Χωρίς ζώνες, με ιλιγγιώδη ταχύτητα και μηδενική προστασία
Για τα παιδιά της πρωτεύουσας κατά τη δεκαετία του ’70 και του ’80 το όνομα «Ροντέο» ήταν κάτι σαν συνώνυμο της Disneyland. Το πιο φημισμένο λούνα παρκ της Αθήνας αποτελούσε, δίχως ίχνος υπερβολής, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά αξιοθέατα της πόλης και σίγουρα ένα από τα πιο διάσημα μέρη της.
Το χταπόδι, το ταψί χωρίς ζώνες ασφαλείας -έπρεπε να κρατιέσαι με όλη σου τη δύναμη για να μη βρεθείς στο κέντρο- η θρυλική μπαλαρίνα, το ιστορικό Εντερπράιζ, το τελεφερίκ με καρέκλες που σε έκανε βόλτα: πιο θρυλικό λούνα παρκ στην ιστορία της Αθήνας δεν έχει υπάρξει.
Δεν είναι τυχαίο ότι το 1971 η τελική σκηνή της γνωστής ταινίας «Le Casse» όπου ο Ομάρ Σαρίφ καταδιώκει τον Ζαν Πολ Μπελμοντό, είναι γυρισμένη στο καρουζέλ του λούνα παρκ. Φυσικά, μιλάμε για την πιο διάσημη επίσκεψη των καμερών στο ιστορικό Ροντέο, όχι για την μόνη.
«Έξοδος Κινδύνου», «Πανικός στα Σχολεία», «Σατανάδες στα σχολεία», «Κλαδική εραστών», «Κλεφτρόνι και τζέντλεμαν», «Κέρατο κομπίνα και λαγωνικά», είναι μερικές μόνο από τις ελληνικές ταινίες που γύρισαν σκηνές τους στο ιστορικό λούνα παρκ, ενώ και η ιστορική ειδησεογραφική εκπομπή «Ρεπόρτερς» στους τίτλους αρχής είχε πλάνα από αυτό.
Το κορυφαία λούνα παρκ της Αθήνας και η σύνδεση με τις ταινίες εποχής
Η ατραξιόν του λούνα παρκ ήταν ασφαλώς η βόλτα του τρόμου στο ταψί. Χωρίς ζώνες, με ιλιγγιώδη ταχύτητα το ταψί σε… πέταγε στο κέντρο αν δεν κρατιόσουν σφιχτά, κάνοντας το παιχνίδι εμπειρία (τραυματική κάποιες φορές) ζωής.
Όσο ένδοξο ήταν ωστόσο το παρελθόν του άλλο τόσο άδοξο υπήρξε το φινάλε του. Το Ροντέο άρχισε ν’ αφήνει πίσω του τα χρόνια της απόλυτης δόξας το 1986, όταν μια κοπέλα έπεσε από το θρυλικό του Εντερπράιζ, γεγονός που αμαύρωσε για τα καλά τη φήμη του λούνα παρκ, δημιούργησε αμφιβολίες αναφορικά με τους κανόνες ασφαλείας και, τελικά, μείωσε δραματικά την προσέλευση του κοινού.
Ξαφνικά το νοίκι του χώρου έμοιαζε τεράστιο και το 1987 μπήκε οριστικά λουκέτο στον χώρο που σημάδεψε τα τις νεανικές αναμνήσεις χιλιάδων κατοίκων της Αθήνας.
Άλλωστε, αν και τοποθετημένο παραδοσιακά στα νότια μέρη της πρωτεύουσας, ήταν πάντα πόλος έλξης για όλους τους κατοίκους της. Όταν έκλεισε, ωστόσο, είχε ήδη συμπληρώσει πάνω 20 χρόνια ζωής.
Η πρώτη τοποθεσία του Ροντέο, όταν άνοιξε γύρω στο 1965 ήταν η λεωφόρος Συγγρού, στο ύψος του Ωνάσειου. Στις ταινίες της Αλίκης Βουγιουκλάκη, «Το κορίτσι του λούνα παρκ» και «Σ’αγαπώ», το Ροντέο εκείνης της εποχής είναι συμπρωταγωνιστής.
Στη συνέχεια πήγε στη σημερινή είσοδο της μαρίνας του Αλίμου και στα μέσα της δεκαετίας του ’70 μεταφέρθηκε στον Άλιμο.
Στο κέντρο του Ροντέο, που χωριζόταν σε δυο μέρη και είχε δύο ξεχωριστές εισόδους, υπήρχε μια ντισκοτέκ ονόματι Fiji, η οποία φαίνεται στην ταινία «Ρόδα τσάντα και κοπάνα Νο 2». Είπαμε: η αγάπη του Ροντέο για τις κάμερες υπήρξε ανεξίτηλη.
Το τέλος του λούνα παρκ και μιας ολόκληρης εποχής
Πόλος έλξης για όλη την Αθήνα, ένας παράδεισος για τα πιτσιρίκια από τη μια και ένα διάσημο στέκι για αμέτρητους εικοσάρηδες της εποχής από την άλλη, υπήρξε ο ορισμός της χαράς για τα παιδιά και παράλληλα ο ορισμός της ανεμελιάς για τους μεγαλύτερους.
Όταν το 1987 έπεσαν οριστικά οι τίτλοι τέλους, οι φήμες ότι το άδοξο φινάλε του σχετιζόταν με εμπόριο ναρκωτικών έδωσαν και πήραν. Φυσικά, επρόκειτο απλά για αστικούς μύθους: το δυστύχημα στο Εντερπράιζ υπήρξε η ουσιαστική ταφόπλακα για το Ροντέο.
Και, ταυτόχρονα, το τέλος μιας ολόκληρης εποχής.