Αναλυτική πρόγνωση της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας για τον εφετινό χειμώνα.
Η κακοκαιρία Bora βρίσκεται «προ των πυλών», φέρνοντας καταιγίδες σε μεγάλο μέρος της ελληνικής επικράτειας αλλά και χιόνια στα βόρεια και τα δυτικά, σύμφωνα με τα τελευταία προγνωστικά στοιχεία.
Ωστόσο, ο εφετινός χειμώνας προβλέπεται ήπιος, σύμφωνα με αναλυτική πρόγνωση της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας που δημοσιεύθηκε σήμερα (29/11).
«Για τον χειμώνα 2024 – 2025 (Δεκέμβριος 2024 – Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2025), έχουμε επιλέξει, για παρουσίαση και σχολιασμό, τις αποκλίσεις από τις κανονικές τιμές, της θερμοκρασίας στα 2 μέτρα, του υετού (βροχή – χιόνι), των γεωδυναμικών υψών στα 500 hPa, καθώς και τις αποκλίσεις της ατμοσφαιρικής πίεσης στην επιφάνεια, έτσι όπως αυτές προκύπτουν, τόσο από το μακροπρόθεσμο μοντέλο του ECMWF, όσο και από το σύστημα πολλαπλών μοντέλων (multi – modelsystem).
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι η κλιματολογία, τόσο του ECMWF όσο και όλων των μοντέλων που συνθέτουν το multi – modelsystem, αναφέρεται στην περίοδο 1993 – 2016, δηλαδή οι τιμές που παρουσιάζονται αφορούν αποκλίσεις από τις μέσες τιμές της περιόδου αυτής», τονίζεται αρχικά.
Στη συνέχεια, επισημαίνεται ότι «αμφότερα τα μοντέλα, ECMWF και multi – model, συμφωνούν ότι στην Ευρώπη ο χειμώνας προβλέπεται σχετικά ζεστός, με μόνη εξαίρεση την περιοχή Ισλανδίας – Γροιλανδίας, όπου εμφανίζονται πιθανότητες για αρνητικές αποκλίσεις. Συμφωνούν επίσης και ως προς “τοπίο” των θετικών αποκλίσεων, με τα βορειότερα τμήματα της Ευρώπης να εμφανίζουν τις μεγαλύτερες (πάνω από 2℃). Οι μικρότερες θετικές αποκλίσεις παρατηρούνται στις νοτιότερες Ευρωπαϊκές περιοχές και κυρίως στη νότια Ιβηρική χερσόνησο, όπου δεν φαίνεται να ξεπερνούν τους 0,5℃.
Όσον αφορά την Ελλάδα, και τα δύο μοντέλα, ECMWF και multi – model, συμφωνούν για ένα σχετικά ήπιο χειμώνα, με τις μεγαλύτερες πιθανότητες να συμβεί αυτό, στη δυτική και νότια Ελλάδα, και τις μικρότερες στο βορειοανατολικό Αιγαίο.
Συμφωνούν επίσης ότι γενικά οι μέσες θερμοκρασίες του τριμήνου Δεκέμβριος – Ιανουάριος – Φεβρουάριος, θα είναι 0,5℃ – 1℃ πάνω από τις κανονικές, ενώ το ECMWF δεν αποκλείει στην κεντρική και ανατολική Μακεδονία, οι θετικές αποκλίσεις να ξεπεράσουν και τον 1 βαθμό Κελσίου.
Γενικά, όπως έχουμε σημειώσει και στο παρελθόν, οι όποιες διαφοροποιήσεις παρατηρούνται μεταξύ ECMWF και multi – model, είναι αναμενόμενες, ακριβώς λόγω της δομής του multi – model ως σύνθεσης κλιματικών μοντέλων. Φυσικά η “σύγκλιση” αυτών των μοντέλων ενισχύει την “βεβαιότητα” της πρόγνωσης.
Αμφότερα τα μοντέλα, ECMWF και multi – model, συμφωνούν στις προβλέψεις για αυξημένο υετό (βροχή ή χιόνι) τοπικά στις βορειότερες Ευρωπαϊκές περιοχές, καθώς και σε μια περιοχή στην κεντρική Μεσόγειο, μεταξύ της νότιας Ιταλίας – Ελλάδας. Γενικά, όμως, στις μεσογειακές περιοχές οι συνθήκες προβλέπονται από κανονικές έως σχετικά ξηρές.
Ιδιαίτερα για την Ελλάδα, ενώ το multi – model εκτιμά ότι ο υετός δεν θα αποκλίνει σημαντικά από τις μέσες για την εποχή τιμές, με βάση το ECMWF, υπάρχουν ενδείξεις για μειωμένο υετό (βροχή – χιόνι) στο βόρειο και ανατολικό Αιγαίο και στις ηπειρωτικές περιοχές που γειτνιάζουν με αυτό, όπως η Θεσσαλία, η Εύβοια, η Χαλκιδική, η Θράκη.
Το σενάριο για αυξημένο υετό στα βορειότερα τμήματα της Ευρώπης δικαιολογείται από τους χάρτες που παρατίθενται παρακάτω, με τα γεωδυναμικά ύψη στα 500hPa και της ατμοσφαιρικής πίεσης στην επιφάνεια (MSLP), οι οποίοι για την περιοχή Ισλανδίας – Γροιλανδίας εκτιμούν σχετικά χαμηλές πιέσεις, υπονοώντας κυκλωνική γενικά κυκλοφορία στις περιοχές αυτές και μία δυτικού τύπου ροή, που θα μεταφέρει υγρές αέριες μάζες από τον βόρειο Ατλαντικό προς την βόρεια ηπειρωτική Ευρώπη.
Οι υψηλές όμως γενικά πιέσεις, που φαίνεται να κυριαρχούν στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή ήπειρο, παραπέμπουν σε καιρό αντικυκλωνικού τύπου, που, για τις ηπειρωτικές περιοχές, μεταφράζεται σε αίθριες γενικά συνθήκες με παγετούς και ομίχλες. Βέβαια μία τέτοια προσέγγιση είναι πολύ γενική, αφού εκτός του ότι αναφέρεται σε μέσες τιμές τριμήνου, δε λαμβάνει καθόλου υπόψη και τις τοπικές ιδιαιτερότητες».
«Επειδή, σε μεγάλο βαθμό, οι διεργασίες στην ατμόσφαιρα καθοδηγούνται από την κυκλοφορία στα 500hPa, παρατίθενται και οι προγνωστικοί χάρτες (ECMWF και multi–modelsystem) με τις αποκλίσεις των γεωδυναμικών υψών στο επίπεδο αυτό.
Στους χάρτες με τα γεωδυναμικά ύψη στα 500hPa, και τα δύο μοντέλα, στην περιοχή Ισλανδίας – Γροιλανδίας εμφανίζουν αρνητικές αποκλίσεις, υπονοώντας κυκλωνική γενικά κυκλοφορία στις περιοχές αυτές και σχετικά χαμηλές πιέσεις. Όμως, οι θετικές αποκλίσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη παραπέμπουν στην παρουσία υψηλών γενικά πιέσεων που αποτελούν αποτρεπτικό παράγοντα για την κάθοδο – διέλευση βαρομετρικών χαμηλών προ τα νότια.
Οι χάρτες της ατμοσφαιρικής πίεσης στην επιφάνεια, συμφωνώντας για αρνητικές αποκλίσεις στα βορειότερα Ισλανδίας – Σκανδιναβίας – Βαλτικής, ενισχύουν την άποψη για κυκλωνική κυκλοφορία στην περιοχή και δικαιολογούν τον αυξημένο υετό εκεί. Οι θετικές όμως αποκλίσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, προϊδεάζουν για καιρό αντικυκλωνικού τύπου, όπως ήδη έχουμε αναφέρει στην ενότητα του υετού», σημειώνεται ακόμη.
«Διακινδυνεύοντας μία ανάλυση για τον ελληνικό χώρο, οι σχετικά χαμηλότερες πιέσεις στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου – Κύπρου σε συνδυασμό με τις σχετικά υψηλότερες πάνω από την Ελλάδα, παραπέμπουν γενικά σε συνθήκες βορειοανατολικού ρεύματος, που όμως δεν φαίνεται ιδιαίτερα ισχυρό και επηρεάζει μάλλον τις νοτιότερες περιοχές. Αυτό ίσως ερμηνεύει την πρόγνωση για μειωμένο υετό, στις περιοχές της ανατολικής Ελλάδας που προαναφέραμε, οι οποίες αυτή την εποχή του χρόνου, συχνά επηρεάζονται από καιρικότητα αυτής της μορφής, και στην οποία οφείλουν σημαντικό μέρος του υετού τους», προστίθεται στην έκθεση της ΕΜΥ.
«Ολοκληρώνοντας, γίνεται αναφορά στους δύο σημαντικούς κλιματικούς παράγοντες την ταλάντωση του βόρειου Ατλαντικού και το El Niño.
Όσον αφορά στην ταλάντωση του βόρειου Ατλαντικού (North Atlantic Oscillation – ΝΑΟ), τόσο το ECMWF όσο και το multi – model, εμφανίζουν αξιοσημείωτη θετική διαφορά της ατμοσφαιρικής πίεσης μεταξύ Ισλανδίας και Αζορών (που συνιστά τον δείκτη που καθορίζει την θετική ή αρνητική όψη του ΝΑΟ). Συνεπώς, δεχόμαστε ότι βρισκόμαστε σε κατάσταση θετικού NAO.
Προγνωστικά, με βάση το ECMWF, ο δείκτης θα είναι θετικός τον Δεκέμβριο, αλλά σταδιακά θα υποχωρήσει σε πιο ουδέτερες συνθήκες. Συνθήκες θετικού NAO, παραπέμπουν σε ισχυρή δυτική ροή στον βόρειο Ατλαντικό ωκεανό, που «εγκλωβίζει» το πολικό βαρομετρικό χαμηλό και διατηρεί τον πολικό αεροχείμαρρο σε μεγάλα γεωγραφικά πλάτη. Για την περιοχή της Μεσογείου, το θετικό ΝΑΟ συνδέεται με γενικά ξηρότερες συνθήκες, ενώ περισσότερος υετός προβλέπεται για την βόρεια Ευρώπη.
Η εικόνα αυτή αντικατοπτρίζεται στους χάρτες βροχόπτωσης, που παρατίθενται παραπάνω. Επίσης, το θετικό ΝΑΟ συνδέεται με θετικές αποκλίσεις της θερμοκρασίας στη βόρεια Ευρώπη και αρνητικές στη νότια. Παρατηρώντας όμως τους χάρτες με την πρόγνωση κατανομής της θερμοκρασίας, που παραθέσαμε παραπάνω, ενώ όντως, όπως θα περιμέναμε, στη βόρεια Ευρώπη προβλέπονται θετικές αποκλίσεις, στη νότια Ευρώπη, αντίθετα από ότι θα περιμέναμε, οι προβλεπόμενες αποκλίσεις δεν είναι αρνητικές.
Αυτό μπορεί να ερμηνευτεί, αφενός με το ενδεχόμενο το θετικό NAO να μη συνεχιστεί μετά τον Δεκέμβριο όπως προαναφέρθηκε, και αφετέρου, οι όποιες αρνητικές αποκλίσεις να είναι μικρότερες από την παρατηρούμενη άνοδο της μέσης θερμοκρασίας, σαν συνέπεια της κλιματικής αλλαγής.
Όσο για την ταλάντωση του νότιου Ειρηνικού Ωκεανού (ENSO), που αποδεδειγμένα επηρεάζει την ατμοσφαιρική κυκλοφορία σε παγκόσμιο επίπεδο, η προγνωστική εκτίμηση για φάση La Niña τον Χειμώνα, επαληθεύεται. Η γενικότερη προοπτική δείχνει σταδιακή μετάβαση σε πιο ουδέτερες συνθήκες προς το τέλος της άνοιξης του 2025.
Υπενθυμίζεται ότι η μακροπρόθεσμη / εποχική πρόγνωση προσπαθεί να περιγράψει την τάση εξέλιξης της ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας σε ολόκληρες ηπείρους ή σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Συνεπώς οι εποχικές προγνώσεις πρέπει να αντιμετωπίζονται με σχετική επιφύλαξη, λαμβάνοντας υπόψη, ότι το αποτέλεσμά τους θα αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο ποσοστό του χρόνου αναφοράς τους (40% – 60%), σε καμία όμως περίπτωση δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται απορριπτικά, αποκλείοντας την προοπτική βελτίωση αυτών», εκτιμά η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία.