Της Εύας Ζαχαριάδη
Γιαννούλης Χαλεπάς: Η τραγική ζωή του μεγάλου Έλληνα γλύπτη
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στις 24 Αυγούστου του 1851. Ο τεράστιος γλύπτης πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε ένα σπίτι με σκόνη, μάρμαρο και πηλό καθώς η οικογένεια του ήταν μαρμαρογλύπτες. Αποφοίτησε με επιτυχία, πρώτα από το Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας, και έπειτα από την Ακαδημία στο Μόναχο.
Ο Χαλεπάς είναι μια σπάνια περίπτωση καλλιτέχνη που από την πρώτη στιγμή έδειξε μια καλλιτεχνική ωριμότητα στα έργα του. Τα τρία πρώτα μνημειακά έργα από την πρώιμη περίοδο της τέχνης του, μαρτυρούν αυτή την ωριμότητα: η Φιλοστοργία (1835), ο Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα (1877) και φυσικά, η περίφημη Κοιμωμένη (1877).
Ο εγκλεισμός του Γιαννούλη Χαλεπά σε ψυχιατρείο
Πάνω στο απόγειο της καλλιτεχνικής του πορεία, ήρθε η μεγάλη τραγωδία, ο εγκλεισμός του σε Ψυχιατρείο. Ο γνωστός εγκλεισμός του στο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας, αποτέλεσε τροχοπέδη στην δημιουργική του πορεία. Αναγκάστηκε να παραμείνει σε καλλιτεχνική αδράνεια για δεκατέσσερα χρόνια. Ο εγκλεισμός του ξεκίνησε το 1888 και έλαβε τέλος το 1902.
Η αιτία εγκλεισμού του Χαλεπά ήταν ο πατέρας του, ο οποίος απεβίωσε το 1900. Τότε η μητέρα του, Ειρήνη, πήρε την απόφαση να τον γυρίσει πίσω στο σπίτι. Μέχρι να πεθάνει η μητέρα του, το 1916, ο Χαλεπάς ζούσε σε απομόνωση. Η τοπική κοινωνία τον περιφρονούσε και πέρναγε τη ζωή του σ’ ένα είδος καθαρτηρίου, κάνοντας μικροθελήματα και κάνοντας τον βοσκό.
Η μητέρα του, που νόμιζε ότι η τέχνη του ήταν η αιτία της τρέλας του, δεν τον άφηνε να δημιουργήσει τίποτα. Ότι έφτιαχνε ο μεγάλος γλύπτης, του το έσπαγε και του το κατέστρεφε ολοκληρωτικά. Η Ειρήνη Χαλεπά, το γένος Λαμπαδίτη, είχε αυστηρό χαρακτήρα, μέτραγε τα λόγια της, ήταν επιβλητική και καταπιεστική σαν γονέας. Είχε μεγάλη αδυναμία πιο πολύ στον Γιαννούλη από ότι στα υπόλοιπα παιδιά της. Δυστυχώς ήταν και εκείνη που είχε και την χειρότερη επίδραση στον μεγάλο καλλιτέχνη.
Το βαρύ στίγμα του τρελού που κουβαλούσε ο Γιαννούλης Χαλεπάς
Το ιερό τέρας της γλυπτικής τέχνης, ζούσε σε συνθήκες εξαθλίωσης, κάνοντας τον βοσκό και κουβαλώντας το βαρύ στίγμα του τρελού στο χωριό. Το 1916, έχασε την μητέρα του, ενώ είχε ήδη το βαρύ πένθος, από τον θάνατο των αδερφών του, της Κατερίνας και του Πραξιτέλη.
Ο Χαλεπάς στεκόταν με αδιαφορία δίπλα στη σορό της μητέρας του. Σύμφωνα με την μαρτυρία ενός περιστατικού, λένε πως είχε εξαφανιστεί την ημέρα της κηδείας και τον βρήκαν στο υπόγειο. Είχε αρχίσει ξανά να δουλεύει με πηλό. Είχε γεμίσει με το αίσθημα της ελευθερίας. Φυσικά, τον ακολούθησε το βαρύ πένθος και ο θρήνος.
Από την περίοδο του 1918 έως το 1930 υπήρξε το διάστημα της αφύπνισης για τον καλλιτέχνη. Ο Χαλεπάς έρχεται σ’ επαφή με τον καλλιτεχνικό κόσμο στην Αθήνα. Η ίδια η πολιτεία άρχισε να αναγνωρίζει και να εκδηλώνει το ενδιαφέρον της για τα έργα του. Το έτος του 1930, η ανιψιά του Ειρήνη Χαλεπά, φροντίζει ο καλλιτέχνης να έρθει να μείνει στην Αθήνα, στο σπίτι της.
Την τελευταία περίοδο της ζωής του μέχρι τον θάνατό του το 1938, ο Χαλεπάς ζεί μέσα σ’ ένα κλίμα σεβασμού. Όλοι τον θαυμάζουν, όμως δεν τον ένοιαξε καθώς μέχρι το τέλος εργαζόταν με πάθος, για την τέχνη του. Προσπαθούσε να καλύψει τον χρόνο που είχε χάσει.
Η Κοιμωμένη του Γιαννούλη Χαλεπά
Σε πολλές παραδόσεις, ο ύπνος θεωρείται πως αντιπροσωπεύει τον θάνατο. Η απεικόνιση της νεκρής Σοφίας Αφεντάκη σε μορφή γλυπτού ήταν το τελευταίο έργο του Γιαννούλη Χαλεπά πριν τον εγκλεισμό του στο Ψυχιατρείο. Ενώ εκείνη την περίοδο ο Χαλεπάς υπέστη ένα καλλιτεχνικό θάνατο, το διάσημο έργο σφύζει από ζωή.