Αντιγόνη Βαλάκου: H εξομολόγηση για τα θλιβερά παιδικά της χρόνια, η αποβολή που της στοίχισε και το τραγικό τέλος σε νοσοκομείο

Αντιγόνη Βαλάκου: Η ταραχώδης ζωή της Ελληνίδας ηθοποιού

Πρόκειται για μια σπουδαία ελληνίδα ηθοποιό η οποία πέρασε την μισή της ζωή πάνω στο θεατρικό σανίδι υπηρετώντας αυτό που πάντα αγαπούσε… κουβαλούσε ωστόσο μέσα της μια άβυσσο την οποία σχεδόν κανείς δεν γνώριζε.

Η Αντιγόνη Βαλάκου γεννήθηκε στην Καβάλα το 1930 και σε ηλικία 16 ετών εγκαταστάθηκε με την οικογένειά της στην Αθήνα. Η ίδια είχε πει για τα παιδικά της χρόνια: «Μεγάλωσα στην Καβάλα, με στενοχώριες, με πολλές στερήσεις, πολύ φτωχικά μετά τον πόλεμο, πολύ στερημένα. Αλλά, όταν είσαι στα νιάτα σου, όλα είναι όμορφα, όλα είναι υπέροχα! Έπειτα, εγώ δεν εστιάζω ποτέ μου στα αρνητικά» .

Το πάθος της για την υποκριτική ήταν τόσο μεγάλο, που κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων τάξεων του Γυμνασίου, η Αντιγόνη Βαλάκου φοιτά παράλληλα στο «Θεατρικό Σπουδαστήριο» του Βασίλη Ρώτα. Ταυτόχρονα, εμφανίζεται στη σκηνή με το θίασο του Αιμίλιου Βεάκη στο έργο «Νυφιάτικο τραγούδι» του Νότη Περγιάλη (1946).

Επιτυχίες της Αντιγόνης Δαλάκου στο θέατρο

Στη συνέχεια η Αντιγόνη Βαλάκου συνεργάζεται με το θίασο της Κατερίνας και αργότερα με το θίασο Μανωλίδου – Αρώνη – Χατζίσκου (1951 – 1952), όπου διακρίθηκε σε ρόλους ενζενί. Το 1952 προσλήφθηκε από το Εθνικό Θέατρο και υποδύθηκε πρωταγωνιστικούς ρόλους σε έργα Σέξπιρ («Χειμωνιάτικο Παραμύθι»), Μόργκαν («Ο Δρόμος του Ποταμού»), Σο («Ο Άνθρωπος του Διαβόλου») και Ανούιγ («Κολόμπ»), Μίλερ («Δοκιμασία») και Σοφοκλή («Αντιγόνη», «Ηλέκτρα»).

Συνεργάστηκε, ακόμη, με το ΚΘΒΕ και με πολλούς ιδιωτικούς θιάσους. Το 1958 συγκρότησε και δικό της θίασο.

Ανάμεσα στις σπουδαιότερες ερμηνείες της Αντιγόνης Βαλάκου συγκαταλέγονται αυτές της Οφήλιας στον «Άμλετ» του Σέξπιρ (1955) με τον θίασο του Εθνικού Κήπου, της «Άννα Φρανκ» με τον θίασο του Κώστα Μουσούρη, που έγραψε ιστορία και της χάρισε το 1957 το θεατρικό έπαθλο «Μαρίκα Κοτοπούλη», της «Ηλέκτρας» σε σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου που ανέβηκε το 1972 και έκλεψε τις εντυπώσεις στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, με πιο πρόσφατες της «Ρόουζ» στο ομώνυμο έργο του Μάρτιν Σέρμαν (2000) και της θρυλικής «Μαντάμ Φλο» στην ομώνυμη κωμωδία του Στίβεν Τίμπερλέι (2011), που αποτέλεσε το κύκνειο άσμα της.

Από το 1953 η Αντιγόνη Βαλάκου έλαβε μέρος και σε πολλές ελληνικές κινηματογραφικές ταινίες όπως: «Οι Ουρανοί Είναι Δικοί Μας» του Ντίνου Δημόπουλου, «Γκόλφω» του Ορέστη Λάσκου, «Το Αμαξάκι» του Ντίνου Δημόπουλου, «Χαμένα Όνειρα» του Αλέκου Σακελλάριου κ.ά. Παράλληλα δούλεψε στο ραδιόφωνο και αργότερα στην τηλεόραση, συνήθως σε μεταφορές θεατρικών έργων.

«Έμεινα έγκυος αλλά δυστυχώς απέβαλα. Αυτό είναι κάτι που με πονάει… Αλλά η ζωή προχωράει και δεν μπορείς να μείνεις σε ένα πολύ άτυχο περιστατικό. Όχι βέβαια χωρίς να αφήσει κάτι… τίποτα δεν περνάει έτσι… Βέβαια, είναι κάτι που βίωσα, με πόνεσε και αυτό κάπου υπάρχει», είχε πει η αείμνηστη Αντιγόνη Βαλάκου.

“Η μοναξιά χαρίζει αυτογνωσία”, Αντιγόνη Βαλάκου

«Πιστεύω ότι η μοναξιά χαρίζει πάρα πολλά. Πρώτα πρώτα αυτογνωσία. Το να μένεις με τον εαυτό σου για μένα είναι ανάγκη και ήταν πάντα. Το αποδέχομαι απολύτως και ευχάριστα.Οι πιο πολλοί άνθρωποι όμως, τη φοβούνται τη μοναξιά…Αντίθετα εγώ καμαρώνω ό,τι μου δόθηκε και εν συνεχεία ακολούθησα αυτό το δρόμο. Δεν φοβάμαι να μείνω μόνη μου με τον εαυτό μου. Τα έχω βρει μαζί του. Εγώ νομίζω ότι φοβόμαστε τον εαυτό μας, γι’ αυτό τρέμουμε τη μοναξιά.», είχε δηλώσει η Αντιγόνη Βαλάκου.

Η Αντιγόνη Βαλάκου υπηρέτησε με συνέπεια και ήθος το σανίδι, σε μια καλλιτεχνική πορεία που μετρά μόνο επιτυχίες και τιμητικές διακρίσεις. Σεμνή, αξιοπρεπής, με τεράστιο ρεπερτόριο, που καλύπτει εξήντα χρόνια πορείας στο ελληνικό θέατρο, η Αντιγόνη Βαλάκου «έσβησε» στον « Ευαγγελισμό», όπου νοσηλευόταν, αργά το βράδυ της 11ης Νοεμβρίου του 2013. Η ίδια ερωτηθείσα στο παρελθόν για το αν φοβάται τον θάνατο είχε πει: «Θα φανώ λίγο παράξενη, αλλά τι να κάνω; Είναι κάτι που όχι μόνο δεν έχω φοβηθεί, αλλά απορώ πώς ο άνθρωπος διακατέχεται τόσο πολύ από αυτό το φόβο. Πως είναι δυνατόν να υπάρχει ζωή χωρίς τον θάνατο; Γιατί ο άνθρωπος τα χάνει και χάσκει τόσο πολύ σ αυτόν; Γιατί να υπάρχει τόσος τρόμος; Αφού όλοι θα τον επιτύχουμε».

Ο θάνατός της σκόρπισε θλίψη τόσο στους οικείους της όσο και σε όσους την αγάπησαν μέσα από τις μοναδικές ερμηνείες της τα 60 χρόνια πορείας της στο ελληνικό θέατρο.

Related posts

Ναταλία Λιονάκη: «Δεν ακολούθησα το μοναχıσμό από κατάθλıψη, τον ακολούθησα γιατί πλημμύριζα από Χαρά και Φως»

Η πανέμορφη Κύπρια που γοήτευσε το National Geographic και τη φωτογράφισε. 25 χρόνια μετά την αναζήτησε ξανά.

Είναι η πιο όμορφη από όλες: Η κούκλα κόρη της Ελένης Μενεγάκη, Λάουρα έγινε 18 και κάνει τα όνειρά της πραγματικότητα