Κάστρο, παραλίες, νεοκλασική αρχιτεκτονική, πλατείες. Η Καβάλα είναι από τις πιο όμορφες πόλεις της βόρειας Ελλάδας και ο επισκέπτης έχει πολλά να δει και να δοκιμάσει.
Τα σημαντικότερα αξιοθέατα στην Παναγία είναι το κάστρο και η ακρόπολη, το Ιμαρέτ και ο παλιός φάρος στο τέρμα της Θεοδώρου Πουλίδου κάτω από τον οποίο υπάρχουν τα βράχια της Παναγίας. Κομβικό σημείο στην παλιά πόλη είναι η πλατεία του Μωχάμετ Άλι. Στο κέντρο υψώνεται το άγαλμά του, ανάμεσα στο κονάκι του και στην εκκλησία της Παναγίας. Η τελευταία κτίστηκε μετά το 1965 πάνω στην παλιότερη μεταβυζαντινή τρίκλιτη βασιλική. Το ορειχάλκινο άγαλμα του έφιππου Μωχάμετ Άλι, έγινε κατά τη μεταφορά του αιτία να ανοίξει η σημερινή Θ. Πουλίδου (άλλοτε Ζαλόγγου). Το κονάκι (το σπίτι της οικογένειάς του), είναι κτισμένο στα τέλη του 18ου αιώνα.
Η περιήγηση από την οδό Μωχάμετ Άλι θα σας φέρει μέσα στην παλιά συνοικία και θα έχετε την ευκαιρία να περάσετε από το τζαμί του Χουσείν Μπέη ή της Μουσικής.
Η σύγχρονη πόλη
Η Καβάλα αποπνέει μια αύρα ιδιαίτερη που οφείλεται στο πρόσφατο παρελθόν της: τα νεοκλασικά κτίρια που έχουν απομείνει και οι μεγάλες καπναποθήκες διατηρούν την ανάμνηση μιας ακμαίας μεγαλοαστικής και αστικής τάξης. Στην αλλοτινή «Μέκκα του καπνού» όπως ονομαζόταν η Καβάλα εργάστηκαν χιλιάδες καπνεργάτες –άντρες και γυναίκες– οι μορφές των οποίων μοιάζει να ζουν για πάντα στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες του μουσείου καπνού της πόλης. Χαρακτηριστικό είναι και το λιμάνι με τους φοίνικες και τους παλιούς κυβόλιθους όπου συνυπάρχουν τα σύγχρονα κτίρια, οι ψαροταβέρνες και οι βάρκες των ψαράδων.
Επίκεντρο της καθημερινής ζωής στην Καβάλα είναι η πλατεία Ελευθερίας. Tο πιο πολύβουο σημείο ειναι ο πεζόδρομος της Μεγάλου Αλεξάνδρου, με τα πολυάριθμα μαγαζιά, τα καφέ-μπαρ και την καπναποθήκη που έγινε εμπορικό κέντρο, όπως και η εμπορική οδός Ομονοίας. Kοντά στην πλατεία Ελευθερίας υπάρχει η παλιά γειτονιά του Αγίου Νικολάου. Εκεί θα δείτε και την εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που ήταν παλιό τζαμί. Εξωτερικά υπάρχει ψηφιδωτή παράσταση και πίσω της ένα μνημείο και υπολείμματα από βάση κίονα: Σύμφωνα με την παράδοση επάνω του υπάρχει αποτύπωμα από το πρώτο πάτημα του Αποστόλου Παύλου στη Μακεδονία.
Επτά σημαντικά κτίρια
- Το Μέγαρο Τόκου (1879). Kατοικία του καπνοκόπτη Δημ. Τόκου, όπου στεγάστηκε το προξενείο της Ιταλίας μεταξύ 1879-80. Eχει τα μορφολογικά πρότυπα του οθωμανικού νεοκλασσικισμού και μπαρόκ, αλλά διατηρεί και στοιχεία της τοπικής παράδοσης. Το 1979 αγοράστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού, αναστηλώθηκε και στέγασε τη 12η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
- Το παλιό Παρθεναγωγείο (1891-1894). Με λιτά νεοκλασσικά χαρακτηριστικά στεγάζει σήμερα το 10ο Δημοτικό Σχολείο.
- Η Μεγάλη Λέσχη (1910). Θαυμάσιο δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, με νεομπαρόκ στοιχεία. Από το 1985 λειτουργεί ως Δημοτική Βιβλιοθήκη και χώρος πολλαπλών εκδηλώσεων.
- Το Δημαρχείο (1890), κατοικία του Ούγγρου καπνέμπορα Pierre Herzog. Το κτίριο, μέχρι το 1921, οπότε πουλήθηκε, φιλοξένησε λαμπρές κοσμικές εκδηλώσεις και το 1937 αγοράστηκε από το Δήμο Καβάλας για να στεγάσει το Δημαρχείο.
- Το Μέγαρο Wix (1898-1900) κατοικία μέχρι το 1925 του Γερμανού, εβραϊκής καταγωγής, βαρώνου Adolf Wix von Zsolna, προξενικού πράκτορα του αυστροουγγρογερμανικού υποπροξενείου και εκπρoσώπου για χρόνια των οικονομικών συμφερόντων των Herzog. Από το 1989 στεγάζει τις Τεχνικές Υπηρεσίες του Δήμου.
- Η Καθολική Αποστολή (1888-92), το κτίριο της Μονής Λαζαριστών, που αργότερα στέγασε το γαλλικό προξενείο και σχολείο εκμάθησης της γαλλικής γλώσσας.
- Η Δημοτική Καπναποθήκη (γύρω στο 1900). Συνδυάζει οθωμανικό νεοκλασικισμό και μπαρόκ, με πλήθος γλυπτών στοιχείων και αναγλύφων.
Οι Καμάρες
Είναι το πιο αναγνωρίσιμο σημείο της Καβάλας, κηρυγμένο ως διατηρητέο μνημείο. Αποτελούν τμήμα ενός μεγάλου συστήματος ύδρευσης του τότε άνυδρου βράχου της Παναγίας, όπου ήταν κτισμένη η αρχαία και μεσαιωνική πόλη. Είχε μήκος 6.400 μέτρων και ανοιχτή ροή κάτι που δείχνει ότι λειτουργία του δε βασιζόταν σε αρχές συγκοινωνούντων δοχείων, αλλά στις πολύ καλά μελετημένες κλίσεις. Τη σημερινή του μορφή πήρε την εποχή του Σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς (1520-1530). Επάνω στις Καμάρες θα δείτε σήμερα «κολλημένα» κάποια προσφυγικά σπιτάκια, τα οποία έχουν αναστηλωθεί και βαφτεί. Κοντά τους υπάρχει μεντρεσές και απέναντι μερικά από τα παλιά μαγαζάκια του 20ου αιώνα με χαρακτηριστικές ξυλοκατασκευές.
Το Κάστρο και η ακρόπολη
Η ακρόπολη που βλέπετε σήμερα κατασκευάστηκε από τους Οθωμανούς πάνω στα ερείπια βυζαντινού κάστρου σε δυο φάσεις: το 1425 και το 1530.
Το πιο σημαντικό τμήμα της ήταν ο εσωτερικός περίβολος μέσα στον οποίο υπήρχαν η δεξαμενή νερού, η αποθήκη πυρομαχικών και τροφίμων, ο κεντρικός κυλινδρικός πύργος και τα καταλύματα της φρουράς. Ο εξωτερικός περίβολος, κτισμένος το διάστημα 1530-1536, ένωνε την ακρόπολη με τα περιμετρικά τείχη της χερσονήσου και οχύρωνε την πιο χαμηλή πλευρά του λόφου προς την πλευρά του λιμανιού. Σ’ αυτόν υπάρχουν και οι δύο πύλες εισόδου στην ακρόπολη.
Το κάστρο κτίστηκε σε εποχή που δεν χρησιμοποιούσαν πυρίτιδα και προοριζόταν να αντισταθεί σε επιθέσεις με τόξα, βέλη, ξίφη. Έτσι, στα κατοπινά χρόνια δε μπορούσε να ανταποκριθεί στις νέες τεχνικές του πολέμου και είχε μικρή αμυντική ισχύ. Γι’ αυτούς τους λόγους και επειδή δεν υπήρχε μεγάλος κίνδυνος εξωτερικών επιθέσεων, από το 1700 και μετά έπαψε να αποτελεί αμυντικό κέντρο της περιοχής και έγινε τόπος εξορίας και φυλάκισης υπηκόων του σουλτάνου.
Τα τείχη γύρω από την χερσόνησο της Παναγίας ανακατασκευάστηκαν και αυτά από τους Οθωμανούς στις αρχές του 16ου αιώνα. Ακολουθούσαν το σχήμα της τριγωνικής χερσονήσου και περιέκλειαν την πόλη που είχε έκταση 130 στρεμμάτων.
Το Ιμαρέτ
Το τεράστιο οικοδόμημα που ίδρυσε ο Μεχμέτ Αλή πασάς (ή Μοχάμεντ Άλι) το 1817 στη γενέθλια πόλη του έχει ιδιαίτερη γοητεία και μακρόχρονη ιστορία. Βρίσκεται στη δυτική πλευρά της παλιάς πόλης, στην Παναγία, και τα κτίσματά του καταλαμβάνουν έκταση 3.500 τ.μ. Επιβιώνει στον 21ο αιώνα αναστηλωμένο υποδειγματικά από την γνωστή οικογένεια των καπνεμπόρων Μισιριάν –και ειδικότερα την Άννα Μισιριάν. Το συγκρότημα των κτιρίων ήταν ένα kulliye, – αρχιτεκτονικό συγκρότημα για την ισλαμική εκπαίδευση– ίσως το τελευταίο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που κτίστηκε πάνω σε παλαιότερο Ιμαρέτ του Ιμπραήμ Πασά. Παρείχε κοινωνικές και εκπαιδευτικές υπηρεσίες.
Το kulliye αποτελούσαν δύο μεντρεσέδες (εκπαιδευτικά ιδρύματα-ιεροδιδασκαλεία), δυο μεστζίτ (χώρος προσευχής που τον χρησιμοποιούσαν και ως αίθουσα διδασκαλίας), ιμαρέτ (κουζίνα για σούπα), μεκτέμπ (σχολείο πρώτης βαθμίδας), γραφεία διεύθυνσης, κελιά για τη φιλοξενία των μαθητών. Οι αρχικοί φιλανθρωπικοί και μορφωτικοί στόχοι του ιδρύματος ατόνησαν με τον καιρό και από το 1858 άρχισαν να το θεωρούν έως και επιβλαβές για την πόλη – πολλοί μάλιστα το αποκαλούσαν τεμπελχανείο! Παρόλα αυτά συνέχισε μέχρι το 1902 να λειτουργεί ως Ιεροδιδασκαλείο και μέχρι το 1923 ως φιλανθρωπικό ίδρυμα. Για διάφορους λόγους παρέμεινε αιγυπτιακή ιδιοκτησία. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’70 στα κτίρια του Ιμαρέτ κατοίκησαν οικογένειες προσφύγων ή άποροι. Το 1967 ερήμωσαν και το Ιμαρέτ πέρασε σε περίοδο παρακμής. Η αναστήλωση του μνημείου, που έχει κηρυχθεί διατηρητέο, κράτησε 22 μήνες. Σήμερα λειτουργεί ως ξενοδοχείο.