Το μοναδικό ελληνικό εστιατόριο στο Τόκυο το έχει ένας.. Ιάπωνας που λατρεύει την Ελλάδα

by Newsroom i-diakopes.gr
Το μοναδικό ελληνικό εστιατόριο στο Τόκυο το έχει ένας.. Ιάπωνας που λατρεύει την Ελλάδα

ΑΠΟΤΑΣΣΕΣΑΙ ΤΟ SUSHI; ΑΠΕΤΑΞΑΜΗΝ.

Βρισκόμουν στην χώρα του ανατέλλοντος ηλίου, φιλοξενούμενος σε ένα φιλικό σπίτι Ιαπωνέζων, αποκομμένος από κάθε τι ελληνικό. Ένα απόγευμα το Τόκυο, όπου έμενα, χτυπήθηκε από τυφώνα και δεν μπορούσαμε να βγούμε από το σπίτι οπότε οι φίλοι μου μαζί κι εγώ σερφάραμε στο Ιαπωνικό Ιντερνετ. Ξαφνικά βρεθήκαμε σε μία ιστοσελίδα από την οποία το μόνο που μπορούσα να ξεχωρίσω ήταν η ελληνική σημαία. Μου μετέφρασαν το περιεχόμενο όπου διαφήμιζε την μοναδική ελληνική ταβέρνα στην πόλη του Τόκυο. Αμέσως τηλεφωνήσαμε και οι φίλοι μου, κανόνισαν τη συνέντευξη με τον Ιάπωνα ιδιοκτήτη την επόμενη ημέρα το απόγευμα.

Ώρα 5μμ., Καουαγκόε (όνομα περιοχής του Τόκυο), ταβέρνα Γιώργος. Στο εξωτερικό του κτιρίου υπάρχει μία μεγάλη ταμπέλα που απεικονίζει τον Παρθενώνα και γράφει στα Ιαπωνικά το όνομα του καταστήματος (δηλαδή ταβέρνα Γιώργος).

Το ελληνικό στοιχείο του καταστήματος επισφραγίζεται από την τεράστια ελληνική σημαία που κυματίζει δίπλα από την εξωτερική πόρτα του μαγαζιού. Μπαίνοντας μέσα σε ένα χώρο που θυμίζει τις παραδοσιακές ταβέρνες στην πλατεία Αθωνος της Θεσσαλονίκης μας υποδέχτηκε ο ιδιοκτήτης. Με τη βοήθεια της Γιαπωνέζας φίλης μου Κάϊο συστηθήκαμε . Ο κ. Μουράτα Ματσουσίγκε, ένας μποέμ Ιαπωνέζος, είναι ο άνθρωπος που παραιτήθηκε από την θέση του προγραμματιστή υπολογιστών στη Honda για να ανοίξει ελληνική ταβέρνα, τη μοναδική που βρίσκεται στην πρωτεύουσα του Soushi, το Τόκυο.

Η Ιαπωνική ομάδα ελληνικών χορών του Μουράτα.

Είναι η αγάπη του για τους Βαλκανικούς χορούς που, εν έτι 1975, τον ταξιδεύει μέχρι την μακρινή (για τους Ιάπωνες) Βουλγαρία. Εκεί παρακολουθεί μαθήματα χορού και γεύεται για πρώτη φορά στη ζωή του βουλγάρικο φαγητό. Φεύγει μετά από δύο μήνες, απογοητευμένος από το γαστρονομικό κόσμο, το σέρβις στα εστιατόρια και το κομμουνιστικό καθεστώς της χώρας. « Παρ’ όλα αυτά τότε κατάλαβα ότι στην Ιαπωνία δεν ξέρουμε και τόσα πολλά για το ευρωπαϊκό φαγητό. Νομίζουμε ότι παντού επικρατεί η Γαλλική κουζίνα και η ιταλική pasta. Εμένα που με ενδιαφέρει η μαγειρική- και τότε νόμιζα ότι ήξερα κιόλας- αυτό μου το ταξίδι ήταν η ανακάλυψη ενός νέου, διαφορετικού κόσμου γεύσεων, αυτού των Βαλκανίων.» εξομολογείται ο Ιάπωνας ταβερνιάρης.

Τρία χρόνια μετά αποφασίζει να επιστρέψει στα Βαλκάνια για να παρακολουθήσει και πάλι μαθήματα χορού. Αυτή τη φορά προορισμός του είναι η εξωτική, όπως την παρουσίαζαν τότε, Ελλάδα. Αυτή η γνωριμία έμελλε να του αλλάξει τον τρόπο ζωής αλλά και το επάγγελμα.

«Τα 1978 πάω διακοπές στην Ελλάδα και παρακολουθώ μαθήματα χορού. Επίσης αρχίζω και ανακαλύπτω το αγαπημένο μου φαγητό, το ελληνικό. Επισκέφτηκα διάφορες αθηναϊκές ταβέρνες και κατάλαβα ότι η ταβέρνα δεν είναι απλά ένα εστιατόριο αλλά είναι ένας χώρος που κρύβει μία ολόκληρη φιλοσοφία ζωής, τη νεοελληνική» τονίζει ο κ. Ματσουσίγκε.

Κατά τη διάρκεια εκείνων των διακοπών αγοράζει και το πρώτο του μπουζούκι και μαθαίνει να παίζει από μόνος του ακούγοντας ελληνικά ρεμπέτικα. Ξαφνικά σταματάει να μιλά και μας κάνει μια επίδειξη γνώσης παίζοντας άριστα τη Φραγκοσυριανή και αφήνοντάς με άφωνο. Συνεχίζει την αφήγηση του κρατώντας στα χέρια του το τελευταίο μουσικό του απόκτημα, έναν μπαγλαμά.

«Έμαθα να παίζω μόνος μου αφού στην Ελλάδα δεν έκανα ποτέ μάθημα και στην Ιαπωνία δεν ξέρω πόσοι άνθρωποι, και αν, υπάρχουν που να ξέρουν μπουζούκι. Βέβαια με διευκόλυνε το ότι ήξερα να παίζω πολύ καλά κιθάρα. Γενικά δεν θεωρώ ότι είναι δύσκολο όργανο το μπουζούκι σε αντίθεση με την ελληνική γλώσσα εκ της οποίας έχω μάθει μόνο πέντε- έξι λέξεις. Ειδικά για τους Ιάπωνες οι γλώσσα σας είναι πολύ δύσκολη»

Μετά από αυτό, το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα, και επηρεασμένος από την ελληνική κουλτούρα γύρισε στην Ιαπωνία και συνέχισε να δουλεύει στην Honda ως προγραμματιστής υπολογιστών. Δύο χρόνια αργότερα έρχεται και πάλι στην χώρα μας για διακοπές. «Η Ελλάδα για εμένα ήταν το καταφύγιο που με προστάτευε από το άγχος και την ένταση της ζωής στην Ιαπωνία. Η χώρα σας μου χάρισε κάποιες από τις ποιο ξένοιαστες στιγμές της ζωής μου συνδυασμένες με την γεύση του υπέροχου ελληνικού φαγητού. Αναλογιζόμενος αυτό, και όντας κουρασμένος από τις ευθύνες της προηγούμενης μου δουλειάς πήρα την απόφαση το 1997 να παραιτηθώ από την Honda με σκοπό να ξαναέρθω στην Ελλάδα αλλά αυτή τη φορά για να μάθω να μαγειρεύω ελληνικό φαγητό. Έμεινα στην Αθήνα για δύο μήνες και δούλευα χωρίς να πληρώνομαι στην κουζίνα της ταβέρνας Ακρόπολη για να μάθω να μαγειρεύω.Μετά γύρισα στο Τόκυο και άνοιξα την ταβέρνα Γιώργος. Την ονόμασα έτσι γιατί πιστεύω ότι το όνομα του μισού ελληνικού, ανδρικού πληθυσμού είναι Γιώργος. Ήθελα πολύ να φέρω στην Ιαπωνία την φιλοσοφία που διακατέχει μια ταβέρνα. Πολλοί φίλοι και γνωστοί θεώρησαν ότι ήταν παράλογο να παρατήσω την δουλειά μου στην Honda και τον υψηλό μισθό που απολάμβανα για να ανοίξω ένα εστιατόριο που θα πουλάει παράξενο φαγητό, έτσι αποκαλούσαν την ταβέρνα».

Ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας, κ. Ματσούσιγκε, έριξε και μια πενιά κατά τη διάρκεια της συνέντευξης.

Αυτοί είναι που, τώρα, έρχονται σχεδόν κάθε Σάββατο και τρώνε το ‘παράξενο’, όπως το αποκαλούσαν ελληνικό φαγητό.

Η ταβέρνα φέτος θα συμπληρώσει τον όγδοο χρόνο λειτουργίας της και το μενού περιλαμβάνει σουβλάκι, γύρο, μουσακά, τζατζίκι γεμιστά και γενικά οτιδήποτε θα μπορούσατε να βρείτε σε μία ελληνική ταβέρνα. Επίσης τα φαγητά συνοδεύονται από ελληνική μπύρα μύθος αλλά και ελληνικά κρασιά που φροντίζει και προμηθεύεται ο κ. Μουράτα από μία εισαγωγική εταιρεία που την βρήκε όπως μας λέει μέσω της ελληνικής πρεσβείας. Αυτό όμως που κάνει την ταβέρνα Γιώργος γνωστή σε όσους Γιαπωνέζους που ξέρουν τα καλά διεθνή εστιατόρια του Τόκυο είναι η ζωντανή μουσική, δηλαδή σόλο μπουζούκι από τον ιδιοκτήτη κ. Μουράτα.

Ο ίδιος μας ομολογεί όμως ότι τα πράγματα δεν ήταν ρόδινα από την αρχή.

«Τα πρώτα τρία χρόνια ήταν λίγο δύσκολα, γιατί στην Ιαπωνία το να προτείνεις σε κάποιον να γευτεί ελληνικές γεύσεις θεωρείται πολύ παράξενο αφού το μόνο ευρωπαϊκό φαγητό που ο κόσμος γνωρίζει είναι το Γαλλικό. Δεν είναι εύκολο να σε εμπιστευτεί ο πελάτης όταν δεν σε ξέρει. Στην αρχή οι πελάτες ήταν πολύ αγχωμένοι σχετικά με το τι θα φάνε στην ταβέρνα μου. Μετά την πρώτη δαγκωνιά σουβλάκι ή μουσακά όμως είχε διαλυθεί και η παραμικρή αμφιβολία τους για το αν το φαγητό είναι γευστικό. Έτσι με τον καιρό και από στόμα σε στόμα μαθεύτηκε το μαγαζί και δημιουργήσαμε αυτό το καλό όνομα. Τώρα πια δεν προλαβαίνω, αφού εκτός του ότι ετοιμάζω τα φαγητά παίζω και μπουζούκι και σε πολλούς πελάτες-αν θέλουν- διδάσκω και χορό.»

Ο κ. Μουράτα εκτός από την ταβέρνα διδάσκει και ελληνικούς χορούς σε σχολή εκμάθησης διεθνών χορών του Τόκυο 2 φορές την εβδομάδα. Ο ίδιος γνωρίζει χασαποσέρβικο, ζεϊμπέκικο, συρτό και καλαματιανό.

Το μόνο άσχημο που μας λέει για την Ελλάδα είναι ότι στα περισσότερα τουριστικά μέρη οι ιδιοκτήτες καταστημάτων προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τους τουρίστες και να τους πάρουν όσα περισσότερα χρήματα μπορούν πουλώντας ότι χειρότερο έχουν.

Το επόμενο ταξίδι στην Ελλάδα το έχει προγραμματίσει το ερχόμενο καλοκαίρι κατά τη διάρκεια του οποίου θα συναντήσει τους Έλληνες φίλους του αλλά και θα επισκεφτεί την αγαπημένη του Θεσσαλονίκη.

Προτεινόμενα