Δήμητρα Μπεμπεδέλη: Οι άγνωστες πτυχές της ζωής της
Στη Νέα Σμύρνη και μέσα στον πόλεμο, γύρω στο 1941, γεννήθηκε η ηθοποιός Δέσποινα Μπεμπεδέλη , η οποία σπούδασε υποκριτική στην Σχολή Θεάτρου του Πέλου Κατσέλη. Την γνωρίσαμε περισσότερο ως Αθηνά στη πετυχημένη τηλεοπτική σειρά «Περί ανέμων και υδάτων» με συμπρωταγωνιστή τον Θανάση Βέγγο.
Αργότερα συνεργάστηκε με το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν όπου έμεινε για αρκετά χρόνια, ενώ η πρώτη της εμφάνιση στην επαγγελματική σκηνή έγινε με την λαϊκή όπερα του Μίκη Θεοδωράκη “Το τραγούδι του νεκρού αδερφού”.
Οι τέσσερις παππούδες ήταν από τη Μυτιλήνη που πήγαν στην Κωνσταντινούπολη. Οι γονείς μου όμως γνωρίστηκαν στην Αθήνα, παντρεύτηκαν εδώ κι έκαναν εμένα, μία και μοναδική.
Ο πατέρας μου ήτανε ράφτης, πουκαμισάς και η μάνα μου μοδίστρα. Ήταν Κωνσταντινουπολίτες. Ο πατέρας μου είχε σπουδαία φωνή και ήθελε να γίνει τραγουδιστής αλλά ο παππούς δεν του επέτρεψε και έτσι διοχέτευσε την αγάπη του για τη μουσική σπουδάζοντας Βυζαντινή μουσική και εξασκώντας το επάγγελμα του ιεροψάλτη.
Οι γονείς μου την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου πουλούσαν στους μαυραγορίτες, στους ανήθικους αυτούς ανθρώπους τα αγαθά τους, τα δαχτυλίδια της μάνας μου, την προίκα της, για να πάρουν μισό μπουκάλι λάδι, πατάτες ή δύο αυγά, είχε πει η Δέσποινα Μπεμπεδέλη.
Δήμητρα Μπεμπεδέλη: Η γαλλική φιλολογία και το όνειρο
Τη δεκαετία του 1960, όταν τελείωσα το γυμνάσιο και επρόκειτο να σπουδάσω γαλλική φιλολογία και να γίνω καθηγήτρια, οι καθηγητές μου από το σχολείο μού είπαν να γραφτώ σε μια δραματική σχολή, και ενώ κοινωνικά τα χρόνια ήταν δύσκολα οι γονείς μου με προέτρεψαν ως λάτρεις του θεάτρου – άλλωστε τα Σαββατοκύριακά μας ήταν γεμάτα θεατρικές παραστάσεις και μαζί τους είδα παραστάσεις μνημειώδεις, με πολύ καλούς ηθοποιούς.
Φοιτούσα ήδη στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών, όµως οι καθηγητές µου µε προέτρεψαν να σπουδάσω Θέατρο. Δεν ήταν κάτι που δεν επιθυµούσα, αντιθέτως. Απλώς δεν τολµούσα να το οµολογήσω. Στη δεκαετία του ’50 ήταν αδύνατο ή έστω πολύ δύσκολο για ένα γονιό να επιτρέψει στην κόρη του να γίνει ηθοποιός, παρόλο που οι γονείς µου ήταν φανατικοί θεατρόφιλοι. Με τη µεσολάβηση όµως των καθηγητών µου, ο πατέρας µου έδωσε τη συγκατάθεσή του.
Ο πατέρας μου είχε γεμίσει το σπίτι –ένα πάρα πολύ μικρό σπιτάκι, χωρίς ανέσεις– βιβλία, από παραμύθια μέχρι ιστορικά βιβλία και μυθιστορήματα αργότερα. Ο πρώτος που διάβασα ήταν ο Λουντέμης. Είχα, λοιπόν, επαφή με τα βιβλία χάρη στους γονείς μου, όπως και με την τέχνη. Έκανα πιάνο και τραγούδι και πήγαινα στο θέατρο, επειδή οι γονείς μου ήταν θεατρόφιλοι.
«Έφυγε» δυστυχώς πολύ νέος, πρόλαβε όµως να µε δει να παίζω ανάµεσα σε σπουδαίους ηθοποιούς. Η χαρά του που µε έβλεπε στη σκηνή ήταν απερίγραπτη. Νιώθω βαθιά ευγνωµοσύνη προς τους γονείς µου, γιατί ένα «όχι» του πατέρα µου θα έδινε άλλη κατεύθυνση στη ζωή µου. Όφειλα να τον υπακούσω.
Αυτό ήταν το πρώτο μου θεατρικό σχολείο. Παξινού, Μινωτής, Αλεξανδράκης, τότε που πρωτοέβγαινε και ήταν ένας άγγελος επί σκηνής, Μάππας, Αρώνη, Μανωλίδου, Κατσέλη, Λαμπέτη, Χορν, Λογοθετίδης, τούτα τα ιερά τέρατα που τα βλέπουμε τώρα στις ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες, κωμωδίες, επιθεωρήσεις, είχε πει η λατρεμένη ηθοποιός.
Αν μου ζητήσουν κάτι να γράψω, θα το γράψω πρώτα με το μολύβι και μετά με στιλό, ώστε αν δεν μ’ αρέσει, να το σβήσω με τη γομολάστιχα. Κι όταν στρογγυλέψει η μύτη του μολυβιού μου, θα την ξύσω με την ωραία μου την ξύστρα – είναι μια απόλαυση αυτό για μένα. Μ’ αρέσει η μυρωδιά του ξύλου, όταν ξύνω το μολύβι και βγαίνει εκείνη η φουστανελίτσα του εύζωνα. Με συνδέει με την παιδική μου ηλικία, από την οποία δεν έχω αποσπαστεί.
Δήμητρα Μπεμπεδέλη: Η προσωπική της ζωή
Το 1966 παντρεύτηκε με τον επίσης ηθοποιό Στέλιο Καυκαρίδη με τον οποίο απέκτησαν δύο παιδιά, τον αθλητικογράφο Θεόδωρο και την ηθοποιό Μαριάννα Καυκαρίδου.
Η Δέσποινα Μπεμπεδέλη “κουβαλά” μια καριέρα 57 χρόνων. Είναι μητέρα, σύζυγος, γιαγιά αλλά και μια γυναίκα που έχει περάσει μαζί με το σύζυγό της, Στέλιο Καυκαρίδη, δοκιμασίες οι οποίες ξεπεράστηκαν με το πέρασμα του χρόνου.
Η Δέσποινα Μπεμπεδέλη έχει πει σε συνέντευξή της πως για να έρθει στην Αθήνα η πρόταση πρέπει να είναι δελεαστική. ‘Οπως η «Φιλιώ» ή το «Μάνα κουράγιο» με τον αείμνηστο Μιχαηλίδη. Έτσι είχε πει: Ξέρετε, η μετάβαση στην Αθήνα δεν είναι εύκολη για μένα, γιατί σημαίνει εννέα μήνες απουσίας από την Κύπρο. Πόσω μάλλον όταν, πλέον, οι αντοχές μου δεν είναι εκείνες που ήταν και η υπομονή μου να είμαι μόνη και να έχω την αίσθηση ότι πίσω αφήνω τον άνδρα μου, τα παιδιά και τα εγγόνια μου, έχει μικρύνει.Τα τελευταία χρόνια, στην Κύπρο, έχουμε ένα δικό μας θέατρο, το Σατιρικό Θέατρο όπου παίζω, σκηνοθετώ και διδάσκω στην ανωτάτη δραματική σχολή.
Είχα έναν σπουδαίο κουνιάδο, τον αδελφό του συζύγου μου, τον Βλαδίμηρο Καυκαρίδη, που μόλις το ίδρυσε πέθανε. Οπότε αναλάβαμε να το συνεχίσουμε εμείς. Συνέπιπταν τα οράματα μας γιατί ο Βλαδίμηρος δεν στόχευε σ’ ένα θέατρο για την ελίτ, ήθελε ένα λαϊκό θέατρο. Όμως, τώρα, έχουμε τρεις σκηνές, εκ των οποίων η μία είναι πειραματική· που σημαίνει ότι έχουμε απλώσει το ρεπερτόριο προς όλες τις κατευθύνσεις.
Δήμητρα Μπεμπεδέλη: Η σχέση της με τη θρησκεία
Μετά πέρασα σε μιαν άλλη σφαίρα, απομακρύνθηκα είχε εξομολογηθεί η Δέσποινα Μπεμπεδέλη. Πλέον, δεν ξέρω. Συνέχεια στο στόμα μου είναι η Παναγία, σαν να είναι φίλη μου. Της μιλάω, την σκέφτομαι. Τι ονομάζουμε Θεό; Όλο αυτό το σύμπαν που μας περιβάλλει, όλο αυτόν τον θαυματουργό αιθέρα. Κάνεις έτσι στον ουρανό και διαλογίζεσαι ή προσεύχεσαι. Τι σημαίνει προσεύχομαι; Εγώ, πολλές φορές μπαίνω μέσα στην εκκλησία και αυτοσυγκεντρώνομαι.