Η εξομολόγηση ενός νεαρού κοριτσιού για την μάχη της με τον καρκίνο
“Το να μαθαίνεις ξαφνικά ότι έχεις καρκίνο του μαστού φέρνει τα πάνω κάτω στη ζωή σου. Είναι επώδυνο και χρειάζεσαι την οικογένεια και τους φίλους δίπλα σου για να σε στηρίξουν και να σε βοηθήσουν ουσιαστικά. Άλλωστε, οι καλοί φίλοι στα δύσκολα δε φαίνονται;
Δυστυχώς, όχι πάντα! Δεν είναι λίγες οι φορές που επιστήθιες φίλες όχι μόνο δεν στήριξαν την κολλητή τους σε μια δύσκολη περίοδο, αλλά εξαφανίστηκαν και από τη ζωή της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ιστορία αυτής της γυναίκας που όταν αρρώστησε, συνειδητοποίησε ποιες ήταν οι αληθινές της φίλες.
«Από μικρή, ήμουν αισιόδοξη και ονειροπόλα. Ζούσα στο ροζ συννεφάκι μου και έβλεπα πάντα το καλό στους ανθρώπους. Θεωρούσα ότι αν βλέπεις τα πράγματα θετικά, τότε καμιά δυσκολία δεν πρόκειται να σε νικήσει.
Ειλικρινά αυτό πίστευα για πολλά χρόνια, μέχρι που διαγνώστηκα με καρκίνο του μαστού. Το σοκ ήταν τεράστιο, γιατί το μόνο σύμπτωμα που είχα ήταν ένα ανεπαίσθητο εξόγκωμα στο στήθος. Νόμιζα ότι ήταν απλά μια κύστη, αλλά τελικά ήταν κάτι πολύ χειρότερο.
Εξομολόγηση: ”Ακόμα κι όταν τα μαλλιά μου άρχισαν να πέφτουν, έσφιγγα τα δόντια και χαμογελούσα”
Στην αρχή προσπάθησα να αντιμετωπίσω την κατάσταση με ψυχραιμία. Έλεγα καθημερινά στον εαυτό μου ότι τα πράγματα θα πάνε μια χαρά. Ακόμα κι όταν τα μαλλιά μου άρχισαν να πέφτουν, έσφιγγα τα δόντια και χαμογελούσα.
Έπρεπε να φανώ δυνατή. Όχι μόνο για μένα, αλλά και για την οικογένεια και τους φίλους μου που με αγαπάνε και με στηρίζουν.
Σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο της ζωής μου το μεγαλύτερο χαστούκι το έφαγα, όταν συνειδητοποίησα πόσοι λίγοι άνθρωποι ήταν πραγματικά δίπλα μου. Φίλες που αποκαλούσα αδερφές μου, μού γύρισαν την πλάτη και εξαφανίστηκαν από τη ζωή μου. Όχι μόνο δεν ενδιαφέρονταν να μάθουν πώς πάνε οι θεραπείες μου, αλλά δεν σήκωναν ούτε τα τηλέφωνα πια.
Θυμάμαι ένα βράδυ να καταρρέω και να μονολογώ ”έχω ένα σωρό φίλους, αλλά στην ουσία δεν έχω κανέναν. Είμαι μόνη μου.” Εκείνη τη στιγμή κάτι μέσα μου έσπασε.
Κλείστηκα στο σπίτι μου. Δεν ήθελα ούτε να δω, ούτε να ακούσω κανέναν.
Ένα μεσημέρι το κουδούνι της εξώπορτας χτυπούσε συνεχόμενα. Όταν άνοιξα την πόρτα, είδα απέναντι μου δυο κοπέλες με τις οποίες κάναμε παρέα τον τελευταίο χρόνο. Με πήραν μια σφιχτή αγκαλιά και μου είπαν ”εμείς είμαστε εδώ. Θα το περάσουμε μαζί!”
Δυο γυναίκες που ήξερα με το ζόρι ένα χρόνο μου είπαν όσα δεν μου είπαν ποτέ οι παιδικές μου φίλες. Στα λόγια τους με έπιασαν τα κλάματα.
“Υπάρχουν αληθινές φίλες που θέλουν να σε δουν πιο υγιή, πιο δυνατή και πιο ευτυχισμένη απ’ ότι πριν”.
Μ’ είχε συγκινήσει η υποστήριξή τους και δεν μπορώ ν περιγράψω πώς είναι να ξέρεις ότι υπάρχουν αληθινές φίλες που θέλουν να σε δουν πιο υγιή, πιο δυνατή και πιο ευτυχισμένη απ’ ότι πριν.
Σε όλο αυτό το ταξίδι, ήρθα αντιμέτωπη με την ωμή πραγματικότητα του να σε παρατάνε άνθρωποι που θεωρούσες οικογένειά σου. Βγήκα όμως κερδισμένη, καθώς μέσα απ’ όλο αυτό κατάλαβα ποιος πραγματικά αξίζει να είναι δίπλα μου».