Σταύρος Παράβας: Ολόκληρη η ιστορία της ζωής του ηθοποιού
Στις 15/04/1935 γεννήθηκε ο Έλληνας ηθοποιός Σταύρος Παράβας και απεβίωσε στις 13/09/2008. Μάλιστα, έζησε τα χρόνια της χούντας και άσκησε την τέχνη της υποκριτικής, κάτι το οποίο πλήρωσε με εξορία.
Η πιο χαρωπή και ανάλαφρη μορφή της ελληνικής φαρσοκωμωδίας, που πέρασε στην κινηματογραφική αθανασία με την ατάκα του «θα τραβήξω τις κοτσίδες μου, θα ξεσκίσω τα προικιά μου». Ήταν πάντα πολλά περισσότερα από τον «Φίφη τον Αχτύπητο» ή το «Κοροϊδάκι της Πριγκηπέσσας».
Ο ταλαντούχος κωμικός μας άφησε κληρονομιά τον επιθεωρησιακό τύπο του θηλυπρεπούς άντρα, την gay καρικατούρα δηλαδή. Κατάφερε να κάνει το ελληνικό κοινό να σκάει στα γέλια. Ο ακαταμάχητος Φίφης του έγινε ανάρπαστος από το 1963. Ο Φίφης, γεννήθηκε κινηματογραφικά και απαθανατίστηκε σε πλήθος ταινιών του εμπορικού μας σινεμά. Συνέχισε με ρόλους κομμωτή, μόδιστρου και διπλές ερμηνείες άντρα-γυναίκας, καθιερώνοντας έτσι τον τσαχπίνη χαρακτήρα στη μεγάλη οθόνη.
Σαφώς τυποποιημένος σε ρόλους λαϊκού gay παιδιού στη δεκαετία του 1960. Ταυτοχρόνως δημιούργησε και τα στερεότυπα του σαχλού ομοφυλόφιλου. Ο ετοιμόλογος, χιουμορίστας και καπάτσος Παράβας, αφήνει την επόμενη δεκαετία μουστάκι και μακρύ μαλλί και μετατρέπεται στον χοντροκομμένο πλην συμπαθή «Μάγκα με το τρίκυκλο», αλλάζοντας άρδην την εικόνα του!
Τώρα είναι ο τραχύς και γνήσιος μάγκας του ελληνικού σινεμά, αν και για τον ίδιο η αλλαγή ήταν σχεδόν επιβεβλημένη. Όπως είχε εξομολογηθεί και ο ίδιος, το χαρακτηριστικό παχύ μουστάκι, το άφησε για να μην τον συγχέουν στην προσωπική ζωή του με τους ομοφυλόφιλους χαρακτήρες που υποδυόταν με τόση επιτυχία στο σινεμά!
Ο Φίφης έγινε πρωταγωνιστής γιατί ήταν πρωταγωνιστής αυτός που τον ενσάρκωνε. Ο Παράβας έφερνε τον ρόλο στα μέτρα του και τον απογείωνε. Ωστόσο, δεν είχε σε εκτίμηση το ανάλαφρο εμπορικό σινεμά του καιρού του. «Για ό,τι τους έλειπε στο σινεμά, φώναζαν τον Παράβα», ήταν τα λόγια του σε συνέντευξή του, στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Ο Παράβας Φίφης, ο Παράβας ντυμένος γυναίκα. Ο Παράβας σε διπλό ρόλο άντρα-γυναίκας. Ο Παράβας με φουστάνι, με περούκα. Ο Παράβας κομμωτής, χαρτορίχτρα, υπηρέτρια, μόδιστρος κ.λπ. Το ελληνικό κοινό διψούσε να τον απολαμβάνει σε τέτοιους ρόλους και δεν τον αποδεχόταν μάλιστα πουθενά αλλού.
Ο Παράβας άφησε μουστάκι και μαλλί, πάχυνε και λίγο και συνέχισε κατόπιν την καριέρα του κανονικά, επανεφευρίσκοντας την κινηματογραφική του περσόνα. Ιδιαίτερα μετά τη Χούντα, έπαιζε πια αποκλειστικά σε «σοβαρούς» ρόλους. Από αρχαία κωμωδία μέχρι κλασικό θέατρο, αφήνοντας για τα καλά πίσω του τη ζωντάνια του Φίφη του.
Όσο για την πολυτάραχη ζωή του, ο Παράβας τόλμησε να σατιρίσει τους πραξικοπηματίες συνταγματάρχες στο θέατρο. Εξαιτίας αυτού, βρέθηκε στην εξορία, στο κολαστήριο της Γυάρου! Θέλοντας να τερματίσει την καταγέλαστη λογοκρισία που είχαν επιβάλει οι δικτάτορες στο θέατρο, συμμετείχε σε ένα «ύποπτο για κομμουνιστικές προεκτάσεις» σκετς στην παράσταση «Ντιρλαντά» επί των ημερών του χουντικού Ιωαννίδη. Μια φράση του και μόνο, θα τον έστελνε κατευθείαν στη Γυάρο.
Σταύρος Παράβας: Τα πρώτα χρόνια και η θεατρική καριέρα
Ο Σταύρος Παράβας γεννήθηκε στις 15 Απριλίου 1935, μέσα σε πολυμελή οικογένεια μικρασιατικής καταγωγής. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά των μικρασιατών προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στα Τουρκοβούνια της Αθήνας, όπου γεννήθηκε ο Σταύρος, αν και μεγάλωσε τελικά στα «Προσφυγικά» της Λεωφόρου Αλεξάνδρας.
Ο Παράβας μεγαλώνει μέσα σε δύσκολα παιδικά χρόνια, μοχθώντας από παιδί για τον επιούσιο. Πάντα είχε αγάπη, ανεμελιά και όνειρα. Βοηθούσε στο πενιχρό οικογενειακό εισόδημα κάνοντας αναρίθμητες δουλειές του ποδαριού ως παιδί για τα θελήματα.
Μέσα στις δυσκολίες αυτές, το καταφύγιό του θα γίνει το θέατρο, κολλώντας από πολύ μικρός το μικρόβιο της υποκριτικής. Ο Παράβας συμμετέχει ανελλιπώς στις σχολικές παραστάσεις και όλοι αναγνωρίζουν το ταλέντο του. Ακόμα και ο καθηγητής της μουσικής στα γυμνασιακά του χρόνια, τον παροτρύνει ενεργά να κυνηγήσει το όνειρο της ηθοποιίας.
Κι έτσι έφηβος ακόμα θα μαθητεύσει δίπλα στον ηθοποιό Θεόδωρο Έξαρχο. Εκείνος, θα τον στείλει το 1952 στη Δραματική Σχολή του Κώστα Μιχαηλίδη. Ο Μιχαηλίδης εντυπωσιάστηκε από το ταλέντο του πάμφτωχου παιδιού και το κράτησε στη σχολή χωρίς να πληρώσει ποτέ.
Το ντεμπούτο του στο σανίδι θα έρθει το 1955 με τον γνωστό θίασο της κυρίας Κατερίνας, ερμηνεύοντας έναν αστυνομικό στην παράσταση «Πρώτο Ψέμα» του Ρούσσου (που θα μεταφερθεί αργότερα στο σινεμά ως «Σωφερίνα» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη), και στη συνέχεια θα εμφανιστεί σε πλήθος παραστάσεων με τον Ντίνο Ηλιόπουλο, τη Βίλμα Κύρου και αργότερα τη μόνιμη σχεδόν παρτενέρ του Ελένη Προκοπίου.
Όνομα θα κάνει στο πλευρό του Χατζηχρήστου στο ανάλαφρο μουσικό θέατρο της εποχής, συμμετέχοντας κατόπιν -στη δεκαετία του 1970 πια- στα δημοφιλέστατα επιθεωρησιακά νούμερα του καιρού παραλλάσσοντας τον ανεπανάληπτο «Φίφη» του. Σε μια τέτοια επιθεώρηση θα συλληφθεί κατά τη Χούντα. Σε μια άλλη, θα κάνει εχθρό την Αλίκη Βουγιουκλάκη, καθώς στην επιθεώρηση άφησε βαθιά τη σφραγίδα του ο Παράβας. Στη δεκαετία του 1980 θα στραφεί σε έργα του κλασικού ρεπερτορίου επανευφερίσκοντας ριζικά την καλλιτεχνική του περσόνα, παίζοντας πια σε ξένο ρεπερτόριο αλλά και αριστοφανικές κωμωδίες της Επιδαύρου.
Η καριέρα του Σταύρου Παράβα στον κινηματογράφο
Το ντεμπούτο του στο σινεμά θα λάβει χώρα εξίσου νωρίς στην εκτεταμένη του καριέρα: το 1960 θα τον βρει δίπλα στον Ντίνο Ηλιόπουλο στη «Χριστίνα» του Δαλιανίδη, ακολουθώντας τα φιλμ «Σκληρός Άντρας», «Το παιδί της πιάτσας» και «Το έξυπνο πουλί», ερμηνεύοντας τον ρόλο του λαϊκού μάγκα δηλαδή, ένα από τα σήματα-καταταθέν της υποκριτικής του. Το 1961 θα παίξει και στην «Αλίκη στο Ναυτικό» ως συνάδελφος του ναυτικού δόκιμου Δημήτρη Παπαμιχαήλ.
Αν και η δεκαετία του 1960 θα χαρακτηριστεί εν πολλοίς από τον τσαχπίνη «Φίφη», ο οποίος θα απαθανατιστεί σε πλήθος ταινιών. όπως στις «Εμίρης και κακομοίρης» (1964), «Μπετόβεν και μπουζούκι» (1965), «Φίφης ο αχτύπητος» (1966) και τόσες ακόμα.
Ο δεύτερος ρόλος σήμα-κατατεθέν του Παράβα, η στερεοτυπική απεικόνιση του ομοφυλόφιλου άντρα. Έβγαζε άφθονο γέλιο στην πουριτανική Ελλάδα του 1960. Ο Παράβας θα επαναλάβει τον ανδρόγυνο και παρενδυτικό τύπο του σε αμέτρητες ταινίες της εποχής. Μερικές ήταν: ο κομμωτής στη «Βουλευτίνα» (1966), μόδιστρος στην ομότιτλη ταινία του 1967, Σταύρος και Μπουμπού στη «Χαρτορίχτρα» (1967), Σταύρος και Ασπασία στο «Για μια τρύπια δραχμή» (1968), Οδυσσέας και Πηνελόπη στους «Μνηστήρες της Πηνελόπης» (1968), Ναπολέων και Ντε Λα Σάντα Μόνικα Ντε Λα Κάτω Τούρλας στον «Τσαχπίνη» (1968) και δεν συμμαζεύεται!
Η πλούσια κινηματογραφική καριέρα του Παράβα μετρά 47 κινηματογραφικές ταινίες. Έπαιζε με την ίδια άνεση τόσο τον βλοσυρό μάγκα, όσο και τον ανάλαφρο ομοφυλόφιλο. Ρόλους που μετέφερε στο θέατρο της εποχής και έγινε τελικά αστέρας πρώτης γραμμής και ένας από τους μεγάλους πρωταγωνιστές της ελληνικής φαρσοκωμωδίας.
Βέβαια το 1971 θα έρθει ο μεγαλύτερος προσωπικός του θρίαμβος. Η ερμηνεία που σφράγισε ίσως την κινηματογραφική του καριέρα, ο «Μάγκας με το τρίκυκλο»…
Σταύρος Παράβας: Η σύλληψη, ο βασανισμός και η εξορία
Ήταν το 1974, επί δικτατορίας Ιωαννίδη, που θα ανέβαινε στο Θέατρο Ρεξ η παράσταση «Ντιρλαντά». Στη διάρκεια της γενικής πρόβας, ο Παράβας ζήτησε από τον θεατρικό συγγραφέα να του γράψει μια αντιδικτατορική μαντινάδα, γνωρίζοντας πως η προσθήκη της τελευταίας στιγμής δεν θα είχε την έγκριση των λογοκριτών. Ο Παράβας ανέλαβε πλήρως την ευθύνη για τις ατάκες εκτός κειμένου, καθησυχάζοντας τους συνεργάτες του.
Οι στίχοι της μαντινάδας πήγαιναν ως εξής: «Όποιος καλά μας κυβερνά / θα είναι και δικός μας / γύψο, κοντούς, τρελούς και τανκς / δε θέλει ο λαός μας / Είπα πολλά και λάλησα και πρέπει να το στρίψω / μη τύχει και με βάλουνε και μένα μες στον γύψο». Ο Παράβας, που ενσάρκωνε στην παράσταση έναν λυράρη από την Κρήτη, βγήκε και είπε αγέρωχα τα λόγια του, τα οποία επανέλαβε και την επομένη παρά τις ενστάσεις και τους φόβους των συναδέλφων του.
Κι έτσι το μοιραίο εκείνο Σάββατο τον επισκέφθηκαν στο καμαρίνι του δύο στρατονόμοι με πολιτικά, οι οποίοι τον πήραν σηκωτό για να μην τον ξαναδεί κανείς. Στην έξοδό τους μάλιστα από το θέατρο, ο θυρωρός τους ρώτησε πού τον πάνε, για να εισπράξει την ειρωνική απάντηση: «Εδώ δίπλα, θα γυρίσει σε λίγο, σε έξι μήνες»! Μέχρι να αντιληφθούν τι είχε συμβεί, ο Παράβας ήταν ήδη καθοδόν για τη Γυάρο.
«Δεν μπορούσα να σκεφτώ και να διανοηθώ ότι υπάρχουν τέτοια μέρη τέρατα, όπου φυλακίζουν ανθρώπινες ψυχές», θα πει ο ηθοποιός χρόνια μετά. Ο Παράβας παρέμεινε στη Γυάρο μέχρι και την πτώση της δικτατορίας, όντας ένας από τους τελευταίους 44 εξόριστους που έφυγαν από το κολαστήριο.
Λίγα χρόνια αργότερα, ένα ακόμα επιθεωρησιακό σκετς του Παράβα στο έργο «Και μη χειρότερα», στο οποίο σατίριζε την Αλίκη Βουγιουκλάκη, θα γινόταν αιτία να βρεθούν οι δύο ηθοποιοί αντίδικοι στο δικαστήριο! Η Βουγιουκλάκη έκανε μήνυση στους συντελεστές της παράστασης γιατί αισθάνθηκε πως θίγεται. «Κύριε πρόεδρε», είπε στο δικαστήριο ο μουσικός της παράστασης Γιώργος Μουζάκης ως μάρτυρας υπεράσπισης, «Παράβας υπάρχει, παράβαση δεν υπάρχει»!
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του Σταύρου Παράβα
Μετά την επιστροφή του από τη Γυάρο, όντας ολότελα αλλαγμένος, υποδυόταν πια «σοβαρούς» ρόλους σε παραστάσεις κλασικού και σύγχρονου ρεπερτορίου. Ο «Φίφης» και ο «μάγκας» ήταν τώρα παρελθόν, καθώς ο Παράβας στράφηκε στην αριστοφανική κωμωδία μετρώντας μεγάλες δόξες στην Επίδαυρο (όπως στις παραστάσεις «Πλούτος», «Ιππείς», «Εκκλησιάζουσες»). Άλλες γνωστές του επιτυχίες στο ξένο ρεπερτόριο ήταν οι «Ψύλλοι στ’ αφτιά» με τον θίασο Καλογεροπούλου, το «Μόνο ζευγάρι» με τον Νίκο Κούρκουλο, τα «Σκουπίδια», τα «Χριστούγεννα των Κουπιέλο» κ.λπ.
Πολλές από αυτές του τις ερμηνείες έγραψαν θεατρική ιστορία. Πέρα από το σινεμά και το θέατρο, ο δημοφιλής ηθοποιός πήρε μέρος και σε τηλεοπτικά σίριαλ, όπως «Το φάντασμα», «Τα αδέρφια», «Οικογένεια Μουσαμά» κ.ά., αφήνοντας το στίγμα του και στη μικρή οθόνη.
Σταύρος Παράβας: Είχε σχέση με την Καλλιρόη Πατρονικόλα
Στα παραλειπόμενα της ζωής του, ο Παράβας διατηρούσε άλλωστε σχέση με την αδελφή του Αριστοτέλη Ωνάση, Καλλιρρόη Πατρονικόλα, όπως είχε εκμυστηρευτεί στον καλό του φίλο και ηθοποιό Γιάννη Νέζη. Με την υγεία του βεβαρημένη, θα παίξει το 1995 στο υπέροχο «Ακροπόλ» του Παντελή Βούλγαρη και λίγο αργότερα στο «Αύριο θα ξέρουμε» (1997) του Ανδρέα Θωμόπουλου, όντας εξαιρετικός μέσα στη μελαγχολία της ερμηνείας του.
Όντας παντρεμένος εδώ και χρόνια με τη Βρετανή Άννι, είχε αποκτήσει τρία παιδιά, δύο κόρες και τον γιο του Τζόναθαν, ο οποίος πέθανε ξαφνικά το 2002 από πνευμονικό οίδημα αφήνοντάς τον βουτηγμένο στη θλίψη και το πένθος. Την περίοδο της δικτατορίας, η σύζυγός και τα παιδιά του είχαν επιστρέψει μόνιμα στην Αγγλία. Γνωρίζοντας την προσωπική τραγωδία στα στερνά της ζωής του, κλείστηκε στο καβούκι του και αποτραβήχτηκε από την κοινωνία. Μοναδική παρηγοριά του ήταν μόνο ο εγγονός του Σταύρος.
Μετά και την άρνηση του Υπουργείου Πολιτισμού να του χορηγήσει τιμητική σύνταξη, ο Σταύρος Παράβας έσβησε στο σπίτι του από ανακοπή καρδιάς στις 15 Σεπτεμβρίου 2008, με μοναδική παρουσία αυτή της οικιακής βοηθού του. Καρδιακά προβλήματα και εγκεφαλικά επεισόδια τον ταλαιπωρούσαν από καιρό, περνώντας τις πόρτες των νοσοκομείων εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία. Κηδεύτηκε δύο μέρες αργότερα δημοσία δαπάνη…