Σταματίνα Τσιμτσιλή: Ολόκληρη η συνέντευξή της
Μία συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης παραχώρησε η Σταματίνα Τσιμτσιλή στο περιοδικό OK!. Η δημοφιλής παρουσιάστρια αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στην καραντίνα και την οικογένειά της, στους γονείς της αλλά και στα παιδικά της χρόνια και τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε.
Η συνέντευξη της Σταματίνας Τσιμτσιλή
Λίγες μέρες πριν από την άρση του lockdown, τι νιώθεις; Ανυπομονησία ή φόβο;
“Είναι περίεργες οι στιγμές που ζήσαμε και ζούμε. Ακόμα πιο περίεργο και πιο άσχημο είναι ότι με έναν τρόπο το συνηθίσαμε πια, ότι αυτή η ρουτίνα έγινε η νέα κανονικότητά μας. Προσωπικά με τρομάζει λίγο που τα παιδιά μου ενθουσιάζονται όταν τους λέω να πάμε στο σούπερ μάρκετ. Που θεωρούν πως αυτή η έξοδος είναι η μοναδική τους ευκαιρία να διασκεδάσουν και να δουν λίγο κόσμο. Κουράστηκα, δεν θα σ’ το κρύψω. Θέλω τη ζωή μου πίσω!” λέει με έμφαση και προσθέτει: “Σκεφτόμουν χθες ότι ο γιος μου, που γίνεται 3 χρόνων αυτές τις μέρες, θα νομίζει μάλλον πως η “κανονική” ζωή είναι αυτό: σπίτι, σούπερ μάρκετ, άντε και μια μικρή βόλτα στη φύση”.
Δύο καραντίνες με τρία μικρά παιδιά μέσα στο σπίτι, αφού το αντέξατε αυτό με τον Θέμη, μάλλον θα αντέξετε τα πάντα…
Πες το ψέματα! (Γελάει.) Για να είμαι δίκαιη, πάντως, η δική μας καραντίνα δεν ήταν αυστηρή, υπό την έννοια πως δεν ήμασταν δυο δραστήριοι άνθρωποι που κλείστηκαν ξαφνικά μέσα σε ένα σπίτι, χωρίς να ξέρουν τι να κάνουν. Εγώ, για παράδειγμα, δεν σταμάτησα στιγμή να δουλεύω. Το ίδιο και ο Θέμης, ο οποίος μετέφερε την έδρα του στο σπίτι και εργαζόταν εκεί, μέσω Ζοοm, με τηλεδιασκέψεις κ.λπ. Αν καταφέρεις να νιώθεις ενεργός και να διατηρείς ένα πρόγραμμα, ένα ψήγμα, αν θες, από την παλιά σου καθημερινότητα, το πράγμα γίνεται πιο υποφερτό.
Δεν νιώθεις καμιά φορά εγκλωβισμένη μέσα σε αυτή την αψεγάδιαστη δημόσια εικόνα σου, πιεσμένη να την προστατεύσεις;
Δεν πιέζομαι ιδιαίτερα. Απλώς με τα χρόνια έμαθα να προσέχω, να φιλτράρω κάπως τα πράγματα. Πέρσι, για παράδειγμα, μες στην καραντίνα, μια μέρα που είχα φτιάξει πίτσα για πρώτη φορά και ήμουν χαρούμενη, ανέβασα μια φωτογραφία μου στο Instagram. Και επειδή έτυχε να φοράω σορτσάκι και ήταν χειμώνας, δέχτηκα κάτι απίστευτα αρνητικά σχόλια. Το ίδιο και άλλη μια φορά, που φωτογραφήθηκα στη Ραφήνα, σε μια περίοδο που τα μέτρα για τη μετακίνηση ήταν κάπως πιο χαλαρά. Κατάλαβα λοιπόν πως επειδή ο κόσμος δέχεται μεγάλη πίεση και ψάχνει πιθανόν τρόπους να την εκτονώσει, πρέπει να είμαι πιο προσεκτική. Να μην προκαλώ.
Δεν σε θυμώνει όλο αυτό το cyber bullying;
Με θυμώνει, δεν θα σου πω ψέματα. Το έχω αποδεχτεί όμως και έχω μάθει κάπως να ζω με αυτό, από τη στιγμή που τα social media είναι κομμάτι της δουλειάς μου. Τι άλλη επιλογή έχω; Να κλείσω τους λογαριασμούς μου; Όχι, δεν θα κάνω σε κανέναν αυτή τη χάρη.
Ποιο σχόλιο σε έχει ενοχλήσει πολύ;
Γενικώς, θυμώνω με σχόλια που εμπλέκουν άτομα της οικογένειάς μου, χωρίς να τα γνωρίζουν. Πες ό,τι θες για μένα, εφόσον εκτίθεμαι και έχω βήμα, λόγο και τρόπο να απαντήσω. Το να σχολιάζουν, όμως, τον άντρα μου ή τα παιδιά μου με ενοχλεί και με θυμώνει.
Στάθηκα σε μια παιδική φωτογραφία σου – είσαι πολύ μικρή και λίγο λυπημένη. “Νιώθω την ανάγκη” γράφεις “να αγκαλιάσω αυτό το κοριτσάκι με τα μεγάλα μάτια και να του πω ότι όλα θα πάνε καλά”. Γιατί φοβόσουν πως κάτι θα πήγαινε στραβά;
Δεν φοβόμουν ακριβώς. Απλά, όταν εγώ άρχιζα τη ζωή μου, τίποτα δεν ήταν προδιαγεγραμμένο – ούτε η επιτυχία ούτε η ασφάλεια. Ξεκίνησα από ένα διαμέρισμα 60 τετραγωνικών στα Άνω Πατήσια, με δυο γονείς που αγαπούσαν πολύ κι εμένα και την αδελφή μου, αλλά δεν είχαν τα οικονομικά μέσα να χρηματοδοτήσουν τα όνειρά μας, τις σπουδές μας κ.λπ. Ένιωσα λοιπόν πως καμιά φορά πρέπει να “χαϊδεύουμε” το παιδάκι που έχουμε μέσα μας. Αυτό το παιδί που είμαστε εμείς και που είχε την αγωνία αν θα τα καταφέρει, αν θα προχωρήσει, αν θα πετύχει κι αν θα γίνει ένας καλός άνθρωπος. Πρέπει να το πιάσεις από το χέρι και να του πεις: “Εντάξει, όλα πήγαν καλά. Τα καταφέραμε”.