Χριστίνα Ωνάση: Για πρώτη φορά σπάει την σιωπή της η κολλητή της
Η Χριστίνα Ωνάση από όταν ήταν μικρή είχε μια κολλητή φίλη που εκμυστηρευόταν τα πάντα. Μέχρι το τέλος της ζωής της Χριστίνας Ωνάση, η κολλητή της ήταν δίπλα της γνωρίζοντας άγνωστες πτυχές για την ζωή της κόρης του Ωνάση.
Η φιλία της Χριστίνας Ωνάση με τη Μαρίνα Ντοντέρο, με καταγωγή από την Αργεντινή, είχε απασχολεί κατά καιρούς τον διεθνή Τύπο. Όχι, μόνο για τις κοινές κοσμικές τους εμφανίσεις. Επιπλέον, και για τις ατίθασες περιπέτειες τους. Άλλωστε μέχρι σήμερα παραμένει θρυλικό ένα περιστατικό από μία τρελή τους νύχτα στο Παρίσι κατά την οποία οι δύο νεαρές γυναίκες αποφάσισαν να παριστάνουν τις πόρνες σε κεντρική λεωφόρο της γαλλικής πρωτεύουσας. Στη συνέχεια κατέληξαν στο κρατητήριο. Εκείνο το βράδυ η Χριστίνα Ωνάση έλεγε στον αξιωματικό υπηρεσίας: «Αφήστε με. Είμαι η κόρη του Αριστοτέλη Ωνάση», για να λένε την καταπληκτική απάντηση: «Καλά, κι εγώ είμαι ο γιος του ΝτεΓκωλ».
Τι αναφέρεται στο βιβλίο για την Χριστίνα Ωνάση
Τώρα η Μαρίνα Ντοντέρο, στο σπίτι της οποίας η Χριστίνα Ωνάση πέθανε το φθινόπωρο του 1988, υπογράφει ένα βιβλίο με τίτλο «My Life with Christina Onassis», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Penguin. Σε αυτό η Ντοντέτο περιγράφει με λεπτομέρειες το τελευταίο βράδυ της καλύτερης της φίλης, αλλά και το τι συνέβη το επόμενο πρωί όταν τη βρήκε νεκρή στη μπανιέρα της.
«Παρασκευή, 18 Νοεμβρίου του 1988. Κατά τη διάρκεια του δείπνου η Χριστίνα άρχισε να μιλά για τον πατέρα και τον αδελφό της, και για ένα σωρό άλλα πράγματα που συνήθως δεν ανέφερε ποτέ. Ήταν σαν να περνούσε μια διαδικασία κάθαρσης, μιλώντας για την αγάπη που δεχόταν από τους γύρω της». «Μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο και μου είπε καληνύχτα στα ελληνικά. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που την είδα ζωντανή. Την επόμενη μέρα, σηκώθηκα στις 10 και ρώτησα την Ελένη, την οικονόμο, πού ήταν η Χριστίνα. Μου είπε ότι ακόμη κοιμόταν. Πήγα στο δωμάτιό της και απέξω από την κλειδαρότρυπα είδα φως.
Έπειτα άνοιξα την πόρτα και ξαφνιάστηκα όταν είδα το κρεβάτι στρωμένο, και με πεταμένα ρούχα επάνω. Η πόρτα του μπάνιου ήταν μισάνοιχτη και ακουγόταν τρεχούμενο νερό. Μπήκα στο μπάνιο και την είδα από πίσω, καθισμένη στημένα και με το κεφάλι της σχεδόν ίσιο. Χωρίς να την αγγίξω, και ούτε καν να της μιλήσω, πήγα να πω στην Ελένη ότι η Χριστίνα Ωνάση είχε αποκοιμηθεί, πράγμα που συνέβαινε συχνά. Η Ελένη ήρθε στο μπάνιο να με βοηθήσει να τη σηκώσουμε και να τη μεταφέρουμε στο κρεβάτι, αλλά όταν είδε το πρόσωπό της, άρχισε να φωνάζει, ”Είναι νεκρή”! Την ξάπλωσαν σε μία πετσέτα στο πάτωμα, στο μπάνιο. Θυμάμαι ξεκάθαρα πως τα μάτια της Χριστίνας ήταν ορθάνοιχτα, κοιτάζοντας το άπειρο. Κλαίγοντας και εκτός εαυτού, ήμουν σίγουρη ότι ήταν ακόμα ζωντανή, όταν έπρεπε να τηλεφωνήσω στο γιατρό».
«Αποφάσισα να γράψω αυτό το βιβλίο για να φωτίσω την αλήθεια σχετικά με το τι συνέβη εκείνη τη μέρα. Και αυτό, γιατί δεν έχει υπάρξει περίσταση ή εκδήλωση που να μην έχω ερωτηθεί για τις συνθήκες του θανάτου της. Θεωρώ πως με αυτό το βιβλίο, η αλήθεια θα φωτιστεί και για τις επόμενες γενιές, δεδομένου ότι, όταν πεθάνω, δεν θα υπάρχει κανείς πλέον να υπερασπιστεί το όνομα της οικογένειας Ωνάση με τον τρόπο που της αξίζει».