Κόντρα πλοίων: Ποια είναι η πιο επικίνδυνη μανούβρα, που έγραψε ιστορία
Σε μία εποχή που η ελληνική ναυτιλία μεσουρανούσε, σύνηθες φαινόμενο, ήταν να γίνονται κόντρες ανάμεσα σε αυτοκίνητα, μηχανές όπως και μοτοποδήλατα. Εκείνη την περίοδο λόγο της σοσιαλιστικής τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ όλα φαινόντουσαν καλά και γαλήνια. Οι εφοπλιστές ήταν χαρούμενοι εφόσον έβλεπαν τους μισθούς τους να ανεβαίνουν. Συνέβαλαν βεβαία και τα κονδύλια τα όποια δινόντουσαν από την τότε κυβέρνηση. Φυσικά ένας αλός παράγοντας ήταν η τότε άγνωστη λέξη που μπήκε στο λεξικό τους. Ο τουρισμός.
Λόγο του τουρισμού και της αυξανόμενης ζητήσεις για μεταφορά στα νησιά είχε αναπτυχθεί ένα ανταγωνιστικο πνεύμα. Το λιμάνι του Πειραιά είχε γίνει το κέντρο αυτού του ανταγωνισμού. Οι νέες εταιρίες ήταν διψασμένες για να αγοράσουν όσα περισσότερα καράβια γινόταν. Αυτό λόγο του ότι τότε ένα ταξίδι με αεροπλάνο δεν ήταν επιλογή για πολλούς λόγους. Έτσι τα καράβια είχαν μονοπώλιο ως αναφορούσε την μεταφορά στα νησιά.
Υπήρχε, όμως, ένα πρόβλημα. Οι υποδομές. Πολλά από αυτά τα νησιά δεν διέθεταν ακόμη ούτε λιμάνια στα οποία να μπορούν να δένουν ταυτόχρονα πλοία. Επιπλέον, ακόμη ίσχυε το «τρελό» σύστημα της… αναρχίας. Δηλαδή, ο κόσμος έμπαινε μέσα χωρίς να έχει κόψει εισιτήριο και το προμηθευόταν επί τόπου. Δίχως ηλεκτρονικούς ελέγχους συχνά οι επιβάτες ήταν υπεράριθμοι, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Πως ξεκίνησαν οι κόντρες πλοίων
Αυτό που ενδιαφέρει στην παρούσα φάση είναι το γεγονός ότι πάντα το πλοίο που έφτανε πρώτο σε κάποιο νησί, ήταν εκείνο που επίσης γέμιζε πρώτο, αφήνοντας τα… ψιλά στους ανταγωνιστές του.
Εναλλάξ, ανά εβδομάδα, έφευγαν από τον Πειραιά με διαφορά 20 λεπτών, το ένα στις 8 ακριβώς και το άλλο στις 8:20, και με τις τιμές να είναι στα ίδια επίπεδα, μοναδικό κριτήριο για να επιλέξει κάποιος το ένα έναντι του άλλου ήταν ο χρόνος του ταξιδιού και η έγκαιρη άφιξη, αφού τα 20 λεπτά της διαφοράς ήταν δυνατό να καλυφθούν εν πλω.
Για να συμβεί, όμως, κάτι τέτοιο χρειαζόταν ο καπετάνιος εκείνου που έφευγε πιο αργά να… πατήσει γκάζι, κάτι που φυσικά δεν έμενε αναπάντητο από τον συνάδελφό του στο άλλο πλοίο. Οι επιβάτες το γνώριζαν καλά, πολύ συχνά το επικροτούσαν ή ακόμη και το ζητούσαν επιτακτικά για να βιώσουν την εμπειρία μιας θαλάσσιας κόντρας, ενώ αυτή η πρακτική δεν ήταν άγνωστη για τις λιμενικές αρχές, που πάντως έκανε τα στραβά μάτια, εφόσον δεν συνέβαινε κάποιο ατύχημα.
Ωστόσο υπήρξε μία τέτοια κόντρα που ξεχώρισε ανάμεσα στις άλλες και έγινε θρύλος μεταφερόμενη από στόμα σε στόμα από εκείνους που την έζησαν.
Ήταν Αύγουστος του 1992 κι έπνεαν άνεμοι που έφταναν τα 8 μποφόρ. Το «Ναϊάς» ήταν εκείνο που είχε ξεκινήσει νωρίτερα, ενώ στο «Παναγία Τήνου» επέβαινε και ο ίδιος ο πλοιοκτήτης, Βαγγέλης Βεντούρης. Ίσως η δική του παρουσία να έπαιξε τον ρόλο της, πάντως η ουσία είναι πως ο καπετάνιος, Σιδερής Μαμίδης, αποφάσισε να κάνει το «κόλπο γκρόσο», επιχειρώντας μία από τις πιο επικίνδυνες μανούβρες που είχαν λάβει χώρα στο Αιγαίο στην απόπειρά του να προσπεράσει το «Ναϊάς», τον έλεγχο του οποίου είχε ο Αργύρης Σαρρής.
Με τις μηχανές να δουλεύουν στο φουλ και την ταχύτητα στο μάξιμουμ (22 μίλια την ώρα), περίπου 1,5 ναυτικό μίλι έξω από την Σύρο, το πλήρωμα του «Παναγία Τήνου» δούλευε με μοναδικό στόχο την προσπέραση. Αντιλαμβανόμενος τι συμβαίνει, ο Σαρρής ανταποδίδει στα ίσια. Οι δυο τους μιλούν μέσω ασυρμάτου την ώρα που τα καράβια τους πλέουν (κατά παράβαση όλων των κανόνων) σε πλήρη ταχύτητα και σε μικρή απόσταση το ένα από το άλλο.
Λέγεται πως την στιγμή της κορύφωσης δεν τα χώριζαν περισσότερα από 5 μέτρα, ενώ το «Παναγία Τήνου», έχοντας πάρει την εσωτερική όπως θα λέγαμε σε μια πίστα, βρισκόταν πολύ κοντά στα βράχια της στεριάς. «Αν με κλείσεις τώρα, θα πάμε και οι δύο στο φούντο», φέρεται να είπε ο Μαμίδης στον Σαρρή, ο οποίος αναγκαστικά έκοψε ταχύτητα, με αποτέλεσμα το πλοίο του Βεντούρη –υπό τις ιαχές των επιβατών και το βλέμμα του ιδιοκτήτη του- να δέσει πρώτο στο λιμάνι, σε μια κόντρα που έγραψε ιστορία.