Η Αετομηλίτσα, ένα βλαχοχώρι που βρίσκεται «σκαρφαλωμένο» στις νότιες πλαγιές του Γράμμου σε υψόμετρο 1.520 μέτρων -διεκδικώντας την πρωτιά του ψηλότερου χωριού της Ελλάδας- πέφτει σε χειμέρια νάρκη από τα μέσα Οκτωβρίου και «ξυπνά» τον Μάιο.
Οι κάτοικοί του, κυρίως κτηνοτρόφοι, κάθε φθινόπωρο πηγαίνουν με τα ζώα τους στη Λάρισα ή τη Μακεδονία, όπου ξεχειμωνιάζουν στους κάμπους.
Την άνοιξη επιστρέφουν στα πάτρια εδάφη. Μαζί τους «πηγαινοέρχεται» και το Κοινοτικό Γραφείο, που εγκαταλείπει το παραδοσιακό οίκημα στην κεντρική πλατεία του χωριού και «μετακομίζει» στη Λάρισα.
Οι κτηνοτρόφοι είναι ήσυχοι για τις περιουσίες τους στην Αετομηλίτσα, αφού πίσω στο χωριό μένουν δύο «ακρίτες», ένας συνταξιούχος ντόπιος και ένας Αλβανός φύλακας, που πληρώνεται από τους ίδιους.
Οι δυο τους προσέχουν τα σπίτια των κατοίκων, τα περισσότερα από τα οποία είναι σιδερόφραχτα, ενώ σε ορισμένα, για μεγαλύτερη ασφάλεια, οι ιδιοκτήτες τους έχουν τοποθετήσει στις πόρτες και στα παράθυρα λαμαρίνες. Το σπίτι του συνταξιούχου Γιάννη Δεληγιάννη βρίσκεται στην είσοδο του χωριού και του Αλβανού φύλακα βρίσκεται στην πλατεία. Πού και πού οι δύο άνδρες συναντιούνται και κάνουν παρέα, όταν όμως ο χειμώνας γίνει βαρύς, κάνουν να βρεθούν εβδομάδες, ίσως και μήνες!
Είμαι γέννημα θρέμμα Αετομηλίτσας, όμως έκανα οικογένεια και δούλεψα στη Θεσσαλονίκη, όπου διατηρούσα ταβέρνα» είπε ο 73χρονος συνταξιούχος «ακρίτας» στην «Εspresso», προσθέτοντας: «Τα τελευταία 11 χρόνια και αφού έχασα τη σύζυγό μου, ζω μόνιμα στο χωριό μου. Ηταν ένα όνειρο ζωής να επιστρέψω και είμαι τρισευτυχισμένος που το έκανα πραγματικότητα. Ο χειμώνας στο χωριό περνάει δύσκολα, αλλά όχι άσχημα, ούτε βαρετά».
Οπως εξηγεί ο 73χρονος, παλιότερα στο χωριό ζούσαν μόνιμα 500 κάτοικοι και στο σχολείο φοιτούσαν 80 παιδιά: «Τώρα, όμως, εκτός από εμένα υπάρχει μόνο ένας Αλβανός φύλακας ηλικίας περίπου 60 ετών. Την οικογένειά του την έχει στην Αλβανία και αυτός ζει εδώ, σε ένα σπίτι στην πλατεία του χωριού. Εγώ είμαι στην είσοδο και υπάρχει μια απόσταση. Κάνουμε παρέα πριν αρχίσει η βαρυχειμωνιά, αλλά μπορεί να κάνουμε να βρεθούμε και μήνες, όταν πέσουν τα χιόνια και αρχίσει η σφοδρή χιονοθύελλα. Εχουμε κάνει το κουμάντο μας μαζεύοντας πολλά ξύλα για το κρύο, γιατί τα χιόνια είναι πολλά».
Οταν δεν μπορεί να συναντηθεί με τον αλλοδαπό, ο 73χρονος περνάει την ώρα του βλέποντας τηλεόραση και μιλώντας κάπου κάπου στο τηλέφωνο με τα παιδιά του και το εγγονάκι του που ζουν στη συμπρωτεύουσα: «Με επισκέπτονται συνήθως τους καλοκαιρινούς μήνες, αλλά έχουν έρθει και Χριστούγεννα. Οι γιορτές εδώ είναι το κάτι άλλο» είπε προσπαθώντας να μας δώσει τη μαγευτική εικόνα που είχε στο μυαλό του.
Ο κ. Δεληγιάννης έχει παρέα και δύο σκυλιά, αλλά και «επισκέπτες» που δεν είναι άλλοι από τους λύκους και τις αρκούδες που τα βράδια κατεβαίνουν συχνά πυκνά στο χωριό: «Δεν φοβάμαι, περισσότερο με φοβίζουν οι άνθρωποι παρά τα άγρια ζώα» μας λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Ο πόλεμος και η αστυφιλία
Παλιό κεφαλοχώρι, η Αετομηλίτσα γνώρισε μεγάλη άνθηση τον 18ο, τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα. Οικονομικά αυτοδύναμο, εκείνη την εποχή είχε τουλάχιστον 40.000 αιγοπρόβατα, ενώ οι αγωγιάτες και οι έμποροι του χωριού έφταναν μέχρι τον Αυλώνα της Βορείου Ηπείρου ή τη Νιγρίτα των Σερρών και διακινούσαν προς τα εκεί τα προϊόντα τους.
Ωσπου το χωριό χτυπήθηκε από τον εμφύλιο, με σφοδρές μάχες. Μετά το 1950, οι Αετομηλιτσιώτες βρέθηκαν διασκορπισμένοι σε όλα τα κράτη, κυρίως της ανατολικής Ευρώπης, απ’ όπου άρχισαν να επιστρέφουν πολύ αργότερα.
Ωστόσο η αστυφιλία ήρθε να αποτελειώσει το χωριό, που κινδύνευσε από ερήμωση μέχρι και τη δεκαετία του ‘70. Εκείνη την εποχή αριθμούσε 70 σπίτια, αφού δεν έμεινε τίποτα απ’ τα παλιά αρχοντικά, ώσπου οι Αετομηλιτσιώτες να αποφασίσουν να επιστρέψουν και να ξαναζωντανέψουν το χωριό που αριθμεί σήμερα δεκάδες σπίτια και οικογένειες.
Το ταξίδι των ζώων δύο φορές τον χρόνο
«Ανέκαθεν αυτή την εποχή οι νομάδες κτηνοτρόφοι μετακινούνται με τα ζώα τους από τα βουνά στα χειμαδιά (σ.σ.: προστατευόμενος τόπος για το ξεχειμώνιασμα των κοπαδιών). Στο παρελθόν, η μετακίνηση προς τα χειμαδιά το φθινόπωρο και αντίστροφα την άνοιξη γινόταν με τα πόδια και διαρκούσε περίπου έναν μήνα» τονίζει ο δημοτικός σύμβουλος Κόνιτσας και πρώην κοινοτάρχης της Αετομηλίτσας (πριν το χωριό αποτελέσει μέρος του καλλικρατικού Δήμου Κόνιτσας) Χρήστος Νιτσιάκος.
«Τότε φόρτωναν με τα ζώα (άλογα, γαϊδούρια κ.λπ.) όλο το βιος τους, ενώ τα κοπάδια συνόδευαν και οι οικογένειες των κτηνοτρόφων. Κάθε μέρα κατασκήνωναν σε διαφορετική περιοχή και η μετακίνηση γινόταν κατά ομάδες που αποτελούσαν τα λεγόμενα τσελιγκάτα». Οπως λέει ο κ. Νιτσιάκος, σήμερα η μετακίνηση αυτή -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- γίνεται με φορτηγά και μάλιστα αυθημερόν: «Εξάλλου και η κτηνοτροφία στις μέρες μας έχει μειωθεί σημαντικά, αφού φτάνει μόνο τα 12.000 ζώα έναντι των 30.000 και πλέον που ήταν πριν από 50-60 χρόνια» εξηγεί.
«Αυτή τη στιγμή υπάρχουν περισσότερες από 30 κτηνοτροφικές οικογένειες που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της Αετομηλίτσας, η οποία τα τελευταία 10-15 χρόνια γνώρισε ραγδαία ανάπτυξη. Οι κάτοικοι, μετά τον εμφύλιο, ο οποίος ήταν σφοδρός στον Γράμμο, είχαν διασκορπιστεί σε διάφορα μέρη είτε στο εξωτερικό είτε σε μεγαλουπόλεις. Επανήλθαν όμως, κάποιοι μόνο ως παραθεριστές, και γεμίζουν το χωριό κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, κυρίως τον Ιούλιο και τον Αύγουστο».
Το βλαχοχώρι, που απέχει 113 χιλιόμετρα από τα Ιωάννινα και το καλοκαίρι συγκεντρώνει γύρω στους 1.000 κατοίκους, διαθέτει δύο ταβέρνες, μία καφετέρια και δύο ξενώνες.
Δείτε το χωριό στο βίντεο που ακολουθεί: