Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Ο ζεν πρεμιέ του ελληνικού σινεμά, τα παιδικά χρόνια, το ανεκπλήρωτο όνειρο και η ξαφνική απόσυρση από τα φώτα

Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Ο ζεν πρεμιέ του ελληνικού σινεμά, τα παιδικά χρόνια, το ανεκπλήρωτο όνειρο και η ξαφνική απόσυρση από τα φώτα

Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Τα άγνωστα κεφάλαια της ζωής του

Στις 04/08/1940 γεννήθηκε στην Αθήνα ο ηθοποιός Βαγγέλης Βουλγαρίδης, ο οποίος θεωρήθηκε ζεν πρεμιέ της εποχής του, γινόταν άλλοτε το αγόρι της Αλίκης Βουγιουκλάκη, άλλοτε της Ζωής  Λάσκαρη και και άλλοτε το κολεγιόπαιδο που παραστρατούσε.

«Από καλή οικογένεια» όπως λένε στο καλλιτεχνικό στερέωμα, δεν ήταν γι’ αυτόν το επάγγελμα του ηθοποιού βιοποριστικό.

Ο πατέρας μου ήταν φαντάρος είχε πει o Βαγγέλης Βουλγαρίδης στην Espresso τότε που γεννήθηκα και δούλευε ως εργολάβος ελαιοχρωματιστής. Γεννήθηκα στην Αθήνα στην περιοχή Σόνια της λεωφόρου Αλεξάνδρας που ήταν καλλιτεχνική γειτονιά. Πολύ γλυκιά γειτονιά με μονοκατοικίες και ο ένας γείτονας πρόσεχε τον άλλον. Αυτό που θυμάμαι αμυδρά ως παιδί του πολέμου, είναι το καταφύγιο που υπήρχε πίσω από την τουαλέτα που είχαμε στην αυλή αλλά και το πλιγούρι που τρώγαμε κάθε μέρα».

«Ο πατέρας μου όταν τέλειωσε ο πόλεμος εργαζόταν στα σκηνικά της κινηματογραφικής εταιρίας Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης και τα καλοκαίρια με έβαζε και μένα στη δουλειά. Έκανα όλες τις δουλειές. Αυτό ήταν θείο δώρο, γιατί μετέπειτα με τα χέρια μου έφτιαχνα τα πάντα. Όμως ήξερα να διαχειρίζομαι μέχρι και την τελευταία δραχμή σωστά. Στο σχολείο που πήγαινα στου Τοσίτσα ήμουν πολύ καλός μαθητής. Ωστόσο μπήκα από μικρός στην Σχολή Σταυράκου και δεν μπόρεσα να ζήσω έντονα τα μαθητικά μου χρόνια. Βέβαια παιδικό μου όνειρο ήταν να γίνω… δεσπότης {γέλια}».

Για τα πρώτα του λεφτά ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης λέει: “Με βλέπει η μάνα μου με τα χρήματα στο χέρι γυρίζει και μου λέει: «παιδί μου τα λεφτά είναι δικά σου κάνε τα ό,τι θέλεις. Σου δίνω μια συμβουλή: Αν όχι τα μισά, το ένα τρίτο κρύψτα και ξέχασέ τα. Και έτσι έκανα σε όλη μου τη ζωή. Είμαι ένας άνθρωπος που αν μου αρέσει η δουλειά, δουλεύω. Αν δεν μ΄αρέσει δεν δουλευώ. Προτιμούσα να δουλέψω περισσότερο την μια χρονιά και να καθίσω την άλλη. Έπειτα, εγώ δεν είχα ποτέ ούτε χόμπι ούτε πάθη. Πληρωνόμουν καλά και κρατούσα τα χρήματά μου. Τα μόνα χρήματα που χαλούσα ήταν στα ρούχα. Σε κάθε μου εμφάνιση φορούσα άλλα”.

Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Ο ζεν πρεμιέ του ελληνικού σινεμά, τα παιδικά χρόνια, το ανεκπλήρωτο όνειρο και η ξαφνική απόσυρση από τα φώτα

Η επαγγελματική πορεία του Βαγγέλη Βουλγαρίδη

Ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης ήταν ένα πανέμορφο ψηλόλιγνο αγό­ρι, με μεγάλα μαύρα μάτια. Το ευγε­νικό παρουσιαστικό του, η ομιλία και η άρθρωση του, ακόμη και ο τρόπος που σε κοίταζε ήταν διαφορετικά από των άλλων αντρών εκείνης της εποχής. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Λυκούργου Σταυράκου και αμέσως ξεχώρισε ανάμεσα σε άλλους ηθοποι­ούς της γενιάς του. Διακρίθηκε για το ταλέντο του, αλλά κυρίως για το ήθος του, και η πρώτη επαγγελματική πρόταση ήρθε από τον Ορέστη Λάσκο, για την ταινία «Νύχτες στο Μιραμάρε», όπου σε ηλικία 16 ετών έκανε το ντεμπούτο του στο πλευρό της Σμαρούλας Γιούλη και της Ζωζώς Σαπουντζάκη, ενσαρκώνοντας τον Δημήτρη Αντω­νίου. Από εκεί και πέρα η καριέρα του εκτινάχθηκε στα ύψη, μια και τον ανέλαβε ο Γιάννης Δαλιανίδης για να τον κάνει τον επόμενο ζεν πρεμιέ της εποχής, σε ρόλους-σταθμούς, σε ταινίες όπως «Ο κατήφορος», που έσπασε ταμεία το 1961, «Νόμος 4.000» το 1962, «Μερικοί το προτιμούν κρύο» την ίδια χρονιά και μερικές ακόμα…

“Ήθελε να ακολουθήσω το επάγγελμά του γιατί είχε συνεργείο ολόκληρο που ασχολούνταν με αυτή την δουλειά, λέει ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης. Και πως έμαθε ο πατέρας μου ότι σπούδαζα κρυφά υποκριτική στη Σχολή Σταυράκου; Σε κάποιο διάλειμμα με είδε που καθόμουν απέξω από την σχολή και άρχισε το…πανηγύρι. Φωνές και δεν συμμαζεύεται. Εν τέλει έφυγα από το σπίτι και έψαχνα για δουλειά. Και ξαφνικά με βρίσκει ο Γιώργος Θεοδοσιάδης και μου λέει: η Έλσα Βεργή ανοίγει θέατρο, θες να έρθεις να κρατάς το μικρόφωνο. Και τρέχω και πάω. Έπαιζαν η Βεργή, ο Καρούσος, ο Κούρκουλος. Εγώ το μόνο που έκανα ήταν να πατάω το κουμπί στο κασσετοφωνάκι και να παίζει η μουσική. Ξαφνικά στο σενάριο βρίσκεται και ένα βουβό πρόσωπο, ένας ναύτης τον οποίο μου πρότειναν να τον κάνω εγώ” . Από τα λεφτά αυτού του βωβού ρόλου, νοίκιασε διαμέρισμα και η ζωή του άρχισε να ρέει σα νερό…

Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, την ίδια περίοδο που ο ελληνικός κινημα­τογράφος έχανε πλέον την αίγλη του. Η τελευταία ταινία του ήταν το 1973 με τίτλο «Τανγκό 2001». Την ίδια περίοδο της μεγάλης δόξας του έπαιξε και σε θεατρικά έργα, όχι όμως σε πολλά, άλλωστε δεν είχε βιοποριστικό πρόβλημα. Προτιμούσε να κάνει ελάχιστα πράγματα, αλλά προσεγμένα.

Η είδηση της ημέρας

Ενσάρκωσε κυρίως ευαίσθητους χαρακτήρες και έμεινε στη συνείδηση του κοινού για τον ευγενικό χαρακτήρα του και τη σεμνότητα του. «Δεν δίστασα να μείνω άνεργος… Είναι πιο τίμιο να πάω να δουλέψω στα μπουζούκια από το να βγω στη σκηνή και να πω ασυναρτησίες, ανοησίες. Να κοροϊδέψω τον κόσμο» είχε αναφέρει σε μια από τις πολύ σπάνιες συνεντεύξεις του στο παρελθόν.

Και τα επόμενα χρόνια, όμως, ο Γιάννης Δαλιανίδης δεν τον άφησε χωρίς δουλειά, μια και εκτιμούσε πολύ το ήθος του. Έτσι, τον έκανε παρουσιαστή στη θρυλική τηλεοπτική σειρά του «Λούνα Παρκ», ενώ συμμετείχε και στη σειρά του Ερρίκου Ανδρέ­ου «Στησιχόρου 73», που προβλήθηκε από την ΥΕΝΕΔ.

Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Ο ζεν πρεμιέ του ελληνικού σινεμά, τα παιδικά χρόνια, το ανεκπλήρωτο όνειρο και η ξαφνική απόσυρση από τα φώτα

Βαγγέλης Βουλγαρίδης: Η κακή συνεργασία με τον Νίκο Φώσκολο

Όταν έγινε και η απόπειρα της «Λάμψης» του Φώσκολου, είπα τέρμα», λέει στην Espresso ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης. Ο ίδιος λέει σχετικά:«Κάποια στιγμή χτυπάει το τηλέφωνο και είναι ο Φώσκολος. Μου λέει: «Βαγγέλη σε θέλω για την «Λάμψη». Εγώ δεν βλέπω τηλεόραση γενικά και δεν ήξερα την σειρά του. Του είπα επίσης ότι το ωράριό μου ήταν συγκεκριμένο. Είχα μπει σε άλλους ρυθμούς ζωής μετά το τέλος από τα θέατρα και τις μουσικές σκηνές. Επειδή κοιμάμαι τις πρωινές ώρες, ξυπνάω μεσημέρι. Του απαντάω αρχικά όχι. Μου λέει, «θα τα φτιάξουμε όλα μην ανησυχείς». Τέλος πάντων, τα βρίσκουμε {με πείθει και ο Δαλιανίδης} και πηγαίνω. Η συμφωνία μας ήταν: να πηγαίνω στις 12.00 το μεσημέρι, τα συμφωνηθέντα χρήματα και ήθελα το όνομά μου τελευταίο για να μην καπελώσω τους προγενέστερους συναδέλφους μου. Και τελικά…το τίποτα. Δεν τηρήθηκε τίποτα από όσα είχε δεσμευτεί. Ούτε το σενάριο δεν μου είχαν. Έπρεπε να πηγαίνω να παίρνω το σενάριο στην άλλη μεριά της Αθήνας. Τέλος πάντων άρχισαν να στέλνουν το σενάριο, όμως δεν υπήρχε αρχή μέση και τέλος σε όσα έλεγα. Οι διάλογοι ήταν ίδιοι. Αναμάσημα στο αναμάσημα και ένα είδος παπαγαλίας. Και όχι μόνο αυτό, έπρεπε να είμαι στημένος χωρίς να κουνιέμαι κάν. Έφτασα στο σημείο να τους πω «παιδιά με καρφώνετε κάπου;».

Δεν είχε τηρήσει καμία από τις υποσχέσεις. Καμία όμως! Και έρχεται και το κερασάκι στην τούρτα: ήταν ένα επεισόδιο που έπαιζε η Παπανίκα με την οποία βάσει σεναρίου είμαι ερωτευμένος και την ξανασυναντώ μετά από χρόνια. Αυτή έχει μια κόρη την οποία ενδόμυχα είμαι ερωτευμένος με την κόρη. Και τον αφήνω να δούμε που θα το πάει. Το σενάριο λέει ότι είμαι μεθυσμένος και βιάζω την κόρη της Παπανίκα. Του λέω: «Νίκο τι είναι αυτό; Με θέλεις καθίκι στο σενάριο; Θα είναι πολύ μεγάλη η χαρά μου. Γράψε όμως πέντε επεισόδια που να μπει ο κόσμος στο νόημα για το τι είμαι». Μου απαντάει: «αυτά δεν γίνονται Βαγγέλη». Του απαντάω: «και εγώ δεν γίνεται να «βιάσω» την κόρη. Και μου λέει: «θα είσαι πολύ μεθυσμένος και θα την «βιάσεις». Και του απαντάω έξαλλος: «Στην ηλικία μας όσο πιο πολύ πίνεις, τόσο πιο δύσκολα σου σηκώνεται». Και άρχισε να με βρίζει: «δεν έπρεπε να σε πάρω γιατί είχα ακούσει ότι είσαι κωλόπαιδο, είσαι αντιεπαγγελματίας και κακώς έκανα που σε ξέθαψα». Εκεί τρελάθηκα, γυρίζω και του απαντάω: «Νίκο μου δεν τήρησες τίποτα από όσα είχαμε πει και δημιουργείς ένα επεισόδιο έτοιμο να με «τελειώσεις». Δεν χτύπησα εγώ το κουδούνι σου, ούτε το τηλέφωνό σου. Εσύ μου πρότεινες. Αλλά και να με ξέθαψες όπως λές, και εσένα ο ΑΝΤ1 σε ξέθαψε μετά από 20 χρόνια». Έκτοτε σιχάθηκα τα πάντα. Και λυπάμαι, γιατί μια ευτυχισμένη πορεία ζωής, ήρεμη και μακριά από τα πάντα μου την διέκοψε η «Λάμψη». Άλλωστε η βωμολοχία είχε μπει σε όλα τα σήριαλ και εγώ δεν είχα θέση. Δεν μου πήγαινε. Είπα στον εαυτό μου: δεν έχω ανάγκη να φάω, χαίρεται. Και εξαφανίστηκα».

Έκτοτε ο ίδιος δηλώνει «παλαίμα­χος ηθοποιός» και δεν έχει κάνει καμιά δημόσια εμφάνιση έως σήμερα. Παραμένει ένας πολύ απλός και ρομαντικός άνθρωπος και οι επιστήθιοι φίλοι του τον λατρεύουν! Ζει πλέον στην  Πελοπόνησσο, στο ησυχαστήριό του μην έχοντας κάνει συμβιβασμούς και κυρίως μην έχοντας απωθημένα…

Προτεινόμενα