Νένα Μεντή: «Oι Τρεις Χάριτες ήταν η πρώτη μου επιτυχία, κι ας ήμουν 45 ετών. Ο χρόνος δεν με απασχολεί»

Νένα Μεντή: Μια αποκαλυπτική συνέντευξη από την γνωστή ηθοποιό

Είναι πολλά αυτά που δεν γνωρίζουμε για τις ζωές ηθοποιών, πόσο μάλλον πληροφορίες για την προσωπική τους ζωή τους που έρχονται στην επιφάνεια και θέλουν να συζητήσουν.

Η Νένα Μεντή είναι μία ταλαντούχα ηθοποιός, με μακρά πορεία τόσο στο θεατρικό σανίδι, όσο και στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο, που σε κερδίζει με την αλήθεια της. Πρόκειται για μία γυναίκα αντισυμβατική και ειλικρινή, συναισθηματική και αυστηρή μαζί.

«Είμαι ένας άνθρωπος πολύ ειλικρινής. Κι όσο μεγαλώνω, έχω την ανάγκη να αποκαλυφθώ, να απογυμνωθώ. Γιατί τα πράγματα δυσκολεύουν -το βλέπεις το φινάλε, κι ενώ δεν το δέχομαι το φινάλε, ενώ δεν θέλω να πεθάνω, αν και ξέρω ότι θα συμβεί, θέλω να αποκαλυφθώ.

Δεν ξέρω γιατί έγινα ηθοποιός. Είχα ένα πολύ φιλότεχνο έδαφος στο σπίτι από τον μπαμπά μου, που ήταν ο συνθέτης Σπήλιος Μεντής και τον θείο μου, τον ηθοποιό Κώστα Μεντή. Και η μάνα μου τραγουδούσε και είχε έφεση αλλά δεν την είχαν αφήσει τότε. Το περιβάλλον του σπιτιού μου ήταν μουσικοί, ηθοποιοί, ακούγαμε το θέατρο στο ραδιόφωνο. Αν και φτωχοί οι γονείς μου κατέβαιναν στην Αθήνα για να δουν παράσταση μια φορά τον μήνα. Μέναμε στο Λαύριο κι ήταν πολύ καλά εκεί.

Γεννήθηκα στην Αθήνα, αλλά μεγάλωσα στο Λαύριο, όπου έζησα ως δεκατεσσάρων -μετά ξαναγυρίσαμε στην Αθήνα. Ο πατέρας μου ήταν δημόσιος υπάλληλος και έπαιρνε μεταθέσεις. Αλλά στο σπίτι θεωρούσαμε πολύ σημαντική την τέχνη».

Η αρχή της υποκριτικής καριέρας της Νένας Μεντή

«Στο Λαύριο αποφάσισα να γίνω ηθοποιός. Ήμουν έντεκα ετών. Θα γινόταν τότε μια ερασιτεχνική παράσταση και ζήτησαν από τον πατέρα μου, σαν καλλιτέχνη, να την σκηνοθετήσει. Δέχτηκε και πήρε και μαζί την κόρη του να παίξει, εμένα δηλαδή. Ήταν ο «Νευρικός κύριος» του Ψαθά. Κι εγώ έκανα τη νευρική κυρία που ανοίγει και κλείνει την τσάντα και το τσαντάκι της… Ήμουν ένα μπασμένο, αδύνατο κοριτσάκι κι έκανα την κυρία… Ήταν το 1954. Μόλις τέλειωσε η παράσταση είπα του μπαμπά μου, «εγώ θα γίνω ηθοποιός». Τόσο απλά. Κι άλλο τόσο απλά ο πατέρας μου μου είπε «τέλειωσε πρώτα το σχολείο, κι αν θέλεις ακόμα να γίνεις ηθοποιός, να γίνεις». Τόσο απλά κι εκείνος.

Μετά όταν ήρθαμε στην Αθήνα, όποτε μπορούσα πήγαινα στο θέατρο. Έδωσα εξετάσεις και μπήκα στη σχολή του Εθνικού. Θυμάμαι, στο δεύτερο και στο τρίτο έτος, είχα δασκάλα την Παξινού. Την πρώτη μέρα που μπήκε στην αίθουσα, μας έβαλε στη σειρά και μας ρώτησε, έναν-έναν, γιατί γίναμε ηθοποιοί. Όταν ήρθε η σειρά μου, χωρίς να ντραπώ ούτε την Παξινού ούτε τίποτα, αντί να της απαντήσω, τη ρώτησα: «Εσείς μπορείτε να μας πείτε γιατί γίνατε ηθοποιός;». Έμεινε. Δεν απάντησε και ήταν φανερό πως θα ήθελε να με χαστουκίσει. «Ούτε εγώ μπορώ να σας πω», της είπα.

Έπαιξα όμως μετά και με την Παξινού και με τον Μινωτή -ήταν σπουδαία. Είχα δει 67 φορές τους «Βρυκόλακες». Έπαιζε ο πρώτος μου άντρας (σ.σ. Κώστας Στυλιάρης), κι εγώ, που δεν έπαιζα, πήγαινα κάθε βράδυ και την κοίταζα.

Μέχρι και σήμερα δεν ξέρω γιατί έγινα ηθοποιός. Σαν κάτι να ελευθερώνεις μέσα σου, που δεν μπορείς ίσως αλλιώς να το ελευθερώσεις και το επικοινωνείς στους άλλους, σαν να υπάρχει κάτι μέσα σου, στο μεδούλι σου. Μπήκα στη σχολή και δεν με σταμάταγε τίποτα. Ήθελα να κάνω θέατρο και τίποτε άλλο».

«Στα νιάτα μου είχα έναν χαρακτήρα πάρα πολύ δύσκολο. Είχα βγάλει το όνομα της ξινής. Επειδή μίλαγα, τα έλεγα, ήμουν ειλικρινής και πολλοί δεν το αντέχουν αυτό. Ήμουν δυσπροσάρμοστη στον χώρο -σε έναν χώρο και μια χώρα που δεν υπήρχε και δεν υπάρχει αξιοκρατία. Τότε ήταν δύσκολο να το αποδεχτώ. Από την άλλη, τότε ήμασταν λίγοι οι ηθοποιοί και η σχολή του Εθνικού ξεχώριζε, οπότε δεν χρειαζόταν να ψάξεις για δουλειά. Με το που βγήκα από τη σχολή, με πήρε η κυρία Κατερίνα Ανδρεάδη και μου είπε να δουλέψουμε μαζί. Δεν το περίμενα. Πήγα μαζί της περιοδεία στη Γερμανία. Απέκτησα γρήγορα το metier.

Οι δηλώσεις της Νένας Μέντη για την ταινία “Ευτυχία”

Είχα έναν σπουδαίο δάσκαλο, τον Στέλιο Βόκοβιτς -ήταν και σπουδαίος άνθρωπος. Κι αν έχω μάθει κάτι από τη σχολή, του το χρωστάω. Έβλεπε ότι ήμουν λίγο τσαούσα και ξινή και μου έλεγε «πάνω του», μου έδινε μεγάλη αυτοπεποίθηση. Έλεγα στον εαυτό μου, όπου χωράνε οι άλλοι, χωράω κι εγώ. Έχω τριφτεί μέσα στο επάγγελμα, έχω κάνει πολλή επιθεώρηση -καλή επιθεώρηση με το Ελεύθερο Θέατρο, αλλά και κακή.

Oταν, το 2006, ο Πέτρος Ζούλιας ήρθε και με βρήκε για να μου προτείνει την «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου», αναρωτήθηκα πώς το σκέφτηκε. Έχοντας έναν πατέρα μουσικό, ήξερα κάποια λίγα πράγματα για εκείνη. Δέκα χρόνια μετά, μπορώ να πω ότι αυτή η παράσταση, είναι το πιο εύκολο πράγμα που έχω κάνει στη ζωή μου, λόγω της ανταπόκρισης του κόσμου. Ο κόσμος με έκανε να είμαι σαν νεράκι που τρέχει πάνω στη σκηνή.

Δεν κατάλαβα από την αρχή τι θα συνέβαινε. «Ποιος τρελός θα έρθει να δει μία παράσταση για μία που σχεδόν δεν την ξέρει κανείς», έλεγα. Δυσκολευτήκαμε πολύ να βρούμε ακόμα και θέατρο. Στην πρεμιέρα, όμως, ήταν τέτοια η συγκίνηση του κόσμου, που κατάλαβα ότι κάτι γίνεται. Μέχρι και δαχτυλίδι μου χάρισε ένας θεατής.

Η «Ευτυχία» μου χτύπησε ένα κουδούνι μέσα μου, ότι εγώ σαν ηθοποιός, με τη διαδρομή μου, πιο πολύ συγκινούμαι με πράγματα που έχουν να κάνουν με τον τόπο, την παράδοση, τη γλώσσα μας. Οι δουλειές που έκανα μετά την «Ευτυχία», το «Τρίτο Στεφάνι» με τον Σταμάτη Φασουλή, ένα έργο του Εφταλιώτη με τον Γιώργο Λύρα, με έκαναν να καταλάβω ότι κάπου εκεί βρίσκομαι, αυτή τη συγκίνηση μπορώ να μεταδώσω… »

«Τελικά όλα είναι θέμα διαδρομής. Πετάω τα περιττά για να κρατήσω το ζουμάκι. Ποτέ δεν ήθελα πολλά. Με ευχαριστούν τα μικρά, ίσως ασήμαντα, της ζωής. Βγάζω τη δική μου αλήθεια σε ό,τι κάνω, κι αυτή η αλήθεια περνάει σε έναν κόσμο και τον αγγίζει. Δεν πιστεύω ότι κάνω τίποτα σπουδαίο. Κάνω κάτι που το γουστάρω. Καταθέτω την αλήθεια μου, και στο θέατρο και στη ζωή μου. Λόγω χαρακτήρα μερικές φορές τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα για μένα.

Αυτό που είσαι κι αυτό που σκέφτεσαι ότι είσαι είναι που έχει σημασία. Εγώ ξέρω ότι είμαι καλή ηθοποιός. Δεν παριστάνω την ταπεινή. Αλλά την ίδια στιγμή ξέρω ότι αυτό που κάνω δεν είναι παραπάνω από αυτό που είναι. Ούτε θα σώσω τον κόσμο, ούτε θα σώσω το θέατρο. Εμένα σώζω κι αν δύο-τρεις από κάτω κάτι νοιώσουν, κάπως τους συγκινήσω, κάτι τους μεταφέρω, αυτό είναι… Μέχρι εκεί. Δεν το θεωρώ λίγο, ούτε όμως πολύ. Δίνω πάντα, όχι το 100% αλλά το 150% μου… Μου έχει πει η κόρη μου «Βρε μαμά, γιατί πρέπει να τα δίνεις όλα; Μερικές φορές φοβάμαι μην πάθεις κάτι». Αυτή η δουλειά δεν γίνεται αν δεν τα δώσεις όλα.

Είκοσι πέντε χρόνια ζούσαμε στο ίδιο σπίτι και τα τελευταία δεκαπέντε ζούμε σε χωριστά. Κι είμαστε οι πιο αγαπημένοι του κόσμου, με μεγάλο νοιάξιμο ο ένας για τον άλλον, και πολλή αγάπη. Συμπτωματικά, όταν η κόρη μας θέλησε να μείνει μόνη της, εκείνος κληρονόμησε ένα σπίτι από τον πατέρα του κι εγώ, για να αφήσω την κόρη μας στο σπίτι, έψαξα και βρήκα αμέσως το διαμέρισμα που μένω και τώρα, στην Πλατεία Αμερικής».

Νένα Μέντη: “Ναι, έχω τσαμπουκά. Έτσι είμαι όμως. Οι δικοί μου άνθρωποι, μερικές φορές, με σκιάζονται”

«Αν είναι καλύτερα έτσι; Ναι, ναι. Αλλά, πρόσεξε, ήταν κοινό το θέλω μας, ταυτόχρονα. Δεν άφησε κανένας, κανέναν και είναι δεδομένο ότι ο ένας αγαπάει πολύ τον άλλον. Η κοινή μας ζωή, η διαδρομή μας δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης. Η αγάπη μας αποδεικνύεται κάθε μέρα. Τόσο απλό και τόσο δύσκολο. Είναι κι εκείνος ηθοποιός, αλλά δεν τον ενδιαφέρει καθόλου ότι δεν είναι επιτυχημένος. Τον ενδιαφέρει που είμαι εγώ καλά και έρχεται και με βλέπει που παίζω και μου λέει «είσαι σπουδαία». Aυτό δεν το βρίσκεις εύκολα.

Αγαπάω πολύ τη γειτονιά μου. Ξέρω τα προβλήματά της, αλλά εδώ είναι «το χωριό μου». Εδώ κοντά πέθανε ο πατέρας μου, λίγο πιο πέρα ο πρώτος μου άντρας. Ήμουν δεν ήμουν τριάντα όταν τους έχασα.

Ναι, έχω τσαμπουκά. Έτσι είμαι όμως. Οι δικοί μου άνθρωποι, μερικές φορές, με σκιάζονται. Ο χαρακτήρας μου μού έχει κοστίσει κυρίως στη δουλειά μου, όχι στην προσωπική μου ζωή. Έχω μεγάλη γενναιοδωρία αισθημάτων με τους δικούς μου, έχω πολύ αίσθημα. Είμαι έντονη, εκρηκτική.

Ήμουν από μικρή εναντίον του γάμου. Ο πρώτος γάμος μου έγινε γιατί το ήθελε ο άντρας μου και ο μπαμπάς μου. Είμαι πολύ ελεύθερη. Δεν θέλω τον παπά, την εκκλησία, τα χαρτιά, να μιλάμε για τις περιουσίες. Έχω όμως και αυτογνωσία. Ξέρω ότι τραβάω τα πράγματα στα άκρα, ότι είμαι απόλυτη. Ίσως γιατί δεν θέλω να ξεφεύγω από τα θέλω και τις αρχές μου -λες και θα κάνω τη μεγάλη παραχώρηση.

Ο χρόνος δεν με απασχολεί. Μόνο να μην πεθάνω. Δεν με νοιάζει το γήρας, η ηλικία. Θα γίνω 75, γεννήθηκα τον Δεκέμβριο του΄45. Αφού αντέχω να παίζω, να είμαι ενεργή και δυνατή, δεν έχω κανένα θέμα….»

«Από τις τηλεοπτικές μου δουλειές, η τελευταία ήταν το “Τέσσερα” του Παπακαλιάτη -ένα σπάνιο παιδί. Αν είναι να ξεχωρίσω μία, είναι το “Δις εξαμαρτείν”. Μου άρεσε πολύ και σεναριακά. Oι “Τρεις Χάριτες” ήταν ένας αφρός -η πρώτη μου επιτυχία, κι ας ήμουν σαράντα πέντε χρόνων. Περνούσα καλά στο γύρισμα, είχαμε επιτυχία, ήρθαν και λεφτά.

Έχω περάσει φτώχεια, αλλά ποτέ μιζέρια. Στο πατρικό μου, νοιώθαμε όλοι άρχοντες. Πώς τα κατάφερνε η μάνα μου, ποτέ δεν κατάλαβα. Έτσι έμαθα όμως, χωρίς μιζέρια.

Ναι, έχω νοιώσει την επιτυχία. Η επιτυχία είναι οδηγός. Σε κάνει να καταλάβεις ότι επικοινωνείς με το κοινό. Εγώ το λέω και το επαναλαμβάνω: Εμένα ο κόσμος με έχει στηρίξει. Έχω πάρει πολλή αγάπη από τον κόσμο, με συγκινεί η αγάπη του, με κάνει και βουρκώνω. Από τη μεριά μου δεν ξέρω αν έχω δώσει κάτι καλό, έχω δώσει όμως κάτι αληθινό… ».

Related posts

«Λάκη, σε ευχαριστώ που γύρισες»: Οι 26 λέξεις του Λαζόπουλου για τις οποίες αποθεώθηκε

Eκτακτη ανακoίνωση: Πpόσεχε αν έχεις λoγαριασμό στην Εθνική – Τι έχει συμβεί

Γέννησε πριν λίγο η Αλεξάνδρα Νίκα: Πατέρας για πρώτη φορά ο Κωνσταντίνος Αργυρός – To φύλο του μωρού