Σε ένα μικρό αιγαιοπελαγίτικο νησί, ζούσε πριν από χρόνια ένας ευλαβής ιερέας, γεμάτος αγάπη για το ποίμνιό του, και ιδιαίτερα για εκείνους που περνούσαν δυσκολίες. Η ζωή του, αφιερωμένη στην προσφορά και την προσευχή, τον έφερε αντιμέτωπο με μια μεγάλη προσωπική δοκιμασία. Η κόρη του, μία εξαιρετική γυναίκα, μόλις είχε παντρευτεί και ήταν έτοιμη να φέρει στον κόσμο το πρώτο της παιδί. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του τοκετού, η νεαρή γυναίκα πέθανε, αφήνοντας πίσω της βαθύ πόνο.
Ο ιερέας, με ακλόνητη πίστη στο Θεό, δέχτηκε την απώλεια με προσευχή και ταπεινότητα. Παρά τον πόνο, ευχαριστούσε το Θεό για τη ζωή της κόρης του και εξέφραζε την αγάπη του με κρυφές ελεημοσύνες και προσευχές για την ψυχή της.
Η αμφισβήτηση του καπετάνιου
Ο αδελφός του ιερέα, ένας καπετάνιος που είχε πλέον αποσυρθεί στη στεριά, απολάμβανε την υπόλοιπη ζωή του με την περιουσία που είχε αποκτήσει από τη θάλασσα. Παρά το γεγονός ότι είχε καλή καρδιά, ήταν σχεδόν άπιστος. Συχνά, τα βράδια συγκεντρωνόταν στο σπίτι του αδελφού του μαζί με μερικούς φίλους και συζητούσαν ενώ έπιναν το ζεστό τους φασκόμηλο. Ένα βράδυ, ο καπετάνιος ειρωνεύτηκε τον ιερέα, λέγοντας ότι δεν πιστεύει πως οι ψυχές ζουν και μας παρακολουθούν.
Ο ιερέας, με ηρεμία και καλοσύνη, προσπάθησε να βοηθήσει τον αδελφό του να δει την αλήθεια και να απαλλαγεί από τη θλίψη της απιστίας. Παρόλα αυτά, ο καπετάνιος παρέμεινε αμετάπειστος.
Το όνειρο της κόρης και το ψάρι
Ένα βράδυ, ο ιερέας είδε στον ύπνο του την κόρη του. Ήταν λουσμένη στο φως, ντυμένη στα λευκά και γεμάτη χαρά. Τον ευχαρίστησε για την αγάπη και τις προσευχές που έκανε για την ψυχή της, και του ζήτησε να μεταφέρει τις ευχαριστίες της και στον θείο της, τον καπετάνιο, για ένα ψάρι που της είχε στείλει. Το όνειρο τελείωσε με την κόρη να χαμογελά αγγελικά.
Το επόμενο πρωί, ο ιερέας διηγήθηκε το όνειρο στους φίλους του, αλλά ο καπετάνιος φάνηκε να αμφιβάλλει. Όταν όμως άκουσε την αναφορά στο ψάρι, συγκλονίστηκε. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα και τα χέρια του άρχισαν να τρέμουν.
Η αποκάλυψη του καπετάνιου
Ο καπετάνιος εξήγησε ότι την ημέρα της κηδείας της ανιψιάς του, ένας ψαράς φίλος του τού είχε φέρει ένα ψάρι που του είχε ζητήσει προηγουμένως. Ο καπετάνιος, μέσα στον πόνο του, του είπε να μην το φέρει, καθώς ήταν η ημέρα της κηδείας, αλλά τελικά πλήρωσε το ψάρι και του ζήτησε να το δώσει σε κάποιον φτωχό για την ψυχή της ανιψιάς του. Το περιστατικό αυτό είχε ξεχαστεί από όλους, εκτός από την ψυχή της νεκρής, η οποία είχε επιστρέψει να τον ευχαριστήσει.
Η αναγέννηση της πίστης
Αυτό το γεγονός συγκλόνισε τον καπετάνιο και έφερε στην επιφάνεια την κρυφή πίστη που υπήρχε στην καρδιά του. Με δάκρυα στα μάτια, παραδέχτηκε ότι οι ψυχές ζουν και μας βλέπουν. Ο ιερέας, βλέποντας την αλλαγή στον αδελφό του, ένιωσε βαθιά χαρά και ευγνωμοσύνη προς το Θεό. Η νύχτα της απιστίας είχε φύγει και η πίστη του καπετάνιου αναγεννήθηκε.
Με αυτή την εμπειρία, ο ιερέας δόξασε το όνομα του Θεού, ευχαριστώντας Τον για την αναγέννηση της ψυχής του αδελφού του, αναγνωρίζοντας τη δύναμη της αγάπης και της πίστης στη ζωή και τον θάνατο.