Χίος: Τα πάντα για το μυροβόλο νησί του Αιγαίου με την αστείρευτη ομορφιά
Χίος: «Ακόμα και το όνομά της ακούγεται αρωματικό». Μ’ αυτή τη φράση, σφράγισε την επίσκεψή του στο νησί, ένας από τους διασημότερους περιηγητές του 18ου αιώνα, ο Γάλλος Πιερ Ογκυστέν ντε Γκύ, ενθουσιασμένος από τα μεσαιωνικά χωριά, τα δεκάδες σπήλαια και τη μοναδική κουλτούρα της Χίου.
Η Χίος είναι ένα από τα μέρη της Ελλάδας που χρειάζεται χρόνο για να καλλιεργήσει μέσα σου την πραγματική, πολυοπτική εικόνα του. Ο κοσμοπολιτισμός του σε συνδυασμό με την εκλεπτυσμένη συμπεριφορά των ντόπιων – ανθρώπων που ταξίδεψαν τις θάλασσες και γνώρισαν τον κόσμο – δεν αποκαλύπτεται με την πρώτη καλημέρα. Θέλει να τον κερδίσεις, σεβόμενος τις αρχές του…
Από την εποχή της μεγάλης καταστροφής του 1822, η Χίος ήταν ήδη το μυροβόλο νησί του αρχιπελάγους του Αιγαίου, με τον περίφημο κάμπο της, τη μαστίχα και τις όμορφες γυναίκες της, για τις οποίες, ο Ντε Γκυ συμπλήρωνε εκστασιασμένος πως «ευωδιάζουν σαν το νησί και υπνωτίζουν σαν τη θάλασσα»…
Η Χίος θα μπορούσε να είναι μοναδική μόνο από τα μαστιχόδενδρά της. Αυστηρά ενδημικό είδος, οι περίφημοι σκίνοι φύονται μόνο εδώ και μάλιστα ούτε καν σε ολόκληρο το νησί αλλά σε ένα τμήμα του.
Οι ευεργετικές ιδιότητες της μαστίχας, γνωστές από πολύ παλιά, έχουν γίνει αντικείμενο ενδελεχούς μελέτης σε βιοχημικά εργαστήρια του εξωτερικού και διαρκούς λατρείας από πιστούς της υγιεινής διατροφής. Οι επισκέπτες που γνωρίζουν, έρχονται στο νησί προς το τέλος του καλοκαιριού για να παρακολουθήσουν από κοντά τη διαδικασία της παραγωγής της και να κεντήσουν οι ίδιοι τους σκίνους για το πολύτιμο δάκρυ τους. Άλλωστε, αυτή είναι η καταλληλότερη εποχή για να περπατήσεις τη Χίο. Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι να τη γνωρίσεις. Αν θέλεις όμως να αγγίξεις τις παρθένες ομορφιές της, πρέπει να κατέβεις από το αυτοκίνητο και να ικανοποιήσεις όλες τις αισθήσεις σου, βλέποντας, ακούγοντας, μυρίζοντας…
Στη Χίο, ο επισκέπτης, ακόμα κι αν δεν ήταν από πριν, θα εξελιχθεί σε αληθινό φυσιολάτρη. Είναι το δέλεαρ των απέραντων εκτάσεων με τα εσπεριδοειδή που, όταν ανθοφορούν, σκορπίζουν μεθυστικές μυρωδιές μέχρι τη θάλασσα. Είναι το περπάτημα μέσα στο φαράγγι των Καμπιών και το ποτάμι του, άλλοτε ήσυχο σαν ποτιστικό ρυάκι και άλλοτε ορμητικό σαν χείμαρρο.
Είναι που το νησί ολόκληρο μοιάζει φυσικός, βοτανικός κήπος, με δέντρα που ανήκουν στα ψηλά βουνά, όπως οι καστανιές και τα κυπαρίσσια και σπάνια πουλιά που χτίζουν το σπίτι τους εδώ, ανάμεσα στις ρωγμές των βράχων και τις αθέατες κορφές των βελανιδιών. Είναι και τα πολυάριθμα φυσικά σπήλαια, με πιο σημαντικά εκείνα των Ολύμπων και του Άγιου Γάλα, στις δυο άκρες του νησιού. Αν είναι τυχερός, θα ζήσει την εμπειρία των χιλιάδων πεταλούδων που χορεύουν, στο Γλυκύ νερό. Κι αν ακόμα δεν τις προλάβει, θα αναρωτηθεί πού βρέθηκαν τόσα πολλά αηδόνια, τις τελευταίες μέρες της Άνοιξης και τραγουδάνε ξημερώματα σε όλο το νησί, ακόμα και μέσα στο κέντρο των πόλεων.
Στη Χίο, ο φυσιολάτρης θα εξελιχθεί σε ιστοριοδίφη. Θα τον τραβήξουν κοντά τους το κάστρο των Απολίχνων και το παλιό λιθόστρωτο που οδηγεί στο μοναστήρι της περιοχής με θέα τα μικρασιατικά παράλια. Θα τον κρατήσουν ώρες, για να του πουν τα μυστικά τους, τα μεσαιωνικά χωριά των Μεστών και των Ολύμπων, που δεν ερήμωσαν ποτέ από την πρώτη μέρα που κατοικήθηκαν. Θα τον μαγέψει ο Κάμπος, «ιστορικός τόπος και παραδοσιακός οικισμός» προστατευόμενος από το Υπουργείο Πολιτισμού, με τις Γενοβέζικες επαύλεις του 14ου αιώνα και τα αρχοντικά των μεγάλων οικογενειών του νησιού με την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική φυσιογνωμία, αφού εδώ το παλιό γινόταν πάντοτε αφετηρία και έμπνευση για το νέο. Θα τον συγκινήσει το μοναστήρι του Αγίου Μηνά, όπου τα θύματα της μεγάλης σφαγής αναπαύονται ακόμα στο οστεοφυλάκιό του. Και στο τέλος θα αναρωτηθεί: είχε δίκιο ο Σιμωνίδης όταν αποκαλούσε τον Όμηρο, απλά, «Χίο άνδρα»; Ήταν αυτό το επικό νησί πατρίδα του πιο επικού ποιητή της αρχαιότητας;
Όπως οι μυρωδιές από τα μικροσκοπικά ανθάκια των εσπεριδοειδών μπερδεύονται στην ατμόσφαιρα, έτσι και οι εικόνες του παλιού με το νέο και του αρχοντικού με το ταπεινό συνυπάρχουν – χωρίς όμως να εκτοπίζουν η μία την άλλη – στη Χίο. Για να γνωρίσει κανείς το νησί στο βάθος του, πρέπει να ανοίξει τη βόλτα του και προς τον προσφυγικό οικισμό της πόλης, με τα λουλακί σπίτια και τα πολύχρωμα λουλούδια. Και για να αποχαιρετίσει τη μέρα με το σεβασμό που της αξίζει, θα πρέπει να ανηφορίσει στο ερημωμένο χωριό του Ανάβατου ή το μεσαιωνικό χωριό των Αυγωνύμων, για το πιο μυστηριακό ηλιοβασίλεμα της ζωής του.
Πριν από εκατό χρόνια, η Χίος ήταν το ακριβό περιβόλι των Τσάρων και των αυτοκρατόρων της Δύσης. Τότε που το κάθε πορτοκάλι τυλιγόταν σε χρυσόχαρτο και έκανε το μακρύ ταξίδι από τον Κάμπο μέχρι την Αγία Πετρούπολη για να το απολαύσουν στα πλουσιοπάροχα τραπέζια των παλατιών, το νησί είχε τη φήμη του πιο εύφορου τόπου στο Αιγαίο. Οι Τσάροι έπεσαν, οι αυτοκράτορες καθαιρέθηκαν αλλά η φήμη της Χίου όχι μόνο δεν υποχώρησε αλλά ενισχύθηκε από τους πολυάριθμους περιηγητές που δοκίμασαν την ευλογία της σε διάφορες μορφές: ντομάτες λιαστές στην αρμαθιά, νεράμπουλα και ρεγκλότες, βύσσινα και πετροκέρασα, μοσχοβολιστά μανταρίνια και άνθη λεμονιάς. Οι Χιώτες αγαπούν πολύ το γλυκό του κουταλιού και εκτονώνουν ένα μέρος από την εφευρετικότητά τους σε ευφάνταστες συνταγές που κάνουν την παραδοσιακή ζαχαροπλαστική να ωχριά μπροστά τους. Αν έφυγες από τη Χίο χωρίς να βάλεις στο στόμα σου γλυκό τριαντάφυλλο από ροδοπέταλα εκατόφυλλης τριανταφυλλιάς, είναι ώρα να βγάλεις το εισιτήριο της επιστροφής…
Άλλωστε, μπορεί να ξέχασες να κολυμπήσεις στη Δασκαλόπετρα, την παραλία με το βράχο που καθόταν ο Όμηρος και δίδασκε τα έπη του. Μπορεί να μην έμαθες ότι τα Βρουλίδια είναι η παραλία που μαζεύει σήμερα τον περισσότερο κόσμο, ή να μην κολύμπησες στα ήσυχα νερά της Αγίας Φωτεινής και του Αγίου Αιμιλιανού. Ίσως και να μην περπάτησες πάνω στα μαύρα, ολοστρόγγυλα ηφαιστειογενή βότσαλα της παραλίας Μαύρα Βόλια, κοντά στον Εμπορειό. Μπορεί να σε συνεπήρε η μεθυστική γεύση του χιώτικου ούζου και να μη δοκίμασες κανένα από τα χιώτικα αναψυκτικά. Κι αν ξεκίνησες από τα κλασικά: πορτοκαλάδα, μανταρινάδα, βυσσινάδα, ίσως να μην πρόλαβες να περάσεις στη αμυγδαλώδη σουμάδα. Το χειμώνα θα την έπινες ζεστή με κανέλλα και το καλοκαίρι παγωμένη, τόσο που να μουδιάζει το στόμα σου.
Η Χίος είναι το νησί που σκλαβώνει τις αισθήσεις. Μπορεί με τα κρασιά της, φημισμένα από την αρχαιότητα, όπως ο «Αριούσιος Οίνος». Μπορεί με τη ρακή, το τσίπουρο ή τη σούμα της, φτιαγμένη από αποστάγματα σύκων. Μπορεί με το λεπτό άρωμα των σκίνων και των εσπεριδοειδών ή τα φώτα της Τουρκίας που φαίνονται καθαρά τη νύχτα από την ακτή. Μπορεί ακόμα κι από την ενέργεια που φαίνεται να σε τροφοδοτεί το ίδιο το νησί, με τη χιλιόχρονη ιστορία και τα πάθη του. Κι αν εσύ, ως επισκέπτης καταφέρνεις να τα νιώσεις όλα αυτά μέσα σε μερικές μέρες, φαντάσου πώς έχει πλαστεί ο Χιώτης που έζησε όλη του τη ζωή σ‘ αυτούς τους τόπους.
Αν υπάρχει ένας τόπος που να μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να νιώσουν απέραντη ευτυχία μόνο και μόνο επειδή είναι ζωντανοί, αυτός πρέπει να είναι η Χίος. Γιατί, όπως έγραψε και ο Ουγκώ, ο άνθρωπος που κάποτε την μοιρολόγησε σπαρακτικά «τα μάτια δεν βλέπουν καλά το Θεό παρά μόνο μέσα από τα δάκρυα».
Α! Και κάτι τελευταίο: Μη δοκιμάσετε να μεταφέρετε αυτή την ατμόσφαιρα σε άλλους τόπους. Δε γίνεται. Όπως δε γίνεται να πάρετε μαζί σας μια ρίζα σκίνου και να φυτρώσει μαστιχόδεντρο οπουδήποτε αλλού, εκτός από τη Χίο.