Γιώργος Μαργαρίτης: Όλα όσα δεν γνωρίζατε για τη ζωή του
Στις 25/03/1945 γεννήθηκε στο χωριό Πετρωτό του νομού Τρικάλων, ο τραγουδιστής Γιώργος Μαργαρίτης. Έχει μικρασιατική καταγωγή από την μεριά του πατέρα του, καθώς ο παππούς Κώστας Μαργαρίτης ήταν από την ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης. Βίωσε δύσκολα και φτωχικά παιδικά χρόνια. Παντρεύτηκε το 1989 και έχει ένα γιο και μια κόρη.
O «Μαγκάρετ», είναι ένα από τα εφτά παιδιά της οικογένειας. Ωστόσο, η μοίρα έπαιξε ύπουλα παιχνίδια καθώς το ένα χάθηκε νωρίς με αποτέλεσμα να μείνουν τελικώς τέσσερα αγόρια και δύο κορίτσια.
Ο ίδιος είχε πει: “Φτωχικά, βασανισμένα χρόνια. Σούπερ πονεμένα τα λέω εγώ. Τραυματισμένα παιδικά χρόνια γεμάτα λαχτάρα, που είχαν απ’ όλα. Η εξέλιξη ήταν πολύ πίσω, ο κόσμος τότε υπέφερε.”
“Είχαμε αλάνες, είχαμε χωράφια, παπούτσια δεν είχαμε να παίξουμε είχε πει. Μπάλες δεν είχαμε και φτιάχναμε από πανιά, σκοινιά δεν είχαμε και τις δέναμε με σύρμα. Δεν με ρωτούσαν τι θα γίνω όταν μεγαλώσω, το ήξεραν. Κι εγώ το ήξερα. Από μικρό παιδί τραγουδούσα, έβγαζα τον καημό που είχα μέσα μου, το σαράκι μου. Ο πατέρας μου και ο αδελφός μου ο μεγάλος έπαιζαν φλογέρα”, είχε πει ο Γιώργος Μαργαρίτης.
Είχε πει με απόλυτη ειλικρίνεια: “Ξέρεις πολλές φορές αυτοί που δεν είναι καλοί μαθητές έχουν άλλα στο νου τους. Αν βλέπουν τους δικούς τους να μην έχουν να φάνε, να περνάνε δύσκολα, σκέφτονται πώς θα τους βοηθήσουν κι έτσι τα γράμματα μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. Ίσως κι εγώ τότε να μην είχα χρόνο να σκεφτώ τα γράμματα. Η πρώτη μου σκέψη ήταν να βοηθήσω τους γύρω μου, όμως στεναχωριέμαι που δεν έμαθα πολλά γράμματα”.
Ενθυμούμενος εκείνα τα δύσκολα χρόνια είχε πει: “Έπρεπε να έρθω, να βγει ο καημός μου. Εδώ θα μπορούσα να μπω μέσα στα πράγματα. Ήρθα μοναχός μου να βρω αρχικά μια δουλίτσα, να μεγαλώσω λίγο, να βοηθήσω τους δικούς μου και να βγάλω τον καημό μου στο τραγούδι. Στην αρχή πήγα στο Κορωπί, σε ένα φιλαράκι που θα μου έβρισκε δουλειά. Τις πρώτες μέρες κοιμήθηκα έξω, στην εκκλησία στην Ανάληψη, μαζί με πολύ κόσμο, βέβαια, γιατί εκείνη την εποχή 200-300 άτομα κοιμόντουσαν έξω.
Ε, μετά με πήρε σπίτι του, μου βρήκε μια δουλίτσα σε ένα περιβόλι, έκατσα εκεί 5-6 μήνες και από εκεί πήγα σε ένα εργοστάσιο που έβγαζε ούζα και μετά σε έναν εργολάβο που με πήρε να βγάζω πρόκες στην οικοδομή. Ήμουν πολύ πιτσιρίκι, δεν μπορούσα να κάνω και πολλά πράγματα.
Εγώ όπου και να ήμουν όλο τραγουδούσα. Μετά από τα δύο χρόνια πήγα σε κάτι συγχωριανάκια μου στον Άγιο Αρτέμη. Εκεί γνώρισα τον Μελέτη τον Τσιρόπουλο που δούλευε ταξί κι έπαιζε και μπουζουκάκι και με έπαιρνε μαζί του, κατεβαίναμε στο μπαράκι των μουσικών και γνώρισα ανθρώπους της δουλειάς.
Αποκάλυψε επίσης ότι ένας από τους αδερφούς του, πέθανε από την πείνα όταν ήταν μικρός, ένα φαινόμενο συνηθισμένο τότε, ενώ ο ίδιος ήρθε στην Αθήνα στα 14 του και κοιμόταν έξω από μια εκκλησία.
Την ανεργία την έζησε για πέντε χρόνια. Πού και πού έκανε κανένα μεροκάματο, αν τον έπαιρνε κανένας μάστορας μαζί του, εκεί που περίμενε στην πλατεία Κοτζιά με άλλους τεχνίτες. Είχα ένα σκεπάρνι, έβγαζα πρόκες, κουβαλούσα κανένα τούβλο, κανένα τσιμεντόλιθο. Ο,τι έβρισκα για το μεροκάματο”, θυμάται.
Γιώργος Μαργαρίτης: Η επαγγελματική του πορεία
Από μικρή ηλικία ο Γιώργος Μαργαρίτης έδειξε την κλίση του στο τραγούδι και όταν στα 13 του χρόνια συνάντησε τον Τσιτσάνη, αυτός τον παρότρυνε να κατέβει αργότερα στην Αθήνα να τον βρει, όπως και έκανε στα 15 του, λαμβάνοντας θερμή υποδοχή.
Επαγγελματικά με το τραγούδι ασχολήθηκε όταν απολύθηκε από την στρατιωτική του θητεία, στα τέλη της δεκαετίας του 60΄ με αρχές του 70΄, τραγουδώντας σε διάφορα νυχτερινά κέντρα και αποκτώντας γνώση και εμπειρίες. Στην δισκογραφία μπήκε το 1981 με τον δίσκο “Εσύ μιλάς στην καρδιά μου”, ο οποίος γνώρισε μεγάλη επιτυχία και έγινε χρυσός.
Μέχρι σήμερα έχει ηχογραφήσει πάνω από 20 προσωπικούς δίσκους και έχει συνεργαστεί με μεγάλους συνθέτες και στιχουργούς του κλασικού λαϊκού και όχι μόνο. Θεωρείται από τους κορυφαίους λαϊκούς τραγουδιστές της γενιάς του και από τους κύριους εκπρόσωπους της θεσσαλικής σχολής.
Γιώργος Μαργαρίτης: Η ζωή μου ήταν γεμάτη από γυναίκες
Ο Γιώργος Μαργαρίτης είχε πει για το κεφάλαιο έρωτας:”Έφευγα, φεύγαμε και οι δυο ευχαριστημένοι από τη σχέση. Αν καμιά φορά συναντήσω καμία από εκείνη την εποχή, έχουμε την καλημέρα μας. Καλοπροαίρετη διάθεση».
Παντρεύτηκε αργά γιατί, όπως λέει χαριτολογώντας, είχε «παντρευτεί» το τραγούδι. Τη σύζυγό του τη γνώρισε σε ένα μαγαζί όπου εμφανιζόταν. «Ήρθε να δει τις πρόβες και έμεινε στη ζωή μου. Μετά από έναν χρόνο προχωρήσαμε.. Αν σου πω ότι δεν με ζήλευε, ψέματα θα πω. Η γυναίκα είναι γυναίκα… Υπάρχει γυναίκα που δεν ζηλεύει; Κι εγώ ζήλευα, ναι το λέω. Παντρευτήκαμε το 1989 και κάναμε δύο παιδιά. Η κόρη μου έχει τελειώσει την ΑΣΟΕΕ και ο γιος μου τελειώνει το Οικονομικό του Πειραιά. Δεν βλέπω να έχουν το μικρόβιο που είχα εγώ για το τραγούδι. Δεν μου το ζήτησαν ποτέ”.