Η Λακωνική Μάνη, γνωστή και ως Μέσα Μάνη, επεκτείνεται από το Οίτυλο μέχρι το Γύθειο και περιλαμβάνει ένα μπουκέτο οικισμών απίστευτης γοητείας καθώς και μερικές τοποθεσίες-σταθμούς που πρέπει να δει κάθε ταξιδιώτης στη ζωή του.
Της Νάγιας Κωστιάνη
Σε αντίθεση με το πιο ήπιο, γλυκό και οικείο κλίμα που επικρατεί στην Μεσσηνιακή Μάνη, τόσο από άποψη αρχιτεκτονικής όσο και τοπίου, η Λακωνική Μάνη χαρακτηρίζεται από μια γοητευτική σκληράδα: τεράστιοι απόκρημνοι βράχοι με φιδωτούς δρόμους κρέμονται πάνω από βαθυγάλανα νερά, σιωπηλοί πύργοι στέκονται βλοσυροί πάνω σε γυμνές βουνοκορφές ατενίζοντας το πέλαγο, γραφικά χωριά μοναδικής ομορφιάς κρύβονται μέσα στους μικρούς κόλπους της με τους ντόπιους να διηγούνται ακόμα ιστορίες με κουρσάρους, πειρατές και χαμένους θησαυρούς και ένας αδυσώπητος ήλιος ρίχνει τις αχτίδες του πάνω στην πέτρα που καλύπτει αυτόν τον τόπο, φωτίζοντας αλλά και καίγοντας τα πάντα στο πέρασμά του.
Οίτυλο
Συνεχίζοντας από εκεί που αφήσαμε την Μεσσηνιακή Μάνη, το Νέο Οίτυλο ανοίγει την πόρτα στην Λακωνική Μάνη, ένα κεφαλοχώρι πραγματικός φρουρός πάνω στην πλαγιά, με το κάστρο της Κελεφάς στο απέναντι ύψωμα. Προσφέρει μια μεγάλη παραλία με χοντρό βότσαλο, κατά μήκος της οποίας βρίσκονται διασκορπισμένα διάφορες καφετέριες, ταβέρνες και αρκετά ενοικιαζόμενα -αποτελεί δημοφιλή προορισμό για οικογένειες με μικρά παιδιά που δεν θέλουν να μετακινούνται πολύ, καθώς όσα χρειάζονται είναι συγκεντρωμένα σε απόσταση αναπνοής μεταξύ τους.
Λιμένι
Αμέσως μετά συναντάμε το Λιμένι, θαλασσινό πυργοχώρι και πατρίδα των Μαυρομιχαλαίων, μικρό και μαγευτικό με βαθιά σμαραγδένια νερά, καλά προφυλαγμένο στο μύχο του κόλπου. Θα βρείτε πολλά όμορφα στέκια για καφέ και πρωινό μέχρι φαΐ και ποτό, το Λιμένι όμως πάει χρόνια ταίρι με τον «Τάκη», την πασίγνωστη ψαροταβέρνα όπου θα φάτε αν όχι Το, σίγουρα ένα από τα καλύτερα ψάρια που έχετε γευτεί στη ζωή σας -καλό θα είναι να έχετε κάνει κράτηση από πριν, αλλά και να είστε προετοιμασμένοι για τις τσιμπημένες τιμές.
O δρόμος από Λιμένι προς Αρεόπολη
Στα 4χλμ ανηφορίζοντας, συναντάμε την Πόλη του Άρεως, την ιστορική Αρεόπολη, την Τσίμοβα του απελευθερωτικού αγώνα. Εδώ άναψε η φλόγα της Επανάστασης στις 17 Μαρτίου του 1821. Μη δώσετε σημασία στα βενζινάδικα και τα εμπορικά καταστήματα που θα συναντήσετε στην είσοδο της πόλης, ούτε στην, κάπως αδιάφορη, κεντρική πλατεία. Παρκάρετε το αμάξι και κάντε περατζάδα στα καντούνια της πόλης, ξεκινώντας από το κεντρικό πλακόστρωτο δρομάκι που αρχίζει από την πλατεία και οδηγεί στο μαγευτικό ιστορικό κέντρο με τα 30 παραδοσιακά, διατηρητέα κτήρια που βρίσκονται γύρω από τον ναό των Ταξιαρχών και την πλατεία της 17ης Μαρτίου. Στο διάβα σας θα βρείτε υπέροχα ταβερνάκια, ζαχαροπλαστεία, μανάβικα, καφετέριες, μπαράκια, μαγαζιά με παραδοσιακά προϊόντα, είδη λαϊκής τέχνης ή ακόμα και μεγάλες φίρμες ρούχων και κάπου θα νομίσετε πως βρίσκεστε στη χώρα κυκλαδίτικου νησιού. Για φαγητό προτιμήστε τον μπαρμπά-Πέτρο ή Πιέρο όπως είναι γνωστός, όπου θα δοκιμάσετε εξαιρετικά μαγειρευτά πιάτα και αυθεντικές μανιάτικες συνταγές. Ψωμί και αλμυρά από τον φούρνο της Μηλιάς, ενώ για λαχταριστό παγωτό από φρέσκο γάλα και γλυκές λιχουδιές κάνετε στάση στο γαλακτοζαχαροπλαστείο «Παραδοσιακό».
Aρεόπολη
Ας το πιάσουμε τώρα λίγο ανάποδα.
Στη Λακωνική πλευρά της Μάνης, λοιπόν, πηγαίνεις και από τη Σπάρτη. Η άλλη πύλη εισόδου είναι το Γύθειο. Πανέμορφο, κτισμένο αμφιθεατρικά στην πλαγιά του Λακωνικού κόλπου, με αρχοντικά παλαιάς κοπής, πολλά ερειπωμένα αλλά πάντα μεγαλοπρεπή. Με καντούνια που οδηγούν μέχρι επάνω, στο Μοναστήρι των Αγίων Πάντων, πνιγμένο στα πεύκα και με θέα προς όλον τον κόλπο. Με μία παραλιακή όνειρο, ιδιαίτερα όταν σουρουπώνει κι ανάβουν σιγά-σιγά τα φώτα της προκυμαίας με τα παλιά ξενοδοχεία και τα μαγαζιά των τεχνιτών που μόνο στις μακρινές επαρχίες συναντάς. Με το νησάκι της Κρανάης, που λένε ότι υπήρξε το πρώτο ερωτικό καταφύγιο του ζεύγους Πάρι και Ωραίας Ελένης μετά τη φυγή τους από την Τροία. Με τον εξαιρετικό φάρο στην άκρη του και το μικρό πευκόδασος για βόλτες, με βράχια για βουτιές.
Γύθειο
Στο Γύθειο θα βρείτε ό,τι λαχταράει η ψυχή σας: ταβέρνες με ντόπια κουζίνα, ψαροταβέρνες με τις βιτρίνες σε πρώτη ζήτηση, καφενεία και καφέ, μπαράκια και ξενυχτάδικα, καταστήματα για κάθε αγορά. Και την αρχή της μανιάτικης κατάληξης -άκος, που θα σας ακολουθεί από εδώ και κάτω. Στη Μεσσηνιακή πλευρά κυριαρχεί το -έας (υπάρχει ένα παλιό, παραδοσιακό ποιηματάκι που λέει πως οι -όπουλοι είναι γιαλαντζί Μανιάτες και μόνο οι σε -έας φέρουν πεντιγκρί καταγωγής, αλλά εδώ και χρόνια που σπάω το κεφάλι μου -και το ίντερνετ- δεν μπορώ να το θυμηθώ).
Αφήνοντας το Γύθειο, ο δρόμος περνά από εξαιρετικές παραλίες: το Μαυροβούνι, με τέλεια οργάνωση σε ενοικιαζόμενα και κάμπινγκ, με αυτή την ωραία και χοντρή άμμο που δεν κολλάει επάνω σου και θάλασσα που βαθαίνει αμέσως, εκτείνεται σε τρία χιλιόμετρα. Στο τέρμα και μπαίνοντας 300μ αριστερά στο χωματόδρομο, χρόνια αποτελεί σταθερή αξία το ταβερνάκι με την καλαμωτή και το κοκκινιστό κουνέλι με τηγανητές πατάτες.
Βαθύ, Αγερανός, Καμάρες, Παγανέα: παραλίες θαύμα με βότσαλο, η μια καλύτερη από την άλλη. Στο Βαθύ, το κάμπινγκ «Δίας», ήρεμο, πεντακάθαρο και πολύ φιλικό, με τιμές ξεχωριστά προσιτές και σε απόσταση αναπνοής της σκηνής από την ακροθαλασσιά, είναι ό,τι πρέπει για τους ταξιδιώτες που θέλουν απλή, λιτή και απέριττη διαμονή. Δύο καλά ταβερνάκια, που θυμίζουν ξεχασμένες γωνιές άλλων εποχών, θα βρείτε στις Καμάρες.
Παραλία Άμπελος, στον Αγ. Κυπριανό
Συνεχίζοντας παραλιακά, συναντάμε το Σκουτάρι. Με δυο πανέμορφες παραλίες για όποιον θέλει επιλογές και με τρεις ταβέρνες. Με την παμπάλαιη εκκλησίτσα της Αγίας Βαρβάρας μέσα στις δάφνες.
Αν κάποιος κουραστεί από την πολλή θάλασσα (γίνεται αυτό, αλήθεια;), μπορεί να κάνει δεξιά και να ανηφορίσει προς τον Ταΰγετο. Όχι για πολύ, σχεδόν για 5χλμ. Μέσα στις δροσιές βρίσκεται η Δροσοπηγή. Κοιτάζει τον Λακωνικό κόλπο από ψηλά, όπως μπορείτε να κάνετε κι εσείς τρώγοντας και πίνοντας εξαιρετικά στη βεράντα της καλής ταβέρνας που υπάρχει εκεί. Απλά μην το παρακάνετε με το πιοτό γιατί η επιστροφή προς τα κάτω έχει αρκετές στροφές.
Επιστροφή στην Αρεόπολη, τώρα. Εκεί συναντιέται η πορεία μας με αυτήν από την Καλαμάτα.
Η πολιτεία του Νότου είναι ξεχωριστή, όπως ιδιαίτερος θα είναι και ο κάθε προορισμός σας από εδώ και πέρα. Η Αρεόπολη έχει την προσωπικότητα εκείνη που δεν συναντάς εύκολα και οπουδήποτε. Χαρακτηρίζει τον τόπο της, ακριβώς όπως η Καρδαμύλη στην Μεσσηνιακή Μάνη.
Σπήλαια Διρού
Λίγο πιο μετά, απαραίτητη είναι η επίσκεψη στα Σπήλαια του Διρού -δεν υπάρχει περίπτωση να μην τα έχετε ακούσει. Μετά την ξενάγηση, πάντως, υπάρχει εκεί κοντά και μια όμορφη παραλία για μια βουτιά στα γρήγορα.
Ο δρόμος προχωρά ακάθεκτος προς τη Μέσα Μάνη.
Χαρούδα, Χαριά, Δρύαλος, Βάμβακα, Έρημος, Σταυρί, Κοίτα, Κούνος, Δρύ, Πολεμίτα, Μίνα, Τριανταφυλλιά, Κυπάρισσος, Οχιά, Άλικα, Τσικαλιά, μικρές φωλιές πύργων πάνω σε λόφους, πιο ψηλά στο βουνό, αλλά και μέσα στον κάμπο. Ζωγραφιές από πέτρα και πάντα παρούσα μια μικρή εκκλησία να μετρά αιώνες. Αν έχετε το χρόνο, αναζητείστε την Παναγία την Αγήτρια, δεν θα σας πάρει πολύ, μια ματιά μόνο, αλλά θα σας μείνει για πάντα στη μνήμη. Είναι σκαλωμένη στο βράχο και αγναντεύει το πέλαγο. Οδηγήτρια την είπανε, αλλά στους ντόπιους άρεσε πάντα το λιτό και απέριττο.
Μέζαπος
Συνεχίζοντας από εκεί, βάλτε ως προτεραιότητα την επίσκεψη στον Μέζαπο. Θα μπείτε 1800 μέτρα δεξιά και το πρώτο που θα αντικρίσετε απέναντι, θα είναι το Τηγάνι. Κλείνει τον κόλπο, με το μακρύ και λεπτό του χέρι που καταλήγει στο στρογγυλό τελείωμα -δεν ονομάζεται έτσι τυχαία. Τις νύχτες φαντάζει απόκοσμο, όταν έχει φεγγάρι στραφταλίζουν τα νερά. Κατεβαίνοντας στη θάλασσα, βρίσκεστε μπροστά στην εσοχή ενός πανύψηλου φαγωμένου βράχου, που επάνω του έχουν σκαλιστεί κίτρινα και καφέ πετρώματα, ενώ φραγκοσυκιές έχουν φυτρώσει στις κορυφές. Είναι ένα μικρό αγκυροβόλιο και πάνω στα νερά των δεκάδων αποχρώσεων του μπλε κουνιούνται ρυθμικά μερικά χρωματιστά ξύλινα καΐκια.
Γερολιμένας
Πιο κάτω απλώνεται ο Γερολιμένας, άλλη μια απόκοσμη ομορφιά. Ένα θαλασσινό φαράγγι με βοτσαλωτό κολπίσκο, που δεξιά κλείνεται από πανύψηλους γρανιτένιους βράχους και αριστερά είναι κτισμένα τα σπίτια του. Κάποτε γνώριζε μεγάλη αίγλη, ήταν τόπος μεταφοράς προϊόντων, προσεγγιζόταν από φορτηγά που γέμιζαν κίνηση και ζωή τον τόπο -βλέπεις αμέσως την σκουριασμένη σκάλα και τους μοχλούς φορτοεκφόρτωσης. Περπατώντας στο δρόμο που διασχίζει τα σπίτια, ανακαλύπτετε σκαλισμένες στην πέτρα επιγραφές καταστημάτων άλλων εποχών. Σήμερα, υπάρχουν αρκετές ταβέρνες πάνω στη θάλασσα.
Βάθεια
Η Βάθεια είναι το απόλυτο πυργοχώρι της περιοχής. Σε ένα ύψωμα αριστερά του δρόμου δεσπόζουν οι πύργοι της που κάποτε είχαν αναστυλωθεί από τον ΕΟΤ και αποτελούσαν χαρακτηριστικό δείγμα ταξιδιωτικού προορισμού φημισμένου σε όλον τον κόσμο. Όπως όλα τα όμορφα, το παραμύθι δεν κράτησε πολύ. Σήμερα, στέκουν ρημαγμένοι και έρημοι, η μοναδικότητά τους, όμως, παραμένει ατόφια. Από κάτω, ένα πανέμορφο φιορδ αποτελεί την παραλία της περιοχής.
Το Πόρτο Κάγιο ήταν και είναι πάντοτε η φιλόξενη και απάνεμη αγκαλιά για τα ορτύκια που κατεβαίνουν από τις ψυχρές χώρες με προορισμό τη θαλπωρή του Νότου. Εδώ σταματούν να ξεκουραστούν πριν συνεχίσουν το ταξίδι τους, στο λιμανάκι βόρεια του Ταίναρου. Έτσι πήρε και το νεότερο όνομά της η αρχαία Ψαμμαθούς ή Ψαμμαθιά: το λιμάνι των ορτυκιών, Port aux Cailles. Κάνετε κι εσείς μια παράκαμψη, λοιπόν, και πιείτε έναν καφέ ή δοκιμάστε άφοβα ολόφρεσκο ψάρι στα αθόρυβα ταβερνάκια του.
Πανοραμική εικόνα από τη Βάθεια όπου φαίνεται το Μαρμάρι και οι δύο παραλίες του
Το Μαρμάρι είναι η μόνη γνήσια αμμουδερή παραλία της Λακωνικής Μάνης, ρηχή αλλά πάντα με εντυπωσιακά κύματα α λα Καλιφόρνια. Γενικά το Μαρμάρι δεν γίνεται να μη γοητεύσει ακόμα και τον πιο απαιτητικό, καθώς αν αγνοήσετε το συγκρότημα ενοικιαζόμενων-ταβέρνα-μπαρ-καφε που υπάρχει στην μία πλευρά της παραλίας, απλώνεται μπροστά σας ένα εξωτικό τοπίο απίστευτης άγριας ομορφιάς στο οποίο «χάνεσαι» για ώρες.
Mαρμάρι
Αν επιθυμείτε περισσότερη απομόνωση -αν και οι λουόμενοι προτιμούν τις ξαπλώστρες, οπότε αν πάτε μόλις 10 μέτρα πιο δεξιά στην παραλία θα είστε ουσιαστικά μόνοι σας- ακριβώς δίπλα από την κεντρική παραλία υπάρχει μία μικρότερη, με σχετικά εύκολη πρόσβαση από το χωριό (10 λεπτά περπάτημα από το ύψωμα). Πάρτε μαζί σας ένα μικρό ψυγειάκι με νερό, φρούτα και μπύρες, στήστε την ομπρέλα σας (το ελεύθερο κάμπινγκ δεν απαγορεύεται εδώ, απλά το αναφέρω) και περάστε όλη την ημέρα σας εκεί -πιστέψτε με, δεν θα βαρεθείτε λεπτό.
To «δεύτερο» Μαρμάρι (photo credits: Δημήτρης Χατζημίμης)
To «δεύτερο» Μαρμάρι
Ο δρόμος μετά από το Μαρμάρι καταλήγει στο Ταίναρο, την απόληξη της Γηραιάς Ηπείρου. Όποιος επιθυμεί να βαδίσει σε ένα βατό μονοπάτι δύο χιλιομέτρων (περίπου 40 λεπτά πεζοπορία), θα φθάσει στον περίφημο πανέμορφο Φάρο. Από άλλο μονοπάτι, θα οδηγηθεί στις Πύλες του Άδη. Από την άκρη του κόσμου, έρχονται ταξιδιώτες για να δουν το ονομαστό Ψυχοπομπείο από όπου κατέβαιναν οι “ταχυδρόμοι” και έπαιρναν τον μακάβριο βαρκάρη για τον Κάτω Κόσμο. Είναι η Πύλη από όπου κατέβηκε και ο Ηρακλής για να ανεβάσει τον Κέρβερο στη Γη. Όχι, αλήθεια.
Επιστρέφοντας από το Ταίναρο και το Μαρμάρι, ανεβαίνοντας ξανά στο δρόμο από το Πόρτο Κάγιο, δεν χρειάζεται να ακολουθήσετε την ίδια διαδρομή. Κατευθύνεστε προς τη Λάγια. Είναι Μανιατοχώρι από τα λίγα, απλώνεται ολόγυρα, έχει γειτονιές για περπάτημα και μια όμορφη πιάτζα όπου το τσίπουρο συνοδεία πεντανόστιμου γαύρου μαρινάτου, για να το θέσουμε απλά, δεν παίζεται.
Ταίναρο
Παραλιακά, η μια ακροθαλασσιά διαδέχεται την άλλη. Ο Άγιος Κυπριανός με αστραφτερά νερά και χοντρό χαλίκι, το Έξω Νύμφι με την περίφημη παραλία Αλύπα, όπου βρίσκεται ταβέρνα με πεντανόστιμο φαγητό και φρέσκο ψάρι σε καλές τιμές, η Άμπελος και ο Κότρωνας και το Φλομοχώρι με το ιδιαίτερο δείγμα αρχιτεκτονικής πύργων. Ανηφορίσετε στο Νύμφι πάνω από το επίνειό του. Τα κτίρια και το περιβάλλον του, η σιγή και η απομόνωσή του, θα σας ακολουθούν για καιρό.