισε ο πατέρας του, γκρεμίζοντας τον κόσμο που είχε φτιάξει στο μυαλό του ο 23χρονος δράστης.
Η ποινή που του επέβαλλε το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο; Δις ισόβια και 25 χρόνια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση κατά συρροή και απόπειρα ανθρωποκτονίας. Το 2013 υπέβαλλε αίτημα αποφυλάκισης, αλλά… μάταια.